Ένας ψηλός νεαρός στέκεται μπροστά στον καθρέπτη της ντουλάπας του και πατάει κλικ. Τίποτα το αξιόλογο δεν θα υπήρχε στην φωτογραφία αν αγνοούσαμε πως ο 22χρονος νεαρός που  μοιάζει να στήνει τη μοναξιά του στον καθρέφτη είναι ο πολυσχιδής Νικόλαος Κάλας, ο οποίος σε αυτήν ακριβώς τη στιγμή πραγματοποιεί ένα άλμα στο χρόνο και χωρίς να το ξέρει συλλαμβάνει ενορατικά τον μετέπειτα βίο του. 91 χρόνια από τότε, έχοντας όλα τα δεδομένα απτά και παγιωμένα, μπορούμε να το δούμε καθαρά.

«Εναντίον των λόγων μου τώρα αγωνίζομαι»

Ένας πλήρης κατακερματισμός ταυτότητας επικρατεί στην φωτογραφία, ένας γεωμετρικός διαμελισμός του παρόντος που αντανακλά τη διάσπαση του εαυτού έτσι όπως το επιβεβαίωσε και ο ίδιος χρόνια μετά: «δέχομαι τις αντιθέσεις ως μέρος της προσωπικότητάς μου […] είμαι υπέρ του σχίσματος». Σχεδόν ψιθυρίζεται από μέσα η επικείμενη μετάλλαξη: «αρχίζω να παίζω κάποιο ρόλο μέσα στην ύπαρξή μου / ακολουθώ το παρελθόν μου που πάει μπροστά μου». Κάτι αναζητά. Μια φυγή απ’ την λευκή πόρτα. Μια διαπροσωπία που θα τον απελευθερώσει. Καθόλου τυχαίο πως εκείνη τη χρονιά θα γεννήσει εν μέσω «ιδιώνυμου» το ψευδώνυμο Μ. Σπιέρος (Μ=Μαξιμιλιανός και όχι Μανώλης όπως λανθασμένα γράφεται) με τα πρώτα κριτικά και πολιτικά του κείμενα ενώ το 1932 θα γεννήσει το ψευδώνυμο Νικήτας Ράντος με τα παρθενικά του ποιήματα. Σύντομα στο Παρίσι θα εισαγάγει το Νικόλαος Κάλας (N. Calas) κρύβοντας ακόμη περισσότερο το απεχθές πατρικό του όνομα Νίκος Καλαμάρης.

«Δεν φταίω ‘γω για τα λάθη που διαπράξανε τα παιδικά μου χρόνια»

Αν επιστρέψουμε τώρα στη φωτογραφία, μπορούμε να εντοπίσουμε θραυσματικά μια πολλαπλότητα διακριτών παραλληλόγραμμων επιφανειών που σχηματίζονται και αντανακλούν η κάθε μια ένα κομμάτι του εαυτού του. Ή κι ακόμη τη διασπορά του ανά τον κόσμο: από τη Λωζάνη στην Αθήνα, μετά στο Παρίσι κι έπειτα στη Λισαβόνα, για να καταλήξει αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες ως «Πλακιώτης Μανχατανάς».

«Ξερίζωσε την εικονολατρία απ’ το τοπίον σου
και πλούτισε την ουτοπίαν με φαντάσματα
που δεν αναγνωρίζονται από συγγενείς»

Θα λέγαμε πως στην φωτογραφία φτιάχνει μια ιδιότυπη σκακιέρα της οποίας ο βασιλιάς θα διακηρύξει:  «Ένας κόσμος – ένας κόσμος τετράγωνος ο κόσμος μου / στις απλοποιημένες του διαστάσεις χαρακώνονται οι ορίζοντες των ημερών / της ισονυχτίας η αντιθετική επιφάνεια». Θαρρείς πως προλογίζει τη συμμετοχή του ως βασιλιάς σκακιού στη σουρεαλιστική ταινία «8χ8» του Hans Richter που θα συμβεί το 1957.
.

Nicolas Calas – Andre Breton | Wine Glass Chess Set, 1944

 

Είναι άλλωστε απαράμιλλο και το έργο που έφτιαξε μαζί με τον Μπρετόν και εκτέθηκε το Δεκέμβριο 1944 στη Νέα Υόρκη κατά το οποίο τα πιόνια έχουν αντικατασταθεί από ποτήρια με κρασί ενώ η επιφάνεια στην οποία κινούνται είναι όλη από καθρέπτη ώστε να καταδειχθεί η ναρκισσιστική φύση του παιχνιδιού.

