Aύγουστος του `11, στην ταβέρνα του παπά στο Ρούκουνα στην Ανάφη. Ένα κορίτσι ανάμεσα σε δυο αγόρια, έναν κιθαρίστα κι έναν μπουζουκτσή. «Ρεμπετοκατάσταση», συλλογίζομαι βαριεστημένος και τους γυρίζω την πλάτη. Ώσπου ακούω τη φωνή της.
Το ίδιο ξάφνιασμα πρέπει να το `χουν νιώσει πολλοί ακόμα, αφού έκτοτε η Ιουλία Καραπατάκη γυρίζει την Ευρώπη με την KOMPANÍA, ανεβαίνει στη σκηνή με το Σωκράτη Μάλαμα και το Θανάση Παπακωνσταντίνου, ενώ συνεχίζει να τραγουδάει και στα μικρά μαγαζιά της Αθήνας, απ` όπου ξεκίνησε.

Πώς ήτανε το καλοκαίρι σου;
Το καλοκαίρι ήτανε πολύ κουραστικό, αλλά φοβερή εμπειρία. Πέρασα απίστευτα.

Σε βρήκε ο Μάλαμας και σε πάσαρε και στο Θανάση;
Όχι! Με βρήκε ο Θανάσης και με πρότεινε στο Σωκράτη.

Ανάποδα έγινε λοιπόν.
Ναι, εγώ με το Θανάση είχα μιλήσει πριν μιλήσω με το Σωκράτη για τη μπάντα. Με είχε πάρει ο Θανάσης τηλέφωνο για να τραγουδήσω στον καινούριο δίσκο που θα κάναν με το Σωκράτη. Ένα ντουέτο κάναμε με το Σωκράτη στην αρχή , το «Μείνε κοντά μου», και έκανα φωνητικά σε ένα τραγούδι ακόμη, τη «Λάθος μοιρασιά», που έγινε επανεκτέλεση. Πήγα στη Λάρισα, γράψαμε τα κομμάτια και μετά από κανένα δίμηνο με πήρανε από το γραφείο του Σωκράτη.

Το καλοκαίρι βρεθήκατε οι τρεις σας σε συναυλίες. Πώς είναι να βρίσκεσαι στο πλευρό του Θανάση; Σε ρωτάω, γιατί το κοινό του είναι αρκετά κριτικό με τις επιλογές του.
Ισχύει.

Άλλοι γουστάραν τη Ματούλα, άλλοι τη συγκρίναν με τη Φριτζήλα, άλλοι γουστάραν τη Φριτζήλα, άλλοι τη συγκρίναν με την Κανά.
Έτσι συμβαίνει πάντα – και όχι μόνο στο Θανάση. Η προηγούμενη τραγουδίστρια είναι η θεά και η επόμενη πρέπει να περάσει λίγος καιρός για να καταφέρει να κερδίσει το κοινό.

Δεν είναι λίγο πιο «άγριο» το κοινό του Θανάση όμως;
Μπορεί. Εξαρτάται πώς εννοείς το «άγριο». Θεωρώ πως το κοινό του Θανάση φτάνει σε διονυσιακές καταστάσεις κάποιες στιγμές, γι` αυτό κι αντιδράει κι έτσι. Εγώ πάντως δεν αντιμετώπισα προβλήματα. Ακούστηκαν δυο – τρία «Πού `σαι ρε Ματούλα…», αλλά δεν αρέσουμε σε όλους και δε μπορούμε ν` αρέσουμε σε όλους. Υπήρξε η αποδοχή – αν δεν υπήρχε, δε θα μπορούσα να μιλάω έτσι τώρα.

Εσύ φοβήθηκες τη σύγκριση με όλες τις προηγούμενες;
Ήξερα ότι θα υπάρξει σύγκριση αλλά δεν ήθελα να μπω σ` αυτή τη διαδικασία. Ο καθένας είναι διαφορετικός, ο καθένας έχει κάτι άλλο, ο καθένας προσφέρει ό,τι μπορεί. Πίστευα ότι θα μπορούσα να τα καταφέρω.

