Ο λαός (το Δυναμοσύνολο των υποκειμένων τα οποία είναι μορφώματα του φαντασιακού που θεσπίζεται εντός της ελληνικής γλώσσας) υπάρχει το λιγότερο 3.000 χρόνια. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα επεισόδιο παντελώς ασήμαντο μπροστά στα συμβάντα που αρθρώνουν την ελληνική Ιστορία. Για τον εξής λόγο: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε ποτέ να προτείνει σημεία -καν κενά σημαίνοντα, αν υπάρχουν τέτοια πράγματα- στο κοινωνικό υποκείμενο. Δεν υπήρξε ποτέ κανένα τμήμα του λαού που να μίλησε πολιτικά οποιαδήποτε γλώσσα προερχόμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνά με το 35% του 56% των Ελλήνων ψηφοφόρων. Αυτό δεν είναι ούτε λαός ούτε κοινωνικό υποκείμενο – είναι μια μικρή μερίδα Ελλήνων, αδιάγνωστων πολιτικών αντιλήψεων, αφού κανένα μέρος τους δεν μπορεί να «μαζικοποιηθεί», όπως έλεγαν παλιά οι λενινιστές. Άρα εδώ δεν υπάρχει κανένας προδομένος λαός. Υπάρχει ένας λαός που παρακολουθεί το πολιτικό προσωπικό να κατεξευτελίζεται – ένας λαός που αντιμετωπίζει το πολιτικό στοιχείο σαν θέαμα, με την έννοια που έδινε στην λέξη ο Debord. Ωστόσο έχω βάσιμους λόγους να πιστεύω πως αυτή η φαινομενικά απαθής στάση «κλείνει την συνεδρίαση του μόνου δικαστηρίου που θα μπορούσε να αποφανθεί για την αλήθεια της {πολιτικής}» – παραλλάσσοντας μια φράση του Debord, διότι «το θέαμα δεν είναι τίποτα περισσότερο από την καθαρότερη μορφή διαχωρισμού: εκεί όπου ο πραγματικός κόσμος έχει μεταμορφωθεί σε εικόνα και οι εικόνες σε πραγματικά αντικείμενα, η πρακτική δυνατότητα του ανθρώπου αποχωρίζεται τον εαυτό της και εμφανίζεται σαν ένας κόσμος καθαυτός», για να θυμηθούμε τον Agamben. Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως η «εικονική» διάσταση αυτού του κόσμου αποκόπτει το κοινωνικό υποκείμενο από την «πραγματική» πραγματικότητά του, αφού έτσι κι αλλιώς αυτή η «πραγματική» πραγματικότητα ήταν, είναι και θα είναι πάντα μια αφαίρεση. Πιστεύω πως αυτό που λέμε «έκλειψη» του πολιτικού είναι μια διαδικασία αυτοθέσμισης μιας νέας -αυθόρμητης αρχικά- μεταπολιτικής. Ο ύστερος καπιταλισμός, προσπαθώντας να παράγει ένα ανιστορικό κοινωνικό υποκείμενο, ωθεί τους ανθρώπους –οι οποίοι δεν είναι ούτε ηλίθιοι ούτε βρέφη, ακόμα και στις περιπτώσεις των εντελώς αγράμματων- έξω από την Ιστορία· τους προσφέρει μια προνομιακή θέση εκτίμησης της πραγματικότητας. Τα συμπεράσματά τους τα βγάζουν. Εκείνο που χρειάζονται είναι μια γλώσσα, για να τακτοποιήσουν τα συμπεράσματά τους και να τα διατυπώσουν. Και μια τέτοια γλώσσα μπορούν να την προσφέρουν μόνο αυτοί που έχουν ήδη στοχαστεί πάνω στην πολιτική κατάσταση. Στην ουσία αυτοί είναι που νοιώθουν προδομένοι, ντροπιασμένοι, ιστορικά αποτυχημένοι ως «πολιτική πρωτοπορία», στα πρόθυρα του θανάτου. Αν δεν θέλουν να τα «τινάξουν» τελικά -προσφέροντας τις καλύτερες υπηρεσίες στον καπιταλισμό- νομίζω πως πρέπει να πετάξουν τα σκουπίδια των «άμεσων διεκδικήσεων» και των θεαματικών εν τέλει «ταξικών μαχών» και να επεξεργαστούν πραγματικά σημεία ριζοσπαστικού λόγου. Ασφαλώς και υπάρχουν ομάδες, που προσπαθούν να το κάνουν, αν και προς το παρόν χαρακτηρίζονται από κάποιο είδος ομφαλοσκόπησης.

* O Γιώργος Μπλάνας είναι ποιητής.