18164 Ιουλίου. Ναυαγεί η φρεγάτα Μέδουσα και κληροδοτεί στην ανθρωπότητα ένα από τα σημαντικότερα έργα στην ιστορία της τέχνης, τη Σχεδία της Μέδουσας του Jean-Louis-Théodore Gericault, αλλά, όπως πιθανολογείται, και το παιδικό τραγούδι Ήταν ένα μικρό καράβι (πρωτότυπο: Il était un petit navire). Η φρίκη χώθηκε σε μια χαρούμενη μελωδία και επί δύο αιώνες οι παιδικές φωνές τραγουδάνε ανέμελα «…και τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος, ποιος θα φαγωθεί οεοεεε…», έχοντας πλήρη άγνοια ότι όντως φαγώθηκαν άνθρωποι από ανθρώπους, εξαιτίας μιας πειραγμένης ζαριάς στο τάβλι των πολιτικών σκοπιμοτήτων.

2015, 18 Απριλίου. Πλοιάριο που έχει αποπλεύσει από τη Λιβύη μεταφέροντας μετανάστες και πρόσφυγες από 20 διαφορετικές χώρες, βυθίζεται ανοιχτά της Λαμπεντούζα μετά από πρόσκρουση με Πορτογαλικό πλοίο που έσπευσε προς διάσωση. Θα αποτελέσει το πιο «ανθρωποφάγο» ναυάγιο στη Μεσόγειο της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης, καθώς περισσότεροι από 800 άνθρωποι θα μετρηθούν νεκροί. Θα επιζήσουν 28. Τέσσερα χρόνια αργότερα, εφέτος, η σύγχρονη τέχνη θα ναυαγήσει by proxy στη στεριά της Βενετίας, καθώς ο Ελβετοισλανδός εικαστικός Christoph Büchel εκθέτει εκεί το κουφάρι του πλοιαρίου, ως έργο του με τον τίτλο Barca Nostra, στο πλαίσιο της 58ης Μπιενάλε.

ΤΟΤΕ
Τον Ιούνιο του 1816 υπό τις διαταγές του Λουδοβίκου 18ου και της κυβέρνησης του, ένας στολίσκος τεσσάρων σκαφών ξεκινά από το Rochefort της Γαλλίας με προορισμό τη Σενεγάλη και σκοπό την παραλαβή της μέχρι τότε Αγγλικής αποικίας και την ανάληψη τής διακυβέρνησης της από τους Γάλλους.
Η φρεγάτα Μέδουσα είναι το μόνο από τα πλοία που μεταφέρει επιβάτες, οι οποίοι μαζί με το πλήρωμα είναι συνολικά τετρακόσιοι. Ανάμεσα τους ο νέος κυβερνήτης της Σενεγάλης, αξιωματούχοι, μέλη της ανώτερης κοινωνικής τάξης, αλλά και πληβείοι. Κυβερνήτης της Μέδουσας ορίστηκε ο Hugues Duroy de Chaumereys, με κριτήριο όχι την εμπειρία του, η οποία ήταν ανύπαρκτη, αλλά τη γνωριμία του με τον αδερφό του βασιλιά. Ο αυλοκόλακας de Chaumereys θα αποδειχθεί παντελώς ανίκανος, και ένα μήνα μετά τον απόπλου θα ρίξει το πλοίο σε ύφαλο στα ανοιχτά της Μαυριτανίας. Οι σωστικές λέμβοι δεν επαρκούσαν κι έτσι όπως ταξικά είχαν επιβιβαστεί στο πλοίο, ταξικά καθορίστηκε η σωτηρία. Στη σχεδία που φτιάχτηκε με σκοπό να προσδεθεί στις λέμβους, στοιβάζονται εκατόν πενήντα άνθρωποι. Ο υποπλοίαρχος θα κόψει τα σκοινιά της πρόσδεσης αφήνοντας ανελέητα τούς εκατόν πενήντα να παρασυρθούν από τα κύματα.