Πάντως έχεις διαφορετικές καταβολές από τις προηγούμενες τραγουδίστριες, που είχαν έρθει από το έντεχνο, από το λαϊκό, από το δημοτικό. Εσύ έρχεσαι απ` το ρεμπέτικο. Πώς αντιμετώπισες αυτό το υλικό που κλήθηκες να ερμηνεύσεις;
Κοίτα, το Σωκράτη τον ακούω από μηδέν χρονών, τον έχω δει σε πάρα πολλές συναυλίες, οπότε ήξερα λίγο – πολύ πού πάω. Βέβαια είναι άλλο πράγμα να το ζεις πάνω στη σκηνή. Εγώ δεν είχα ξαναδεί τόσο κόσμο ποτέ από κάτω. Όσο παίζουμε, μαθαίνω περισσότερα, το διαχειρίζομαι καλύτερα.

Πού ήταν πιο εύκολο; Στο Σταυρό του Νότου ή στις συναυλίες;
Καλά, εννοείται στο Σταυρό. Μπορεί να υπάρχει μεγαλύτερη αμεσότητα στα μαγαζιά, αλλά είναι τρομακτικό να βλέπεις 16.000 κόσμο στην Πλατεία Νερού. Βέβαια, το Θέατρο Γης, που χωράει το μισό κόσμο, ήταν πολύ πιο εντυπωσιακό και πολύ πιο τρομακτικό σαν εικόνα, απ` ό,τι η Πλατεία Νερού, όπου ο κόσμος απλώνεται.

Έτρεμες λίγο;
Λίγο; Πολύ ζορίστηκα.

Ήταν λίγο απότομο;
Η έκθεση, εννοείς; Δουλεύω πάρα πολλά χρόνια, από τότε που τέλειωσα το σχολείο, από 18 χρονών. Οπότε έχω εκτεθεί πολύ. Όμως δεν αποκτάς ποτέ άνεση με αυτό το πράγμα. Κάθε φορά είναι μια άλλη φορά, κάθε συναυλία είναι μια καινούρια συναυλία. Μπορεί να έχω το ίδιο άγχος, μπορεί να μην έχω καθόλου άγχος. Δε νομίζω πως ξεπερνάς την έκθεση.

Πες μου την καλύτερη και τη χειρότερη εμπειρία από το καλοκαίρι.
Καλές μπορώ να σου πω άπειρες. Κακές δεν έχω να σου πω, αν εξαιρέσεις το πολύ πήγαιν` έλα και τις αϋπνίες.

Μίλα μου λίγο για σένα. Από πού κρατάει η σκούφια σου; Από πού κατάγεται αυτή η φωνή;
Η μαμά της γιαγιάς ήταν απ` τη Σμύρνη. Καμία άλλη σχέση με την Ανατολή.

Κι η αγάπη για το ρεμπέτικο;
Ο μπαμπάς. Είχε άπειρες κασέτες με ρεμπέτικα στ` αμάξι, στα ταξίδια. Ήταν μια μουσική που δεν τη συμπαθούσα καθόλου.

Και πότε είδες το φως το αληθινό;
Κάπου στα 16 – 17. Ήμουνα στο Μουσικό Λύκειο Παλλήνης και κάναμε ένα σχήμα οι μαθητές και παίζαμε ρεμπέτικα. Κι από κει και πέρα με πήρε ο κατήφορος.

Και μόλις τέλειωσες το σχολείο ήρθε η δουλειά στα μαγαζιά;
Τυχαία. Με την κόρη του Θοδωρή Παπαδόπουλου από την Οπισθοδρομική Κομπανία, τη Δανάη Παπαδοπούλου, ήμασταν συμμαθήτριες. Αυτή είχε ξεκινήσει να δουλεύει σε ένα μαγαζί στου Ψυρρή, τους «Ρακοσυλλέκτες», του Κώστα Καλδάρα. Η Δανάη έφυγε για σεζόν στη Μυτιλήνη και με πήρε τηλέφωνο να την αντικαταστήσω – εμένα, που δεν είχα δουλέψει ποτέ σε μαγαζί. Και μέσα σε μια βδομάδα έμαθα το πρόγραμμα και βγήκα να τραγουδήσω. Ήμουν 19 χρονών.

