10.04.24

 

 

Γιατί πρέπει να το γυρίσουμε στα δημόσια λουτρά;

Του  Jamie Mackay

 

Στο μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας του είδους μας, σχεδόν σε όλα τα μέρη του κόσμου, το μπάνιο αποτελούσε συλλογική δραστηριότητα. Κατά την αρχαιότητα, στην Ασία επρόκειτο για θρησκευτική τελετουργία και πιστευόταν πως έχει οφέλη στην υγεία σχετιζόμενα με τον εξαγνισμό της ψυχής και του σώματος. Για τους Έλληνες, τα δημόσια λουτρά συνδέονταν με την αυτό-έκφραση, το τραγούδι, τον χορό και τον αθλητισμό, ενώ στη Ρώμη αποτελούσαν κοινοτικά κέντρα, μέρη συνεστίασης, άσκησης, ανάγνωσης και πολιτικών αντιπαραθέσεων.

Ωστόσο, τα δημόσια λουτρά σπανίζουν στο σύγχρονο κόσμο. Παρότι υπάρχουν μέρη όπου εξακολουθούν να παίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική ζωή – όπως στην Ιαπωνία, στη Σουηδία και στην Τουρκία- για όσους ζουν σε μεγαλουπόλεις, κυρίως στην «Αγγλόσφαιρα», είναι μια πρακτική που σχεδόν εξαφανίστηκε. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και στο Σύδνεϋ έχουν συνηθίσει να πλένονται μόνοι στο σπίτι, σε ντουζιέρες από πλεξιγκλάς, ιδιωτικά, κι αυτό το ντους έχει την πρακτική λειτουργία καθαρισμού του σώματος, με την επιδίωξη να γίνει με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο.

Το τέλος των δημόσιων λουτρών δεν είναι παρά σύμπτωμα ευρύτερων παγκόσμιων μετασχηματισμών, από τις μικρές συνεκτικές τελετουργικές κοινωνίες προς τα αχανή αστικά κέντρα με δίκτυα χαλαρών δεσμών μεταξύ ατόμων που ιδιωτεύουν. Οι μετασχηματισμοί συνοδεύτηκαν από μεγάλα οφέλη, όπως η μαζική διάθεση υπηρεσιών και αγαθών σε ευρεία κλίμακα, αλλά συνέβαλαν την ίδια στιγμή στην εξάπλωση της μοναξιάς, στην απάθεια και στην ανάδυση νέων ψυχολογικών φαινομένων, όπως η κατάθλιψη ή οι κρίσεις πανικού και κοινωνικού άγχους. Η «αστική αποξένωση» ή «αλλοτρίωση», όρος που χρησιμοποιήθηκε πολλάκις από κοινωνιολόγους στις αρχές του 20ου αιώνα, κατέληξε να γίνει φράση κλισέ για την περιγραφή του σημερινού κόσμου.

Δύσκολα φαντάζεται κανείς μια πιο ισχυρή εικόνα αντίθεσης στην κυρίαρχη εικόνα της  νεωτερικότητας από το αρχετυπικό δημόσιο λουτρό. Σίγουρα, τέτοιοι χώροι διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό. Το γιαπωνέζικο λουτρό sento, με τους αυστηρούς κανόνες και τη σχολαστικότητα της υγιεινής, απέχει παρασάγγας από τα κακόφημα λιγδερά δημόσια μπάνια της βικτωριανής Αγγλίας. Τα ουγγρικά fürdő που ορισμένα απλώνονται σε πολλούς ορόφους, προσφέρουν μια διαφορετική συναισθηματική εμπειρία σε σύγκριση με την ένταση των «ιδρωτηρίων» των lakȟóta της Γηγενούς Αμερικής. Ωστόσο, ο κοινός τους ρόλος είναι να φέρνουν σε επαφή και σε φυσική άμεση επικοινωνία ανθρώπους που διαφορετικά μπορεί να απομονώνονταν. Αυτή, λοιπόν, η πτυχή ή αρχή της εγγύτητας, παραμένει ουσιώδης στις μέρες μας.

