Ο Χρήστος Βακαλόπουλος δεν ήταν φίλος μου, ήταν φίλος φίλων, σπανίως ομοτράπεζος το 1989 στον «Ένοικο» της Καλλιδρομίου. Εγώ στον κόσμο μου, μόλις 22 ετών, αυτός της παλιότερης δεκαετίας, στα 32. Δεν είχα διαβάσει ακόμα ούτε είχα δει τίποτα δικό του. Είχα σχηματίσει μια ατεκμηρίωτη καλή γνώμη γι΄ αυτόν κυρίως από την εκτίμηση που έβλεπα να του έχουν οι κοινοί γνωστοί μας, εκτίμηση και θαυμασμό που μερικές φορές με παραξένευε καθώς εγώ έβλεπα απλώς έναν τύπο που δεν έχανε την ευκαιρία να διηγηθεί ακόμα ένα ανέκδοτο στην ομήγυρη.
Παραδόξως πως, εκείνος είχε διαβάσει το πρώτο και τελευταίο τεύχος του fanzin «εταιρία καταστάσεων», μιας ασπρόμαυρης ψιλοάθλιας έκδοσης που είχα κάνει με κάποιους φίλους. Εκεί είχα δημοσιεύσει ένα κόμικ που μιλούσε για την παιδική μου ηλικία και άρχιζε έτσι: «Όταν ήμουν μικρός πίστευα πως είχα έναν ψεύτικο πατέρα, μια ψεύτικη μάνα και μια ψεύτικη αδελφή αληθινό δήμιο…».
«Εταιρία Καταστάσεων, είναι ωραίο όνομα για περιοδικό» μου είπε. «Πρέπει όμως να κάνεις ακόμα ένα κόμικ που να λες ότι ο πατέρας σου, η μάνα σου και η αδελφή σου ήταν αληθινοί. Τα διαβάζουν οι άνθρωποι και στεναχωριούνται». Τον κοιτούσα χωρίς να μπορώ να καταλάβω αν σοβαρολογούσε. Το ίδιο βράδυ με κάλεσε στο «Επειγόντως» όπου εμφανιζόταν ο Άκης Πάνου για 15 συναυλίες. «Να έρθεις οπωσδήποτε», είπε «πρέπει να το δεις αυτό».  Αν ήξερα λίγα για τον Βακαλόπουλο, για τον Άκη Πάνου δεν ήξερα απολύτως τίποτα. Τον ανακάλυψα άφωνος μέσα σε μια νύχτα, τόσο τον Πάνου όσο και τη δική μου αγάπη προς το λαϊκό τραγούδι που μέχρι εκείνη τη στιγμή σνόμπαρα εκ πεποιθήσεως.

Ζήτησα από το Χρήστο να ξαναπάμε το επόμενο βράδυ. Και το μεθεπόμενο. Στην τελευταία εμφάνιση κάποιος μερακλωμένος σηκώθηκε στην πίστα να χορέψει ζεϊμπέκικο.  Η ορχήστρα σταμάτησε. Ο Πάνου έσκυψε στο μικρόφωνο και είπε: «εδώ παίζουμε συμφωνική μουσική, δεν είναι κέντρο διασκεδάσεως. Παρακαλώ κατεβείτε». Ο μερακλωμένος δεν έπαιρνε από λόγια. Στεκόταν ακίνητος με τα χέρια  απλωμένα στο ύψος των ώμων. Ο Άκης Πάνου ακίνητος κι αυτός με το μπουζούκι όρθιο ακουμπισμένο στο γόνατο και το βλέμμα στυλωμένο στο κενό απέναντι. Ο Βακαλόπουλος εκστασιασμένος μου έσφιγγε το μπράτσο. Κι εκεί σταμάτησε ο χρόνος μας. Χαθήκαμε αλλά μου άφησε κληρονομιά τον Άκη Πάνου. Να τον ξοδεύω μια ολόκληρη ζωή και να περισσεύει.

Υ.Γ.1 Οφείλω να γράψω πως είχα έναν αληθινό πατέρα, μια αληθινή μάνα και μια αληθινή αδελφή που με βασάνιζε όταν ήμουν μικρός αλλά τώρα είναι εντάξει.

Υ.Γ.2 Ο Άκης Πάνου έκανε άλλες 15 εμφανίσεις, τις τελευταίες του, πέντε χρόνια μετά στα «9/8». Ο Χρήστος δε ζούσε πια. Τις παρακολούθησα και τις 15.