Το 1969 ο Φελίξ Γκουατταρί είναι ήδη γνωστός πολιτικός ακτιβιστής, εργαζόμενος στην ψυχιατρική κλινική Λα Μπορντ, ιδρυτής της κολεκτίβας έρευνας ανθρωπιστικών επιστημών CERFI, μέλος της φροϋδικής σχολής του Παρισιού, που συνεχίζει τα σεμινάρια του Λακάν. Ο Ζιλ Ντελέζ έχει ήδη από το 1953 την έδρα της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού κι έχει ήδη εκδώσει τα βιβλία Διαφορά και επανάληψη, Ο Νίτσε και η φιλοσοφία, Ο Προυστ και τα σημεία, Μπερξονισμός. Την άνοιξη του έτους αυτού γνωρίζονται στη Λιμουζίν της Γαλλίας κι έκτοτε θα αρχίσει μια μεγάλη φιλία και μια συνεργασία που θα καταλήξει να συνδέσει αποφασιστικά αυτά τα δύο ονόματα.
Εδώ βλέπουμε ένα γράμμα του Ντελέζ στον Γκουατταρί, ο οποίος του είχε εκφράσει τις αμφιβολίες του για το αν θα έπρεπε να εκδώσει το έργο του Psychanalyse et transversalité [Ψυχανάλυση και διαπερατότητα]. Ο Ντελέζ του απαντά σε αυτό.
Gilles Deleuze
Mas Révery
87. St. Léonard de Noblat
13 Μαΐου 1969
Αγαπητέ φίλε,
Ευχαριστώ για το γράμμα σας. Κι εγώ επίσης νιώθω πως είμαστε φίλοι πριν να γνωριστούμε. Γι’ αυτό σας ζητώ συγγνώμη που επιμένω στο ακόλουθο σημείο: είναι προφανές πως εσείς εφευρίσκετε και μεταχειρίζεστε ορισμένο αριθμό πολύ καινούριων και σημαντικών, σύνθετων εννοιών, κατασκευασμένων σε σχέση με την πρακτική έρευνα της Λα Μπορντ: για παράδειγμα φάντασμα της ομάδας· ή ακόμη η έννοια της διαπερατότητας, που μου φαίνεται τέτοιας φύσης που υπερβαίνει την παλιά μα πάντα αναβιωμένη δυϊκότητα «ατομικό ασυνείδητο- συλλογικό ασυνείδητο» (είναι περίεργο, ή όχι, το πόσο ιεραρχικό είναι το συλλογικό ασυνείδητο του Γιουνγκ, για να ξαναπιάσω ένα από τα θέματα που καταγγέλλετε)· ή ακόμα, οι παράλληλοι που βρίσκετε ανάμεσα σε καπιταλιστικές δομές και σχιζοφρενικές δομές, κλπ. Αλλά δεν είναι εξίσου σαφές ότι οι έννοιες αυτές δεν έχουν συζητηθεί ακόμη σωστά λόγω έλλειψης χρόνου, ευκαιριών, αντικειμένου θεωρητικής επεξεργασίας. Η ιδέα πως οι συνθήκες δεν είναι ακόμη καλές για να γίνει αυτό, ή ακόμη γιατί τα πράγματα δεν πάνε καλά στην τωρινή πυρκαγιά, ή ακόμη γιατί εσείς ο ίδιος δεν είστε καλά, μου φαίνεται ψεύτικη, καθώς παραπέμπει στο ότι μπορεί κανείς να γράφει πραγματικά μόνο όταν το πράγμα πάει καλά, αντί να δει στη γραφή ένα μετριοπαθή αλλά ενεργό κι αποτελεσματικό παράγοντα, προκειμένου να απελευθερωθεί από έναν καιρό με πυρκαγιές και να πλανηθεί καλύτερα με τον εαυτό του. Είναι αλήθεια πως κρίνω εξολοκλήρου απ’ έξω, μα μου φαίνεται, αντιθέτως, πως για εσάς ίσως να έφτασε η στιγμή για μια τέτοια θεωρητική επεξεργασία. Προσθέστε σε αυτό πως, αν δώσετε συνέχεια στο σχέδιό σας για δημοσίευση των άρθρων σας ακριβώς ως έχουν, δεν θα μπορείτε να πείτε πως απλά αναβάλλετε την ολοκληρωμένη επεξεργασία για αργότερα, μα πως θα σας καταστεί αδύνατη, έχοντας τότε την εντύπωση πως θα πρέπει να επιστρέψετε πάνω σε κάτι που έχετε ήδη πει. Όπως και να έχει, αν εσείς ο ίδιος κρίνετε αδύνατη επί του παρόντος τούτη τη δουλειά κατασκευής (Αχ! σε τίποτα δε θα χρησίμευε η πίεση προκειμένου να το κάνετε με τον τρόπο των παλιών αγωνιστών), η άλλη λύση, να δημοσιεύσετε τα άρθρα σας ακριβώς ως έχουν, γίνεται η επιθυμητή και η καλύτερη. Ελπίζω να βρίσκεστε πολύ γρήγορα σε καλύτερη κατάσταση και πως θα μπορέσουμε να ειδωθούμε και σας μεταβιβάζω τη φιλία μου,
ΖΝ
Το βιβλίο κυκλοφόρησε, εν τέλει, το 1972
απ’ τον εκδοτικό οίκο Maspero
με πρόλογο του Ζιλ Ντελέζ.