Η επαναφορά των δημόσιων λουτρών με μια τέτοια αρχή κατά νου, θα μπορούσε να αποτελέσει συστατικό ενάντια στο βίωμα της μοναξιάς στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Δεν θα ήταν όπως τα σπα πολυτελείας ή τα σαλόνια ομορφιάς που υπόσχονται αιώνια νιότη για όσους έχουν τα χρήματα, ή όπως οι gay σάουνες των μητροπολιτικών κέντρων, αλλά πραγματικά ανοιχτοί δημόσιοι χώροι: φτηνοί, πολλαπλών χρήσεων και προσβάσιμοι σε όλους.

Σήμερα, ουκ ολίγοι άνθρωποι στρέφονται στη yoga, στο διαλογισμό και άλλες πρακτικές νου και σώματος, ως ατομικά μέσα επίλυσης της αίσθησης απώλειας του εαυτού, αίσθηση που μπορεί να προκύψει φερειπείν από το στρίμωγμα καθημερινώς στα βαγόνια του μετρό και την καθήλωση σε οθόνες υπολογιστών. Ένα δημόσιο λουτρό μπορεί να αποτελέσει χώρο και μέσο επικέντρωσης στο σώμα, με τη διαφορά ότι προτείνει μια συλλογική δραστηριότητα, τοποθετώντας τη σωματικότητα και το άγγιγμα στη σφαίρα της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Οι Ιάπωνες το αποκαλούν αυτό hadaka no tsukiai (γυμνός σύνδεσμος).

Ο κανόνας είναι απλός: το να βρισκόμαστε ως φυσικά σώματα δίπλα σε κάποιον άλλον, βοηθά τον ίδιο μας τον εαυτό, και όσους βρίσκονται δίπλα, στην αντίληψη της βιολογικότητας του οργανισμού  (πέρα από το γλωσσικό και πνευματικό μέρος). Οι φιγούρες που μοιάζουν με φαντάσματα στο μετρό, στα λεωφορεία και άλλους παρόμοιους χώρους, παύουν να συλλαμβάνονται ως μια αφαιρετική γενικότητα ή αριθμοί, γίνονται ξανά ανθρώπινες.

Συνήθως λησμονείται ότι στη Ρώμη, τα δημόσια λουτρά αποτελούσαν χώρο συνάντησης ανθρώπων από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις που έπαιρναν το μπάνιο τους δίπλα δίπλα. Σε όλη την Αυτοκρατορία τα λουτρά είχαν ρόλο εκδημοκρατισμού, φέρνοντας σε επαφή άτομα διαφορετικών φυλών και ηλικιών.  Κατά την ιστορικό Mary Beard, ακόμη και ο αυτοκράτορας –συνοδευόμενος βέβαια από φύλακες και σκλάβους- συχνά έπαιρνε δημόσια το μπάνιο του με το λαό. Αυτός ο γυμνός κοσμοπολιτισμός ήταν σπουδαίο σημείο αναφοράς για τους πολίτες και, σύμφωνα με ιστορίες που αφθονούν, κεντρικός στην αίγλη της Ρώμης.  Επιπλέον, η άμεση εμπειρία άλλων πραγματικών σωμάτων, να τα αγγίζεις και να τα μυρίζεις, είναι μια κύρια οδός κατανόησης του δικού μας σώματος που διαφορετικά θα ερμηνευόταν μόνο από εικόνες σωμάτων «εξυγιασμένων» και… «πειραγμένων» με προγράμματα τύπου Photoshop, καθρέφτες του κόσμου της διαφήμισης, του κινηματογράφου και άλλων ΜΜΕ.