Έχεις σπουδάσει κάτι;
Έχω κάνει φιλότιμες προσπάθειες. Είχα περάσει στο ΤΕΙ Ηλεκτρονικής, πήγα ένα χρόνο, βαρέθηκα τη ζωή μου – παράλληλα δούλευα τα βράδια, δεν ξύπναγα ποτέ για τα πρωινά εργαστήρια. Μετά ξανάδωσα πανελλήνιες και πέρασα στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών στο Καποδιστριακό, το οποίο έκανα πραγματικά φιλότιμες προσπάθειες να το τελειώσω, αλλά έχω πολύ καιρό να παρακολουθήσω μαθήματα. Και η αλήθεια είναι ότι με τη δουλειά αυτή είναι πολύ δύσκολο.

Όταν έχεις τόση μουσική μέσα σου, σου λείπει η γνώση της;
Δεν είναι ότι δεν έχω γνώση. Έχω πτυχίο αρμονίας, παίζω κιθάρα, αλλά το θεωρητικό υπόβαθρο είναι πάντα βοηθητικό και χρειάζεται για να εξελίξεις τα πράγματα. Τώρα, ένα πτυχίο από τη Μουσικολογία θα μου ήταν πολύ χρήσιμο αν ήθελα να σταματήσω να τραγουδάω. Αλλά δε θέλω να σταματήσω να τραγουδάω, και το `χω αφήσει προς το παρόν στη μπάντα.

Παρά το ότι βρέθηκες στο πλευρό του Μάλαμα και του Παπακωνσταντίνου, εσύ συνεχίζεις να τραγουδάς σε μικρά μαγαζάκια στην Αθήνα.
Όχι μόνο στην Αθήνα. Νησιά, Σουηδίες, Ολλανδίες…

Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για την KOMPANÍA λοιπόν. Τη φτιάξατε στο πρότυπο των παλιών Κομπανιών, της Οπισθοδρομικής, της Αθηναϊκής;
Η KOMPANÍA δεν έχει κάποιο πρότυπο. Έχει τα μέλη της, που την κάνουν κομπανία, μια ομάδα ανθρώπων. Δεν κινούμαστε στα βήματα κάποιας άλλης Κομπανίας. Εντάξει, επανεκτελούμε, επαναφέρουμε κάποια ρεμπέτικα τραγούδια. Εγώ δεν ήμουν από την αρχή στο σχήμα. Υπήρχε μια άλλη τραγουδίστρια στην αρχή, πάρα πολύ καλή, η Κατερίνα Τσιρίδου, και κάποια στιγμή εγώ πήρα τη θέση της.

Παίζετε κυρίως στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό;
Είμαστε πέντε άτομα στο σχήμα και είναι δύσκολο να δουλέψουμε εδώ σε μαγαζιά. Κυρίως στο εξωτερικό κινούμαστε.

Το κοινό εκεί τι είναι; Ντόπιοι ή έλληνες μετανάστες;
Το κοινό είναι κυρίως ξένοι.

Μήπως κατά κάποιο τρόπο «πουλάτε» και λίγο κρίση;
Όχι, δε θα το `λεγα, γιατί εμείς θέλουμε να δώσουμε την αίσθηση ότι παρ` όλ` αυτά γλεντάμε.

Το cd σας βέβαια το ονομάσατε «Κρίσις», επαναφέροντας το ομώνυμο τραγούδι του Ρούκουνα.
Δεν είχαμε κακές κριτικές για τον τίτλο του cd αλλά για το εξώφυλλο, που δείχνει έναν μπαγλαμά με κόκκινο χρώμα. Αλλά κόκκινο είναι το χρώμα των ρούχων που φοράμε σαν σχήμα, δεν είναι το κόκκινο του αριστερού, του επαναστάτη. Μας κατηγόρησαν ότι το παίζουμε επαναστάτες.

