Νομίζατε πως η χθεσινή εκτέλεση στον Πειραιά ήταν η τελευταία του έτους; Το ίδιο νομίζαμε και εμείς. Όμως δεν ήταν τελικά. Κάποιοι αποπειράθηκαν να την κρατήσουν μυστική μέχρι την τελευταία στιγμή. Η απόφαση για την καρατόμηση του Ξηραδάκη πάρθηκε κυριολεκτικά εν μια νυκτί, στέλνοντας τον «ατμομυοδρόμωνα» Ευρώτα εν μέσω τρικυμίας να τον παραλάβει από τις φυλακές της Αίγινας. Ο Ξηραδάκης πέρσι δολοφόνησε τον οπωροπώλη Μανώλη Καπνισάκη με μια μαχαιριά στην πλάτη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο δυστυχής Ξηραδάκης ήταν γεμάτος χαρά όταν έμαθε ότι το όνομά του δεν ήταν μέσα στην λίστα των καρατομηθησόμενων πριν λίγες μέρες και το γιόρτασε κιόλας με ένα μεθύσι. Βέβαια αυτό το όνειρο διαλύθηκε την στιγμή ακριβώς που ο Ευρώτας αγκυροβόλησε στην Αίγινα. Τον ξύπνησαν μέσα στη νύχτα και του ανακοίνωσαν πως μεταφέρεται σε άλλη φυλακή ως ύποπτος απόδρασης(!). Εκείνος όμως κατάλαβε τι γινόταν μόλις είδε την στρατιωτική φρουρά που θα τον συνόδευε στο πλοίο και έβαλε τα κλάματα. Το μόνο που κατάφερε αναχωρώντας να ψελλίσει προς τον επιστάτη της φυλακής κ. Μαγγίνα ήταν να παραχωρήσει σε έναν συγκεκριμένο κατάδικο φίλο του «το κιβώτιον μετά των ενδυμάτων του».
Σήμερα, 19 Δεκέμβρη του 1887, στις 6 το πρωί όλα είχαν ήδη στηθεί μυστικά στην μεγάλη αλάνα του Πεδίου του Άρεως, στο ύψος του ναού του αγίου Χαραλάμπους. Εκεί ακριβώς που πριν εφτά μήνες αποκεφαλίστηκε και ο κατάδικος Αρτόζης. Η φρούρηση της διαδικασίας ήταν απίστευτη. Δυο κύκλοι είχαν σχηματιστεί από στρατιώτες πεζούς, ευζώνους και ιππικό. Ήταν σχεδόν αδύνατο να πλησιάσει κανείς, αν τυχόν είχε προφτάσει να μάθει το νέο της εκτέλεσης την τελευταία στιγμή. Όλη αυτή η μυστικοπάθεια κι η περιφρούρηση οφείλεται στους φόβους αντιδράσεων από ανθρώπους της πρωτεύουσας που εναντιώνονται στις εκτελέσεις και οι οποίοι συνήθως λιντσάρουν και πετροβολούν αγρίως τους δήμιους. Έτσι όπως ακριβώς συνέβη και χτες στον Πειραιά.
