«Κάνω το ευτελές διαχρονικό, σταματάω τον χρόνο»
,
λέει ο Ανδρέας Λόλης για τον τρόπο που χειρίζεται το μάρμαρο και την καθημερινότητα στο έργο του.

Μαύρες σακούλες με σκουπίδια καλωσορίζουν τον επισκέπτη της έκθεσης “Prosaic Origins” στην είσοδο της Βρετανικής Σχολής Αθηνών. Ξεγελούν με την πρώτη ματιά: είναι από νάιλον, έχουν μια προσωρινότητα, μια υπόσταση χωρίς αξία, από στιγμή σε στιγμή θα βρεθούν στην κοιλιά ενός απορριμματοφόρου, σακούλες που εξυπηρετούν έναν πρακτικό σκοπό, δεν μας απασχολεί τι έχουν μέσα, εξάλλου μιλάμε για σκουπίδια. Κι όμως, «αυτό δεν είναι μία πίπα», θα λέγαμε τρόπον τινά με όρους ρενε-μαγκριτιανούς. Αυτές δεν είναι νάιλον σακούλες σκουπιδιών, είναι το ευτελές που γίνεται τέχνη κατά τον Λόλη, έργα από μάρμαρο που προσποιούνται ότι είναι κάτι άλλο, κι έτσι ξεγελούν τη συνήθη οπτική κατανόηση της πραγματικότητας.

Η είσοδος στον χώρο που αν είσαι ανυποψίαστος προσπερνάς χωρίς να αντιλαμβάνεσαι πως έχεις ήδη αντικρίσει τα πρώτα γλυπτά από μάρμαρο (σακούλες, σανίδες, φελιζόλ)

Ενεργοποιείται η επιθυμία της αφής, να πιάσει κανείς το υλικό, να το ζυγίσει στα χέρια του, να βεβαιωθεί για το ξεγέλασμα στο οποίο τον έριξε το βλέμμα. Οι σακούλες από μάρμαρο είναι ασήκωτες σε σχέση με τις οικείες σακούλες απορριμμάτων, ανασκαλεύουν αντιθέσεις και φόβους: εάν αυτό που βλέπω με εξαπατά και δεν είναι οι σακούλες που νόμισα, σείονται οι γνωσιολογικές βεβαιότητες που χτίζουν τον κόσμο, σαν κάτι να απειλείται, ή ας πούμε ότι ξυπνάμε μια μέρα και τα σκουπίδια που πετάμε έχουνε γίνει όντως ασήκωτα, σταδιακά συσσωρεύονται στο πεζοδρόμιο μέχρι να καταπνίξουν τον δημιουργό τους, τον homo catanaloticus. Άλλοι τις ανοίγουν για να βρουν τροφή. Τα σκουπίδια αποκτούν αξία όταν γίνονται τέχνη; Και τι γίνεται με τον παραδοσιακό ρόλο της σακούλας, εάν υπάρχει τέτοιο πράγμα; Οι σακούλες σκουπιδιών από μάρμαρο χάνουν τον πρωταρχικό πρακτικό τους σκοπό με τη μεταβολή του υλικού και της χρήσης τους, το άχρηστο επιδιώκει μνημειακότητα και μια νέα ταυτότητα.

Η μαρμαρωμένη ευτέλεια των έργων του Ανδρέα Λόλη

Το ξεγέλασμα του ματιού και η παραγνώριση της μίμησης τείνει να κυριαρχήσει σε όλα τα έργα και δεν είναι μόνο σακούλες σκουπιδιών. Η περιήγηση στην έκθεση στη Βρετανική Σχολή οδηγεί σε ιστορίες του ασήμαντου και παραμελημένου, ιστορίες ύλης και εγκατάλειψης, παραδόσεων και τεχνικών, κριτικές της σύγχρονης πολιτικής και οικονομίας, απομεινάρια του χθες και του σήμερα. Μπορούμε να σηκώσουμε αυτές τις ιστορίες; Η πραγματικότητα γίνεται βαριά και ασήκωτη με το μάρμαρο του Λόλη. Ωστόσο, καταφέρνει ιδιότυπα να κρυφτεί κάτω από τα μάτια μας, καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια μεταμόρφωση: το μάρμαρο γίνεται για μια στιγμή κάτι άλλο, γίνεται αυτό που αναπαριστά, κάτι ενίοτε ανάλαφρο καθώς έχουμε συνηθίσει να το προσπερνάμε χωρίς να κάνουμε σκέψεις που δείχνουν κοινότοπες, το προσπερνάμε ως πραγματικότητα, ένα κάποιο τίμημα ή και αναγκαίο κακό, το προσπερνάμε σαν ένα χαρτόκουτο στην άκρη του δρόμου. Η πραγματικότητα βρίσκει ασφάλεια στην απώλεια της βαρύτητας, καθώς εκ πρώτης δεν γνωρίζουμε πως αναπαρίσταται από μάρμαρο προκειμένου να ακινητοποιηθεί, να σταματήσει ο χρόνος ή έστω να μεταβληθεί η εμπειρία της ροής του, ώστε να μπορέσουμε να σκεφτούμε διαφορετικά απ’ ό,τι μέσα στο φρενήρη καταιγιστικό ρυθμό του σήμερα.

