«Υπάρχει μόνο ένα νησί για τον καθένα,
πρέπει να το βρει, να μείνει εκεί»


Χρήστος Βακαλόπουλος

 

Δ
ιαβάζεις το διήγημα «Ο μπιντές» του Μάριου Χάκκα για πρώτη φορά. Είσαι είκοσι χρονών σήμερα. Έχεις ακούσει για αντιπαροχή, για τον Καραμανλή που κατέστρεψε την Αθήνα, για όνειρα που χώρεσαν σε ένα διαμέρισμα με λουτροκαμπινέ. Χωλ, σαλόνι, κουζίνα, όλες οι ανέσεις. Απορείς. Βλέπεις παλιά ετοιμόρροπα δίπατα με προεξέχοντα έρκερ, σφηνωμένα ανάμεσα σε δύσμορφα μεγαθήρια κι απορείς. Βλέπεις παλιές ελληνικές ταινίες κι απορείς. «Πέντε διαμερίσματα και ένα μαγαζί» έναντι αντιτίμου μιας ζωής. Διαβάζεις κι ακούς τα νερά. Ακούς τα καζανάκια να τρέχουν σε όλο «το λεκανοπέδιο της Αττικής που έχει μεταβληθεί σ’ έναν απέραντο μπιντέ». Ακούς το «επίμονο πλατς πλατς». Ολοκάθαρα. Μένεις έκθαμβος από τον πικρό αυτοσαρκασμό του Χάκκα και από το βάθος εκείνου του αισθήματος διάψευσης, ανακαλύπτεις το «Ένας χωρισμός» και το «Οι εξαιρετικές μου στιγμές», λες αυτός ο λόγος σίγουρα αφορά και το σήμερα, αυτός ο λόγος αφορά και μένα.

Διαβάζεις για πρώτη φορά τη «Γραμμή του Ορίζοντος» του Χρήστου Βακαλόπουλου. Είσαι είκοσι χρονών σήμερα. Ξαφνιάζεσαι τόσο όταν μαθαίνεις πως η Κυψέλη ήταν κάποτε «το κέντρο του γνωστού κόσμου», ενώ τώρα σου είναι μια άγνωστη χώρα. Ξαφνικά θες να φύγεις για προσκύνημα στα μέρη που πάτησε η Ρέα στην Πάτμο. Θες να γυρίσεις στην εποχή που υπήρχε ακόμα μόνο ένα νησί. Συνεχίζεις να ψάχνεις για εκείνο το ένα νησί: «Υπάρχει ένα νησί κι όλα τα νησιά το νοσταλγούν, υπάρχει μόνο ένα νυχτερινό κέντρο σ’ ολόκληρο τον γνωστό κόσμο». Κυνηγάς μία εικόνα που δεν ξέρεις ποια είναι ακριβώς. Είσαι η Ρέα Φραντζή. Είσαι το νησί. Κολυμπάς προς τη γραμμή του ορίζοντος. Κολυμπάς προς την «ονειρική υφή της πραγματικότητας» που σου υπόσχεται ο Χρήστος Βακαλόπουλος και η πεζογραφία του.

Διαβάζεις για πρώτη φορά το αφήγημα «Το μονοπάτι» του Θάνου Κάππα. Είσαι είκοσι χρονών σήμερα. Ξαφνικά δεν υπάρχουν οι Κυκλάδες που ξέρεις, μπροστά σου διαγράφονται η Σίκινος, η Σέριφος, η Ανάφη όπως δεν τις είδες και δεν θα τις δεις ποτέ σου, περισσότερο ξερές και ακατοίκητες και εκστατικές, ψάχνεις για το μπαρ «Η τρελή γαρίδα», ψάχνεις ντισκοτέκ χαμένες στο πουθενά, φθονείς τις διακοπές που δεν θα ζήσεις, φθονείς το «αδιανόητο ελληνικό καλοκαίρι», θρηνείς για τον χαμένο παράδεισο από όπου δεν εξορίστηκες καν. Εκεί, μεταξύ της άλωσης ενός ακόμα νησιού της άγονης γραμμής και του πολυπόθητου εκσυγχρονισμού των 70’ς και των 80’ς, πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου πατρίδα. Βρίσκεις τουλάχιστον, στα «Πικρούτσικα-πικρούτσικα» την αμεσότητα ενός οικείου συναισθήματος, ενός «νοήματος που δεν είναι μηδέν», γύρω από το οποίο μπορείς να πλέξεις μια αφήγηση ζωής, μπορείς να πλέξεις ένα νόημα που αφορά και σένα.

Γιατί είσαι μόλις είκοσι χρονών ή λίγο μετά. Και προσπαθείς να τιθασέψεις μια θύελλα από διαβάσματα που σε έχουν συνεπάρει, που σε ρίχνουν κάτω ξέπνοο, σχεδόν εξουθενωμένο, χωρίς να μπορείς απόλυτα να καταλάβεις, χωρίς να μπορείς απόλυτα να προσδιορίσεις τι ήταν αυτό που σε μάγεψε. Προσπαθείς να χαρτογραφήσεις ένα αχανές πέλαγος από βιβλία και διαβάσματα, να τα βάλεις σε μια σειρά, να βρεις κι άλλους συνοδοιπόρους, να φτιάξετε μαζί τη δική σας «Άγνωστη γη», το δικό σας «ένα νησί», να δείξετε και σε άλλους την κρυφή του γεωγραφία μέσα από μία θεατρική παράσταση.