Δεκατρείς ημέρες μετά το ναυάγιο, ένα από τα πλοία του στολίσκου, το μπρίκι Argus, θα βρει τη σχεδία και θα περισυλλέξει τους εναπομείναντες δεκαπέντε ζωντανούς ή νεκροζώντανους. Αυτοί οι δεκαπέντε ήταν και οι μοναδικοί μάρτυρες όλης της αγριότητας, των ψυχωσικών επεισοδίων, της βίας και του κανιβαλισμού που θα έρθει να αποτυπώσει ο Théodore Gericault, στον περίφημο πίνακά του.
Το ναυάγιο ήταν αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών χειρισμών. Η Γαλλία συνταράσσεται από το σκάνδαλο και διεξάγεται δίκη για τους υπευθύνους, σε έντονο συγκρουσιακό κλίμα μεταξύ μοναρχικών και αντιμοναρχικών.
O Gericault εκθέτει το έργο του για πρώτη φορά το 1819 στο Salon του Παρισιού με τον τίτλο Σκηνή Ναυαγίου. Απέναντι στις αρνητικές κριτικές συμπατριωτών του θα πει «δεν είναι πολιτικό το νόημα του πίνακα, η έγνοιά μου είναι ανθρωπιστική». Κι όμως, η «σχεδία» του ήταν ένα έντονα πολιτικό έργο με καταγγελτική δύναμη απέναντι στη δυσοσμία των φιλομοναρχικών δυνάμεων. Ο ζωγράφος μελέτησε και συγκέντρωσε ενδελεχώς έναν μεγάλο όγκο πληροφοριών για το συμβάν. Μίλησε με διασωθέντες, νοίκιασε ένα δωμάτιο κοντά στο νοσοκομείο που είχαν μεταφερθεί τραυματίες επιζώντες, τους επισκεπτόταν, κατέγραφε τις μαρτυρίες τους, μελετούσε τη μορφολογία των τραυμάτων, τις συσπάσεις των μυών, εκπόνησε μια σειρά εκπληκτικών σκίτσων, με τη βοήθεια ενός ξυλουργού έφτιαξε ένα μοντέλο της σχεδίας, μελέτησε πτώματα, απομονώθηκε, και συμβίωσε με το τραύμα, με την ίδια την κτηνωδία. Σε μια άλλη εποχή, άλλων οπτικών μέσων, ο Gericault θα ήταν ένας κινηματογραφιστής auteur. Το μέγεθος του πίνακα εξάλλου -7,16 πλάτος χ 4,91 ύψος- καθόλου δεν απέχει από μια οθόνη σινεμά. Ο θεατής νιώθει συμμέτοχος στη δράση, σαν να είναι ο ίδιος ναυαγός στη σχεδία. Ο κριτικός Jules Michelet βλέποντας το έργο το 1819 είχε γράψει: «Όλη η κοινωνία μας επιβαίνει στη σχεδία της Μέδουσας».

ΤΩΡΑ
Η ρήση του Μichelet, δεν μπόρεσε να βρει το σύγχρονο ανάλογό της στο έργο Barca Nostra του Christoph Büchel.
Το πλοιάριο ανελκύστηκε από την Ιταλική κυβέρνηση την επόμενη χρονιά του ναυαγίου, με κόστος 9,5 εκατομμύρια ευρώ, και μεταφέρθηκε σε μια Νατοϊκή βάση στη Σικελία (1). Τη χρονιά του ναυαγίου, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2), η Ιταλία λαμβάνει έκτακτη χρηματοδότηση 19 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ το σύνολο των κονδυλίων για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού και της διαχείρισης των Ιταλικών συνόρων ανέρχεται σε 560 εκατομμύρια ευρώ (2014-2020).
Το κουφάρι του ναυαγίου αποτέλεσε συχνά καθρέφτη της αμηχανίας της κεντρικής ευρωπαϊκής πολιτικής, που δεν ήξερε πού να το αποθέσει καθώς οι προτάσεις να γίνει μνημείο δεν υλοποιήθηκαν. Κανείς δεν το ήθελε, αλλά πολλοί καπηλεύθηκαν τη σημειολογία της τραγωδίας του. Τον Οκτώβριο του 2016 ο Ιταλός πρωθυπουργός Matteo Renzi, πρότεινε να μεταφερθεί το πλοιάριο στις Βρυξέλλες ως μια ισχυρή μνεία για να αποφευχθούν παρόμοια τραγικά περιστατικά. Αποκρουστικά υποκριτικό, αλλά δεν είναι κάπως έτσι καθετί που ενδύεται χαρακτηριστικά εθνικά ή πανανθρώπινα, ενώ δεν είναι παρά το χέρι που έχει πιέσει το κεφάλι του ναυαγού μέσα στο νερό;


