Έρχεται το φθινόπωρο φερόμενο υπό των υγρών πτερύγων των συννέφων που αποδιώκουν τον καύσωνα. Μια βροχή αναμένουμε και όταν θα έρθει θα μεταβάλει την όψη της καθημερινής ζωής μας, θα διώξει τα νέφη σκόνης που συσσωρεύονται με πάχος επί των οδών, θα αποδιώξει τους «τέττιγας» και τους βατράχους του Άντρου των Νυμφών, θα διακόψει την παράταση της περιπετειώδους παντομίμας της Γενοβέφας στον κήπο του Ποσειδώνος και θα διασκορπίσει τον ιταλικό θίασο με τις επικίνδυνες γαστρικές εξογκώσεις των καλλιτεχνίδων του, που έχει κατασκηνώσει στην πόλη τις τελευταίες ημέρες του θέρους. Το φθινόπωρο διακόπτει όλη αυτή την παράφρονα θερινήν εκδήλωσην των ανθρώπων που διασκεδάζουν στην Αθήνα. Η πόλη μας ζει τις νύχτες του θέρους και ζει μάλιστα με θόρυβο, γέλια, χειροκροτήματα και συριγμούς. Όση παράλυση υφίσταται την ημέρα του καύσωνα, τόση ζωή και δροσερότητα απολαμβάνει τις νύχτες, πηγαίνοντας στα διασκεδαστικά κέντρα, θορυβούσα ως παιδίον και τρεφόμενη αισθητικά με τη μουσική του Σουπέ ή του Δονιζέτη και με τις παράτολμες παραστάσεις των δραματολογίων των ελληνικών θιάσων· πολλές φορές το κακό παρατείνεται μέχρι το πρωί με τις βωμολοχίες και τα ζεϊμπέκια του Κωστάκη και μόνο τότε εξαντλημένοι από την αϋπνία και ταραγμένοι από την μονότονη μουσική, οι θεατές απέρχονται εν νευροπαθεί καταστάσει ακριβώς την ώρα που έπρεπε να σηκωθούν για δουλειά. Ευτυχώς ό,τι δεν έπραξε επί έτη η αστυνομία θα το κάνει σε λίγο το φθινόπωρο με τις βροχές του και με το ελαφρύ του ψύχος.
Γιατί το φθινόπωρο επαναφέρει τη ζωή της εστίας, την ησυχία και την φυσιολογική λειτουργία των εργατών. Αφαιρεί μεν την ζωηρότητα των νυκτερινών κέντρων, αλλά επαναφέρει τη ζωή στις πλατείες, στις οδούς την ημέρα, προσελκύει τους φοιτητές και τους σπουδαστές, τα χειμερινά αυτά χελιδόνια, που εγκαταλείπουν την πατρική φωλιά τους και φέρνουν εδώ όλη την χαρά της ηλικίας τους, που πλημμυρίζει τις οδούς, τα καφενεία και τις αίθουσες των διαφόρων σχολών του Πανεπιστημίου. Βεβαίως το φθινόπωρο με τα σύννεφά του, φέρνει και μια δόση μελαγχολίας, διότι ξεκινά η εποχή της απομόνωσης, του καφενείου και του ύπνου.
Το φθινόπωρο είναι ίσως η μόνη εποχή του έτους που εξυμνήθηκε περισσότερο από τους ποιητές μας, η μόνη εποχή που αντί να παρομοιάζουν τα μάγουλά τους ως ερυθρότερα κι από θερινή τομάτα, αυτοί αποκαλούνται φθισικοί και φερόμενοι ως φύλλα φθινοπωρινά στον τάφο τους. Ενώ αν γινόταν ανατομική εξακρίβωσις του σώματός τους θα έβλεπαν ότι αυτό απέχει πεντήκοντα έτη. Μα αυτοί καταβάλλουν προσπάθεια να παριστάνουν τους πάσχοντες, να φαίνονται ωχροί ως σκιαί, φάσματα, νεκροί ζώντες και μόλις πνέοντες. Μα η νεότητα θέλει πυρ, ζωή, δράση, κίνηση, ύπαρξη και όχι βυρώνεια έπη, ούτε τους παραλογισμούς του Βέρθερου. Τώρα το ρεύμα του πραγματισμού έχει υπερισχύσει και παρασέρνει όλα όσα κληροδότησε στους ανθρώπους ο ρομαντισμός. Τώρα βαδίζουμε σε μαθηματικές βάσεις και υπολογισμούς του μερικού και του γενικού συμφέροντος. Τώρα ο κόσμος έγινε φυσικότερος και σ’ αυτή τη γενική μεταβολή που υπέστη άλλαξε όψη και το φθινόπωρο, άφησε πίσω την ωχρότητά του, χάσαν οι Βυρωνιστές τα αποκλειστικά τους προνόμια.
Σε άλλες χώρες το φθινόπωρο δίνει νέα πνοή στο εμπόριο, στη βιομηχανία, στην καλλιτεχνία, στα γράμματα, στις επιστήμες. Οι άνθρωποι επιστρέφουν από τις εξοχές και τα λουτρά και ξεκινούν την κοινωνική τους εργασία και ανάπτυξη. Εδω η κοινωνική συνάφεια δεν υφίσταται αλλά είμαστε κεχωρισμένοι κατά οικογένειας και επαγγέλματα. Κι όταν έλθει το φθινόπωρο με τα σύννεφα και τη μελαγχολία του έρχεται η εποχή της απομόνωσης, του καφενείου και του ύπνου. Δεν βρίσκει ο άνθρωπος εδώ θέλγητρα παρά στην οικογενειακή εστία. Ο βίος γίνεται μονότονος και δεν ωφελείται κανείς. Ποιος να προοδεύσει και πώς να προοδεύσει κανείς αν αρνείται την κοινωνία; Αν, βέβαια, μπορεί να ονομαστεί κοινωνία αυτό που δεν σου παρέχει κοινωνικά θέλγητρα. Από την άποψη αυτή το φθινόπωρο είναι η εποχή που αρχίζει να φανερώνει την κοινωνική ασχήμια μας ∴
Πρωτοσέλιδο χρονογράφημα του Βλάση Γαβριηλίδη, διευθυντή της εφημερίδας «Ακρόπολη», στις 5.9.1887. Σύνοψη και απαλή μεταγραφή στη δημοτική: Βικτώρια Άλεξ. Η φωτογραφία απεικονίζει πλήθος στον Εθνικό Κήπο το 1891.