Και σε όποια ηλικία και αν βρίσκεται από την άλλη πλευρά ο θεατής, είτε του είναι άγνωστα όλα αυτά είτε γνώριμα, θα είναι σαν τα ακούει για πρώτη φορά. Ένα αίσθημα χαμένης αθωότητας και συγκίνησης θα του προσφερθεί ως αντίδωρο, αρκεί να μείνει ανοιχτός, να δει για λίγο μέσα από τα μάτια εκείνων που προσεγγίζουν ενστικτωδώς αλλά με σοβαρότητα όσα η σκόνη του χρόνου ίσως έχει καλύψει, όσα η «ενήλικη» ανάγνωση έχει εξουδετερώσει.

Η λογοτεχνία είναι τόπος συνάντησης. Το βίωμα έχει μεταφερθεί στη δημόσια σφαίρα. Εκεί συναντώνται ο πεπειραμένος με τον αρχάριο, ο μεσήλικας με τον νεαρό αναγνώστη, η επαρχία με την Αθήνα, η ιστορία μιας πόλης με τα απολύτως ιδιωτικά πάθη. Σε μια άγνωστη αλλά και πολύ γνώριμη γη. Αόρατη αλλά και απολύτως ορατή. Αχαρτογράφητη αλλά και σαφώς οριοθετημένη. Σχηματίζεται από μουσικές και διαβάσματα, πρόσωπα που αγάπησες, νεκρούς και ζωντανούς, τόπους διακοπών και μόνιμης διαμονής, τόπους όπου περιπλανήθηκες, δρόμους που μπορείς να ονομάσεις κι άλλους που δεν θυμάσαι, δρόμους που περπάτησες μαζί με κόσμο και άλλους μόνος, βράχους και φως, γραμμές και βουνά, αρχαία δάση και λόφους, μάρμαρα και χαλίκια, νεραντζιές και πικροδάφνες, πεύκα, ελιές και κυπαρίσσια, πρωτεύουσες και «ασυνάρτητες επαρχίες», κέντρα και μεθοριακούς σταθμούς, χώρους δημόσιους και ιδιωτικούς Το συλλογικό που εισχωρεί μέσα στο προσωπικό, η ζωή που εισχωρεί μέσα στην τέχνη, η πόλη που εισχωρεί μέσα στη θάλασσα. «Παραδέχομαι πώς οπωσδήποτε γύρω μου υπάρχει ένας χώρος, ένα κάποιο τοπίο» λέει ο Χάκκας.

Το θέατρο είναι σταυροδρόμι. Τέσσερα πολύ νέα παιδιά προσφέρουν μια νέα ανάγνωση όχι απλώς της λογοτεχνίας, αλλά, σχεδόν, του ίδιου σου του εαυτού. Μιαν «άλλην εκδοχή του εαυτού» που μάζεψαν με κόπο από εκεί όπου εσύ την είχες παραπετάξει ή κρύψει, μια ψυχογεωγραφία που για λίγο μοιάζει ικανή να σου επιστρέψει το χαμένο σου κέντρο. Για να μην ξεχάσεις, στον μαυροπίνακα της μνήμης, σημειώνεις τα θραύσματα – ό, τι απέμεινε από την ανάδυση της εμπειρίας, ό, τι άφησε πίσω της φεύγοντας η πλημμυρίδα, το δικό σου ακατάτακτο και ατίθασο rosebud: Τοπιογραφία, Πολαρόιντ, Τζόνυ σε ψηλό, Σάββατο βράδυ, Ντεκαντάνς, Gone with the wind.

Για λίγο μόνο, χαίρεις μιας προσωρινής ασυλίας από το χρόνο. Όσο κρατάει το διάβασμα ενός βιβλίου, μια ιστορία, ένα διήγημα, ένα ποίημα, ένα τραγούδι ή μια παράσταση. Εξάλλου, ο Αλεξανδρινός, σε είχε προειδοποιήσει: «Aλλά εμείς της Τέχνης/κάποτε μ’ έντασι του νου, και βέβαια μόνο/για λίγην ώρα, δημιουργούμεν ηδονήν/η οποία σχεδόν σαν υλική φαντάζει».

 


Θεατρική Ομάδα Φρέαρ
Άγνωστη Γη

Σκηνοθεσία: Θεατρική Ομάδα Φρέαρ
Βασισμένο σε κείμενα των: Μάριου Χάκκα, Χρήστου Βακαλόπουλου, Θάνου Κάππα
Σκηνικά – Κοστούμια: Τζωρτζίνα Χολέβα
Μουσική: Γιώργος Αθανασίου, Κώστας Στεργίου
Φωτισμοί: Παναγιώτης Λάμπης
Φωτογραφίες – Trailer: Δάφνη Καράβολα
Σχεδιασμός Αφίσας: Βασίλης Κουτσογιάννης
Παίζουν: Σέτα Αστραίου Καρύδη, Σοφία Ιωάννου, Εμμανουήλ Κωνσταντινίδης, Γιώργος Ορφανουδάκης

Διάρκεια παραστάσεων: από Δευτέρα 3 Ιουνίου έως Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση, εδώ.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Η Ειρήνη Γιαννάκη γεννήθηκε στην Κεφαλονιά το 1979. Σπούδασε Βιβλιοθηκονομία. Κείμενά της και βιβλιοκριτικές έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και στο διαδίκτυο. Η πρώτη της ποιητική συλλογή «Η αλφαβήτα των πραγμάτων» κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Μελάνι.