Τι θα λέγατε, επίσης, αν ρίχναμε τώρα χρώμα στις επιφάνειες τις φωτογραφίας; Δεν θα έβγαινε ένας καλοδουλεμένος Μοντριάν, ο οποίος εκείνη την εποχή έχτιζε το κίνημα του νεοπλαστικισμού; Ένας ακόμη καλλιτέχνης που όπως και ο Κάλας σύντομα θα εγκατέλειπε την Ευρώπη για τις Η.Π.Α λόγω της ναζιστικής φρίκης.
.

Piet Mondrian, 1921

.
Φυσικά ο Νίκος Καλαμάρης της φωτογραφίας δεν έχει ιδέα για όλα αυτά.  Πώς θα μπορούσε να είχε ιδέα πως 45 χρόνια μετά θα ήταν ο επιμελητής της έκθεσης «Καθρέπτες του Νου» που θα γυρνούσε τον κόσμο (θα φτάσει και στη γκαλερί Ζουμπουλάκη το 1977) με τη συμμετοχή κορυφαίων μοντερνιστών καλλιτεχνών; Πώς θα μπορούσε να ξέρει πως στο Παρίσι θα έγραφε σε ένα ποίημά του «Όλοι οι καθρέπτες διψούν»; Τι έχει να πει γι’ αυτό ο Κοκτώ στο «Αίμα του Ποιητή»;

Υπάρχει στον Κάλας μια διαχρονική εμμονή με την ιδέα του καθρέπτη, και την απώλεια του εαυτού, γεγονός που συνδέεται με το μύθο του Νάρκισσου: «ο φόβος της απώλειας της σκιάς μας ή της αντανάκλασης της εικόνας μας στο νερό είναι ο φόβος της αποσύνδεσης από το είδος μας». Καθόλου τυχαία, «Ο καθρέπτης στην είσοδο» του Καβάφη, κατά τον Κάλας, είναι «ένα από τα αριστουργήματα της ποίησής μας».

Σε ένα γράμμα του προς τον ποιητή W.C. Williams θα παραδεχτεί πως η ιδέα του καθρέπτη τον έχει στοιχειώσει. Και τον έχει στοιχειώσει γιατί γνωρίζει πως «ο καθρέπτης προσθέτει στην κατανόηση της πραγματικότητας παρέχοντάς μας πληροφορίες για τον εαυτό μας», τις οποίες δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αλλιώς, ενώ ταυτόχρονα μας «εξαπατά προσφέροντας μιαν αντεστραμμένη εκδοχή του εαυτού», έναν διπλασιασμό, «μια φαντασιακή σωματική ενότητα». Τα μαραμένα δαφνοστέφανα του σελφικού θριάμβου της εποχής μας.

«σμίξαν τα κορμιά, πέφτει το προσωπείο
για να φανερωθούμε δίχως Εγώ»

Κατανοούμε τώρα γιατί η συγκεκριμένη φωτογραφία είναι μεταιχμιακή, στα όρια της προφητείας, τόσο της εποχής μας όσο και για όλη την υπόσταση του τετραπέρατου και σχιζοφυούς Κάλας, ανοίγοντας τον δρόμο για να μετατρέψει το «εγώ είναι ένας άλλος» του Ρεμπώ σε «δεν υπάρχει πλέον εγώ»;

Καταλήγω, λοιπόν, στην τελευταία ερώτηση: αν από τον εαυτό αφαιρέσεις το Εγώ τι μένει πίσω; «Νικήτα Ράντο, γιατί δεν απαντάς;». Ας ζητήσω τη βοήθεια του Τρακλ: «…ίσκιοι που αγκαλιάζονται μπροστά σ’ έναν τυφλωμένον καθρέφτη».

 


Οι εμβόλιμες παραθέσεις ανάμεσα στις παραγράφους είναι στίχοι από ποιήματα του Κάλας ή φράσεις του από το πολύτιμο ντοκιμαντέρ στο Παρασκήνιο. Χρήσιμα βοηθήματα: «Οι μεταμορφώσεις της ποιητικής του Νικολάου Κάλας» (Καραδήμα Δήμητρα), Mirrors of the mind: Nicolas Calas through the looking-glass (Lilia Diamantopoulou) και «Nicolas Calas and the Challenge of Surrealism» (Lena Hoff). Η φωτογραφία του Κάλας βρίσκεται στο αρχείο του ΕΛΙΑ.

.

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο Σαμσών Ρακάς γεννήθηκε το 1981 και ζει στην περιπλανώμενη Αθήνα (http://academia-romantica.edu.gr/). Ο «Ούτις» (εκδ. Υποκείμενο) είναι ο προσωπικός του Θεός.