Το μάρμαρο προσποιείται ότι ο χρόνος της καθημερινής ασημαντότητας κυλά απρόσκοπτα, μέχρι που αναλογιζόμαστε την υλικότητα της μίμησης. Ο Οβίδιος στις «Μεταμορφώσεις» θα έγραφε επαινετικά για τον Πυγμαλίωνα:  «τόσο πολύ η τέχνη του κρύβεται με τέχνη».

Μαρμάρινες καλαμιές στον κήπο της Βρετανικής Σχολής

Σε μια άλλη από τις ιστορίες του Οβίδιου, ο Δίας και ο Ερμής μεταμορφωμένοι σε θνητούς αναζητούν στέγη. Χίλια σπίτια κλείνουν τις πόρτες τους, μέχρι που βρίσκουν φιλοξενία στο σπίτι της Βαυκίδας και του Φιλήμονα, ένα ζευγάρι γέρων. Πρόκειται για ταπεινό σπιτικό από άχυρα και καλάμια, όπου προσφέρεται απλόχερη φιλοξενία παρά την φτώχεια. Οι θεοί τιμωρούν τους γείτονες που έκλεισαν τις πόρτες με κατακλυσμό. Οι ηλικιωμένοι δέχονται τη θεϊκή εύνοια και μεταμορφώνονται σε δέντρα όταν κάποτε πεθαίνουν, ενώ το ταπεινό τους σπίτι στο μεταξύ είχε μεταμορφωθεί σε μαρμάρινο ναό.

Ο Λόλης μεταμορφώνει το «ταπεινό» σε μαρμάρινο γλυπτό για να διασώσει όχι μόνο την καλοσύνη του, αλλά ένα ευρύτερο πεδίο σχέσεων της ιστορικότητάς του: χαρτοκιβώτια, καλάμια, σκάλες και ξύλινες σανίδες αποκτούν μαρμάρινη υπόσταση, είναι αντικείμενα πίσω από τα οποία βρίσκονται ιστορίες που αξιώνουν διαφύλαξη. Φερειπείν, τα κιβώτια από χαρτόνι έχουν ένα μυστήριο ως υλικότητα, μια ευελιξία στους τρόπους χρήσης, εμπόριο, μετακίνηση, αυτοσχέδια σπίτια αστέγων ολοένα και περισσότερα μέσα στην κρίση των τελευταίων ετών. Αντίστοιχα, το σύνολο των έργων της έκθεσης “Prosaic Origins” γεννά ατέρμονους συνειρμούς.

Το «ειδυλλιακό» παγκάκι στην καρδιά του κήπου

Δεν λείπουν ψεγάδια: τα σκεπάσματα ενός αστέγου στο παγκάκι του κήπου της Βρετανικής Σχολής, ένα από τα εκθέματα που κυριαρχεί, δεν πείθουν τόσο. Την ώρα που τριγυρνάμε στην έκθεση, πλησιάζουν επισκέπτες χαρούμενοι που βγαίνουν selfies με κινητά τηλέφωνα δίπλα στο παγκάκι. Το μάρμαρο εκεί, ίσως δεν πέφτει αρκετά «βαρύ», οι πτυχώσεις των σκεπασμάτων έχουν σχεδόν ανεπαίσθητα έναν τόνο μεγαλύτερης επιμέλειας προς μια ηδονική αισθητικότητα. Και αυτό, ενόσω διακυβεύεται μια εναντίωση στο φάντασμα της κλασικής «ωραιότητας» του μαρμάρου, η επικράτηση μιας πρόζας του καθημερινού (prosaic) που αντιπαρατίθεται στην όποια ποιητική εξιδανίκευση. Η σκηνή με το παγκάκι κάτω από το δέντρο έχει κάτι ειδυλλιακό, όπως αναφέρεται στο φυλλάδιο της έκθεσης, που διαταράσσεται από τη μαρτυρία του φαινομένου έλλειψης στέγης. Ακολουθεί μια διπλή διαταραχή με την  αισθητικοποίηση του φαινομένου στο όριο του ηδονικού. Σάμπως αυτές οι αμφισημίες δεν καθιστούν ενδιαφέρον το όλο εγχείρημα και τον ίδιο τον καλλιτέχνη;

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως τα έργα του Λόλη πέρα απ’ το διάλογο με την υλική ιστορία της Αθήνας και την πάλη με όψεις σημερινές, μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενα μιας αρχαιολογίας του μέλλοντος, ενώ την ίδια στιγμή η έκθεση πραγματοποιείται στο χώρο ενός ιστορικού ιδρύματος για την αρχαιολογική έρευνα στη χώρα.

 


Η έκθεση “Prosaic Origins” του γλύπτη Ανδρέα Λόλη, φιλοξενείται στη Βρετανική Σχολή Αθηνών (Σουηδίας 52) έως τις 14 Νοεμβρίου 2018,  στο πλαίσιο της δράσης «Έργο στην Πόλη» του πολιτιστικού οργανισμού ΝΕΟΝ. Επιμέλεια: Νάγια Γιακουμάκη.  Είσοδος ελεύθερη. Ωράριο λειτουργίας: από Τετάρτη έως Κυριακή, 10.00 – 18.00 /   ΙΝΦΟ 

 

.