Τον Καουρισμάκι τον συμπαθώ. Όποτε βλέπω μια ταινία του νιώθω ότι έχει καρδιά παιδιού γλυκιά κι αθώα αλλά συγχρόνως η πραγματική του ηλικία του προσφέρει βάθος και πολιτική ματιά. Σκέφτομαι επίσης ότι είναι αθεράπευτα αισιόδοξος. Σ’ όσες ταινίες του έχω δει η εμπιστοσύνη του στον άνθρωπο απαλύνει τις μεγαλύτερες τραγωδίες. Η παγωνιά του περιβάλλοντος και των ανθρώπων σπάει σαν κουκούλι και ξεχύνεται από μέσα του μια ατόφια ανθρωπιά, χαμηλοβλεπούσα, ήσυχη. Έτσι και στην τελευταία του ταινία «Η άλλη όψη της ελπίδας», η Οδύσσεια του Σύριου πρόσφυγα Κάλεντ, στην προσπάθεια του να βρει την χαμένη αδελφή του από τον ένα καταυλισμό προσφύγων στον άλλο σ’όλη την Ευρώπη, βρίσκει αίσιο τέλος στην Φιλανδία. Εκεί θα γνωριστεί με τον πλανόδιο πωλητή Βίκστρομ που κάνει στροφή στη ζωή του εγκαταλείποντας σπίτι, γυναίκα και δουλειά. Θα τους ενώσει η αναζήτηση, υπαρξιακή του ενός, επιβίωσης του άλλου σιωπηρά. Η χώρα δεν τον δέχεται, τον δέχονται όμως οι άνθρωποι της. Άνθρωποι λαϊκοί που αντιμετωπίζουν την τραγωδία με φυσικότητα και εφευρετικότητα, χωρίς εξάρσεις και κορώνες και ελίσσονται με χιούμορ και οξυδέρκεια διαφεύγοντας από ένα κράτος κλειστό και παρανοϊκό σε πλήρη ταύτιση με τους ναζί που λυμαίνονται τους έρημους δρόμους τη νύχτα. Το σχόλιο του για την εξέλιξη του Ευρωπαϊκού ονείρου εκφέρεται θαρρείς σιωπηλά, όπως και οι πρωταγωνιστές του που αγέλαστοι και ανέγγιχτοι ξετυλίγουν την ανθρωπιά τους με την απλότητα που απλώνουν την οδοντόκρεμά τους στη βούρτσα το πρωί. Λες και η γενναιοδωρία είναι η φυσική τους κατάσταση, παρά την παγωνιά που φέρουν. Κράτος, καθεστηκυία τάξη και νόμος σε πλήρη αντίθεση με τον άνθρωπο. Η ματιά του υπαρξιακή και γεμάτη χιούμορ. Η ταινία του ένα «Αμήν» που τελείται.