«Ούτος είνε νέος 23 περίπου ετών, έχων δε ανάστημα μέτριον, οφθαλμούς μικρούς και πανούργους και ρίνα μείζονα της μετρίας»
Στις 6.45 π.μ. έφτασε η άμαξα με τον κατάδικο. Ο Ξηραδάκης με απαραδειγμάτιστο θάρρος ανέβηκε στο ικρίωμα, σύννεφα είχαν καλύψει τον ουρανό και φύσαγε τρομερά. Οι δήμιοι τον πρόσδεσαν ενώ «έπιπτε λεπτή βροχή». Ο κατάδικος ζήτησε να μιλήσει με τους προϊσταμένους ενώ ήταν δεμένος στη λαιμητόμο και ομολόγησε το έγκλημά του αλλά η τιμωρία τού φαινόταν πολύ σκληρή. «Ήμουν μεθυσμένος εκείνη τη μέρα» είπε, και συνέχισε λέγοντας: «πήγα σπίτι και η μητέρα μου είπε ότι ο Καπνισάκης την έβρισε, την είπε άτιμη και πως αν είμαι άντρας πρέπει να το δείξω. Εγώ σκότωσα τον άνθρωπο πάνω στην μέθη και στον θυμό μου. Αν ήθελα μπορούσα να τον είχα βρει κάπου μόνο του και να μην καταλάβει κανείς τίποτα. Οι εφημερίδες μ’ έφαγαν και πιο πολύ εκείνος ο Χατζήμιχάλης, που σ’ αυτόν τον κόσμο δεν μπόρεσα να εκδικηθώ, μα θα τα βρούμε όμως στον κάτω κόσμο!
Τότε γύρισε προς τον εισαγγελέα και του είπε:
– Θα κάνεις μια τελευταία χάρη σ’ έναν κακούργο;
– Τι θέλεις, παιδί μου;
– Να παραδώσετε το άψυχο σώμα μου στη χήρα μάνα μου για να το θάψει εκείνη.
Η ώρα είχε φτάσει για τη λεπίδα, μα η τελευταία εκτέλεση για το έτος 1887 έχετε ήδη καταλάβει πως δεν είναι μια συνηθισμένη εκτέλεση. Ο δήμιος Αμοιραδάκης προς έκπληξή μας αποδεικνύεται εξάδελφός του Ξηραδάκη και όλα αποκτούν μια επιπλέον τραγικότητα. Που όμως όλοι οφείλουν να της υποταχτούν. Οι ασπασμοί μεταξύ τους είναι πλήρεις δακρύων. Ο Αμοιραδάκης μένει άπραγος. Έχει στρίψει το κεφάλι του από την άλλη και κλαίει. Τη δουλειά την αναλαμβάνει ο έτερος δήμιος, ο Τελώνης. Το ξυράφι πέφτει με πάταγο. Κάπου μέσα στο λιγοστό πλήθος ήταν και η χήρα του δολοφονημένου Καπνισάκη μαζί με τα ανήλικα τέκνα της, που επαναλάμβανε κλαίγοντας και με σιγανή φωνή «ό,τι έκανε, το βρήκε».
Σημειωτέον, η τελευταία επιθυμία του Ξηραδάκη δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί, αφού κανένας συγγενής του δεν παρευρέθηκε για να ζητήσει το πτώμα του, ίσως γιατί δεν πρόλαβαν να μάθουν για την εκτέλεση εγκαίρως, κι έτσι ετάφη σε έναν έτοιμο λάκκο που είχαν ανοίξει εκεί δίπλα.
Πόσοι ανυποψίαστοι νεκροί σαν τον 23χρονο που άκουγε στο όνομα Ξηραδάκης να βρίσκονται άραγε κάτω από το χώμα που πατούμε σε μια βόλτα μας στο Πεδίον του Άρεως σήμερα; Και με το ερώτημα αυτό το αφιέρωμα του ΑΣΣΟΔΥΟ στη λαιμητόμο έφτασε στο τέλος του. Ελπίζουμε όλη αυτή η σκληρότητα των ντοκουμέντων που ανασύραμε εκ τους μηδενός να άξιζε τελικά τον κόπο.
Η ανάρτηση αυτή βασίστηκε σε ανταπόκριση της Εφημερίδας «Ακρόπολις» στις 19.12.1887 και της «Εφημερίς» στις 20.12.1887. Η εικόνα εξωφύλλου αποτελεί λεπτομέρεια από το ταφικό μνημείο του Αλέξανδρου Υψηλάντη στο Πεδίον του Άρεως.
.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
.
Project 1887: Ειδήσεις ενάντιες στην επίσημη ιστορία που βρίσκονται μονίμως 130 χρόνια πριν