Έρχεται ο Büchel να το κάνει έκθεμα στη Μπιενάλε, να το πει έργο του και ακόμη χειρότερα να το πει η Βάρκα Μας. Επάνω στα 9,5 εκατομμύρια ευρώ της ανέλκυσης, προστέθηκαν άλλα 23,5 εκατομμύρια για να μεταφερθεί το ναυάγιο από τη Σικελία και να στηθεί στη Βενετία (3). Ποια είναι η προέλευση αυτού του ιλιγγιώδους ποσού δεν αναφέρεται στις σχετικές κριτικές.
Τι δεν πάει καλά με το «έργο» του Büchel;
Το υπέρογκο χρηματικό ποσό για τις «ανάγκες του έργου» είναι προκλητικό και δύσκολο να συμπεριληφθεί ως αντίληψη στο context. Δώσε και σώσε ζωές θα μπορούσε να πει κάποιος. Λαϊκίστικο; Δεν θα ήταν όμως βαθιά ανατρεπτικό, η τέχνη, ή έστω οι οικονομικοί της πόροι να σώσουν ζωές, αντί να μεμψιμοιρούν μηρυκάζοντας τα αυτονόητα; Έστω, ας υποθέσουμε ότι υπάρχει πρόθεση ευαισθητοποίησης απέναντι στο προσφυγικό. Ωστόσο, η «βάρκα μας» βρίσκεται (με υπόδειξη του καλλιτέχνη) δίχως σήμανση, σε ένα σημείο που αποτελεί πέρασμα βιαστικών ανθρώπων, σημείο όπου το έκθεμα μάλλον αποδυναμώνεται και δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος για τι πρόκειται. Η περίφημη ευαισθητοποίηση έχει ευθύς εξαρχής ακυρωθεί. Για τον Büchel βέβαια, σημασία έχει ο ντόρος που θα προκληθεί από την κενή του μεγαλόσχημη χειρονομία. Η δήλωση του εκπροσώπου του ήταν σαφής (ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν καταδέχεται να μιλήσει): «Το έργο τέχνης δεν είναι το πλοιάριο, αντιθέτως το προτζεκτ είναι διαρκές και το ταξίδι του είναι το έργο τέχνης» (4).
Ο Büchel με την επιλογή της κτητικής αντωνυμίας «μας» στον τίτλο του έργου, μοιάζει να έχει προεξοφλήσει την επιτυχία της απόκρισης δίχως όμως να έχει ορίσει σε ποιους απευθύνεται. Ποιούς επιχειρεί να εμπλέξει αυτό το “μας”, που μοιάζει να προσπαθεί απελπισμένα να αποκτήσει οικουμενικότητα ή μήπως να μοιράσει ενοχή και ευθύνη; Πού; Στο κοινό της Μπιενάλε, σε μια προνομιούχα ελίτ ενός γερασμένου θεσμού, στο παγκόσμιο κοινό που θα ενημερωθεί διαδικτυακά, στους πέριξ της τέχνης ψωμιζόμενους, ή μήπως στις κυβερνήσεις και στις πολιτικές που ευθύνονται για την προσφυγική κρίση; Τέτοιο τσαγανό ο αθεόφοβος;
Θα ήθελε να είναι μια πράξη πολιτική, ως τέτοια την πλασάρει, αλλά είναι μια πράξη απόλυτης σύμπλευσης με όσους πνίγουν τους πρόσφυγες στις θάλασσες. Σε αυτή την επίδειξη καλλιτεχνικού και πολιτικού μηδενισμού, φροντίζει να αφιερώσει το έργο, το οποίο χαρακτηρίζει συλλογικό μνημείο, στα θύματα. Οι επιζώντες δεν είναι θύματα; Tι θα ανέσυρε η μνήμη, πόσο θα έπληττε αυτούς τους ανθρώπους η θέαση του πλοίου που κατάπιε τους δικούς τους είναι αδιάφορο για τον καλλιτέχνη. Πού εξάντλησε τη μελέτη του, ποια προσχέδια -όχι δεν εμπίπτει στο ready made αυτή η κενότητα-, πού είναι η σκέψη και συμπόνια για τους επιζώντες; Πού είναι το φάντασμα του Gericault, να του πει πως υπάρχουν ναυάγια που δεν ναυαγούν γιατί τα διασώζει η τέχνη;