Πού έχετε παίξει με την KOMPANÍA;
Ισραήλ, Σουηδία, Ολλανδία, Βρυξέλλες, Παρίσι, σε μαγαζιά, σε θέατρα.

Κι εξακολουθείς να δουλεύεις και σε μαγαζιά στην Αθήνα ε; Πόσες μέρες τη βδομάδα τραγουδάς;
Έξι – και την Τετάρτη διπλό.

Είναι δουλειά τελικά το τραγούδι;
Απ` τη στιγμή που βιοπορίζομαι, δουλειά είναι.

Υπάρχουν μέρες που τραγουδάς διεκπεραιωτικά, επειδή πρέπει να τραγουδήσεις;
Ευτυχώς δεν έχω φτάσει σ` αυτό το σημείο ακόμα. Είναι φορές που λέω ότι δε θέλω να πάω για δουλειά, λόγω κούρασης, αλλά από τη στιγμή που θα πάω, θα τα δώσω όλα.

Υπάρχει το κοινό της Ιουλίας ή έρχονται όσοι θέλουν ν` ακούσουν ζωντανή μουσική, χωρίς να σε ξέρουν;
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν και άνθρωποι που έρχονται για μένα. Άμα δουλεύεις πολλά χρόνια σε μαγαζιά, είναι άνθρωποι που σε μαθαίνουν κι έρχονται και ξανάρχονται.

Ακούς πολλά μπράβο από πελάτες που δε σε ξέρουν και εκπλήσσονται απ` τη φωνή σου;
Τα` χω πάρει τα μπράβο μου σ` ένα βαθμό ρε παιδί μου, ντάξει.

Σ` ενοχλεί να τρώνε όταν τραγουδάς;
Όχι. Όταν τραγουδάω μ` ενοχλεί πάρα πολύ να φωνάζουν. Όπως σέβομαι κι εγώ κάθε άνθρωπο που κάνει ένα επάγγελμα, να σέβονται κι εκείνοι. Σαφέστατα όταν θα βγεις με την παρέα σου θα πεις και δυο κουβέντες, αλλά να σέβεσαι και τον άνθρωπο που εκείνη στιγμή σού βγάζει την ψυχή του.

Όταν τραγουδάς unplugged όμως, δεν επιβάλλεσαι πιο εύκολα;
Πλάκα κάνεις; Όσο ανεβάζω τα ντεσιμπέλ, τόσο πιο δυνατά μιλάνε – όσοι μιλάνε και δε σέβονται.

Το άλμα από τα μαγαζάκια στο Μάλαμα και στον Θανάση δε σε ψώνισε καθόλου;
Έχω περάσει τόσες εργατοώρες στο τραγούδι που δε μπορώ να ψωνιστώ. Βέβαια αν είχε γίνει νωρίτερα, μπορεί και να ψωνιζόμουν – δεν ξέρω. Παλιά, αν μου `λεγες ποιο είναι το όνειρό μου, θα σου `λεγα «να τραγουδήσω με το Σωκράτη». Αργότερα θα σου `λεγα ότι θέλω να τραγουδήσω με το Θανάση. Και μέσα σ` ένα καλοκαίρι έγιναν και τα δύο. Η χαρά της ζωής μου.

Έχεις κάποιο άλλο απωθημένο;
Τη Βιτάλη. Να τραγουδήσω με τη Βιτάλη.

Τι ετοιμάζεις τώρα και κλείστηκες στο studio;
Τραγούδια σε στίχους Θοδωρή Γκόνη και μουσική Φώτη Σιώτα. Έχουν παίξει πολλοί σπουδαίοι μουσικοί. Θα τραγουδήσει κι ένα τραγούδι η Δήμητρα Γαλάνη, ένα ο Φώτης, και θα έχω δύο ντουέτα μαζί του κι ένα με το Σωκράτη.

Πες και μια εξυπνάδα να κλείσουμε τη συνέντευξη.
Αφού το ξέρεις, δε λέω εξυπνάδες.