Σήμερα, Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου του 1887, κατάφεραν να φτάσουν επιτέλους τα νέα στην Αθήνα. Ο μη διορισμός τηλεγραφικού υπαλλήλου φέτος στο νησί αλλά και η κάκιστη ακτοπλοϊκή συγκοινωνία συνετέλεσαν στο να χρειαστούν 10 μέρες για να γίνει γνωστή στην υπόλοιπη Ελλάδα η εν Ανάφη τραγωδία. Αν σκεφτούμε βέβαια πως την έξωση του Όθωνα την έμαθαν 6 μήνες μετά, και μάλιστα από ένα ευρωπαϊκό πλοίο που αγκυροβόλησε στο νησί αναγκαστικά λόγω των επικίνδυνων ανέμων, πάλι καλά να λέμε. Μα ας επιστρέψουμε στο θέμα μας.

Η παράκληση της ολονυχτίας μόλις είχε αρχίσει να ψέλνεται στη μονή της Παναγίας της Καλαμιώτισσας πάνω στην κορφή του τρομακτικού βράχου της Ανάφης, του δεύτερου μεγαλύτερου μονόλιθου της Μεσογείου. Ο ουρανός ήταν νεφελώδης. Δεκάδες προσκυνητές είχαν συρρεύσει για τον εορτασμό. Μέχρι που ξαφνικά «ήνοιξαν οι καταρράκται του ουρανού και ήρξατο ο πόλεμος των στοιχείων και η σύγκρουσις των ρευμάτων». Ένας βρόντος κι έπειτα μια «εκθαμβώτασα αστραπή» έπεσε και ράγισε τη στέγη. Ύδατα άρχισαν να πλημμυρίζουν το εκκλησάκι από παντού. Η πόρτα του ναού έκλεισε. «Εθραύσθη η ύαλος της εικόνος της Θεοτόκου». Κάποιοι «ενόμισαν ότι κατεποντίσθησαν εις τον βυθόν της θαλάσσης, ότι κατεταρταρώθησαν». Τότε «δευτέρα αστραπή, δευτέρα βροντή, δεύτερος κεραυνός» ρίχνεται ξανά και εν μέσω ταραχής και ουρλιαχτών φονεύει τον ηγούμενο Καραμολέγκο, τον «ιερουργούντα» Γαβαλά, τον ψάλτη Δεκαζά εκ Θήρας, κι ακόμα τέσσερις πιστούς ενώ τραυματίζει δεκάδες. «Τα πτώματα δε των φονευθέντων μετεβλήθησαν εις πτώματα σπιθαμιαίων Λιλιπουτίων». Ανείπωτη η τραγωδία. Διαβόλου έργο. Γιατρός κατέφτασε με φάρμακα τις επόμενες ώρες από τη Σαντορίνη.

Και κάπως έτσι ο εορτασμός της Παναγιάς Καλαμιώτισσας μεταφέρθηκε τα επόμενα έτη στην κάτω μονή του νησιού.

 


Η είδηση αλιεύτηκε από την Εφημερίδα «Ακρόπολις», 19.9.1887, σελ. 2

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Α. Τζιακομέττι: «Σε τι χρησιμεύει να κάνουμε ακόμη Τέχνη;»