Ο Büchel πέτυχε το ζητούμενό του, που δεν ήταν άλλο από την πλήρωση του ναρκισσισμού του. Υπάρχει όσο συζητιέται, ακόμη κι αν το Barca Nostra μπήκε στη λίστα με τα δέκα χειρότερα έργα της Μπιενάλε.
Για το ναυάγιο της 18ης Απριλίου του 2015, ανοιχτά της Λαμπεντούζα, δεν έχει δημιουργηθεί η μυθολογία που ακολουθεί τη Σχεδία της Μέδουσας. Φρόντισαν οι πολιτικές, να αφήσουν τα οκτακόσια και πλέον πτώματα του ναυαγίου να πάρουν τη θέση τους σε στατιστικές με υπερθετικού βαθμού επίθετα. Οι πνιγμοί και τα ναυάγια συνεχίζονται, μαζί με απελάσεις, επιστροφές πίσω στο θάνατο, χοτ σποτς, Η πρακτική Death by rescue, εξελίσσεται σε δόγμα (5).
Ως θεατές εθισμένοι στην τραγωδία του προσφυγικού, άρα αναισθητοποιημένοι πια από την τόση κατανάλωση της εικόνας, ταραχτήκαμε από τον αριθμό των μονομιάς πνιγμένων κι έπειτα το ξεχάσαμε κι αυτό, γιατί η λήθη δρα ως αντίδοτο στη φρίκη, κάτι σαν ενισχυτικό πλύσης στην αδιατάρακτη ασφαλή καθημερινότητά μας. Κάτι άλλο θα μας συνταράξει, θα αφήσουμε οργισμένα εμοτικονς σε ποστ και θα πάμε για μπύρες.
Ζούμε στην εποχή που η διάσωση ανθρώπινων ζωών τιμωρείται με υπέρογκα πρόστιμα, φυλάκιση και κατασχέσεις διασωστικών σκαφών. Οι κούφιες ευαισθησίες και οι ψευδοεντυπωσιασμοί, η τέχνη-θέαμα ως βουλιμική κατανάλωση στα πανηγύρια των εθνικών Μπιενάλε, που μας εύχονται να ζήσουμε σε ενδιαφέροντες καιρούς, είναι ανίκανες να προκαλέσουν το ελάχιστο ρίγος ακόμα και στις ισχνότερες ίνες της συγκίνησης μας. Τόσο διάφανος ο καιροσκοπισμός τους, που χρόνια τώρα άλλα λένε τα λόγια τους κι άλλα δείχνουν τα έργα τους. Η άγκυρα έχει σκαλώσει, κι εμείς θέλουμε αέρα στα πανιά.


1.https://www.nytimes.com/video/world/europe/100000004826839/finding-answers-in-a-ship-full-of-migrants-bodies.html?module=inline
2.https://ec.europa.eu/home-affairs/sites/homeaffairs/files/what-we-do/policies/european-agenda-migration/background-information/docs/italy_state_of_play_report_en.pdf
3. https://www.youtube.com/watch?time_continue=3&v=B1wL2RBZUfo
4. https://www.theartnewspaper.com/news/christoph-buechel
5. https://deathbyrescue.org/

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
H Υρώ επιμένει στο "Υ" και αρνείται το "Η", με ένα ή δυο "Τ". Καμιά φορά γράφει σε τσιγαρόχαρτα, και καπνίζει στριφτά τσιγάρα μαζί με λέξεις όπως ο Λουις Φελίπε Πινέδα. Oι Μπάρτλεμπυ της γραφής είναι οι αγαπημένοι της αναχωρητές.