Ζώντας σε μια κοινωνία όπου η πραγματική γυμνότητα έδωσε τη θέση της σε ιδεατές ή πορνογραφικές απεικονίσεις του γυμνού, πολλοί από εμάς και ανεξάρτητα από τη θέλησή μας, νιώθουμε αποκρουστικά απέναντι σε τριχωτές πλάτες, παχάκια στην κοιλιά ή και ρώγες που δεν φαίνονται σαν αυτές στις απεικονίσεις. Οι σχετικά φιλελεύθερες ιδέες πάνω σε τέτοια θέματα σε χώρες όπως η Δανία, όπου η γύμνια στα δημόσια λουτρά είναι η πεπατημένη, και μάλιστα ορισμένες φορές επιβάλλεται, αποτελεί παράδειγμα μιας πρακτικής που μπορεί να βοηθήσει στην επανακανονικοποίηση της διαφορετικότητας και το σπάσιμο των αντιλήψεων αυτού που θεωρείται «κανονικό σώμα».

Τα λουτρά του μέλλοντος, με την εκ νέου ανακάλυψη των ιστορικών κοινωνικών λειτουργιών τους,  μπορούν να συνδυάσουν τα πιο θελκτικά χαρακτηριστικά των αρχαίων προτύπων τους μαζί με νέα, σε ένα μοντέλο που θεραπεύει παράλληλα και την έλλειψη άλλων δημόσιων χώρων. Θα μπορούσαν να λειτουργούν ως βιβλιοθήκες ή χώροι για καλλιτεχνικές δράσεις, να φιλοξενούν φιλοσοφικές συζητήσεις ή σκακιστικούς αγώνες, και ακόμη –όπως το μαροκινό χαμάμ- να έχουν κήπους ή άλλους χώρους πρασίνου, φέρνοντας τους κατοίκους της πόλης σε επαφή με φυτά και ζώα.

Από πολιτική άποψη, επίσης, θα μπορούσαν να είναι μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας δημιουργίας βιώσιμων οικονομικών μοντέλων. Το 2015 στη σύνοδο για την κλιματική αλλαγή του ΟΗΕ στο Παρίσι, τα κράτη συμφώνησαν να καταργήσουν σταδιακά τους λέβητες πετρελαίου προτείνοντας περισσότερο οικολογικές λύσεις. Παρότι οι λέβητες δεν ρυπαίνουν όσο τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα ή οι κτηνοτροφικές μονάδες, ζεσταίνουν νερό για να παίρνουμε ιδιωτικά το μπάνιο μας και, αυτή η ατομιστικής κοπής συνήθειά μας, επιβαρύνει με ρύπους τη Γη. Τα δημόσια λουτρά με τη χρήση ηλιακής ενέργειας για τη θέρμανση του νερού, θα μπορούσαν να αποφορτίσουν το αρνητικό οικολογικό αποτύπωμα.

Εν κατακλείδι, είναι ατυχές να περιφρονείται το δημόσιο λουτρό σαν ένα αντικείμενο κλασικής νοσταλγίας. Τα κοινά μπάνια είναι γνώρισμα σχεδόν οικουμενικό του είδους μας και η σημασία τους πηγαίνει πολύ μακρύτερα από το ζήτημα της προσωπικής υγιεινής. Πέρα από τους πραγματιστικούς λόγους της επαναφοράς των δημόσιων μπάνιων, η ποικιλία της ανθρωπολογικής εμπειρίας προτείνει ότι σε αυτή την αρχαία και βαθιά ανθρώπινη τέχνη μπορεί να εδράζεται μια πιο θεμελιώδης ανάγκη.

 


O Jamie Mackay είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τα έντυπα New Statesman, Italy Magazine και Il Manifesto. Συνιδρυτής του Precarious Europe και συντάκτης στο openDemocracy. Ζει στη Φλωρεντία.

  Πηγή: aeon.co

Ελεύθερη απόδοση: 1-2

 

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