Την παράσταση της ζωής του έστησε φέτος ο Σταμάτης Κραουνάκης στο Θέατρο Τέχνης της Φρυνίχου. Μέσα στην ωριμότητά του επισκέφτηκε το νεαρό του εαυτό, που κεντούσε τις πρώτες του μελωδίες πάνω σε Λόρκα μεταφρασμένο από τον Αγγελάκη. Ξαναδούλεψε τα τραγούδια εκείνα και τα μοίρασε στους δυο του ψάλτες: το βυζαντινό Γεροντίδη και το λυρικό Μπουγιώτη. Ο ίδιος, έχοντας καταργήσει το Σχίσμα, κράτησε για τον εαυτό του το ρόλο του παπά, κηρύσσοντας το duende του Λόρκα στη μετάφραση της Ολυμπίας Καράγιωργα. Και με τη συνοδεία του πιάνου, του τσέλου και λίγων κεριών, πρότεινε μια λειτουργία οικουμενική.
Του ζήτησα δυο λόγια.
Ζήτησα επίσης κι ένα κείμενο από τον Γιώργο Κουρουπό. Είναι ο πρώτος που μελοποίησε Αγγελάκη, υπογράφοντας την αριστουργηματική «Ελένη», και του άνοιξε το δρόμο στη δισκογραφία. Τέλος, φιλοξενούμε κι ένα κείμενο του Κώστα Μυλωνά, ο οποίος μόλις δύο χρόνια πριν κυκλοφόρησε ανέκδοτο υλικό του – μέσα σ` αυτό και δύο τραγούδια σε στίχους του Αγγελάκη.

Ο λόγος λοιπόν στους συνθέτες.

 

Στα χρόνια της απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής.
Της πολιτικής ευτέλειας.
Του ρημάγματος της γλώσσας.
Είναι ευεργετικό κανείς να ανακαλύπτει και να ξαναφωτίζει
Λέξεις που είναι σαν κραυγές πετεινών σε ανοιξιάτικους όρθρους.
Απ` την πρώτη μου νεότητα έως εδώ.
Περιπετειώδης περιπατητής στα μονοπάτια του ανθρώπινου συναισθήματος ξαναβρίσκω μέσα από τον ποιητή που δολοφονήθηκε για την ελευθερία του, τις αιτίες και την αφορμή του έσω κηρύγματος.
Κάποιοι ξαναμιλάνε για το ντουέντε.
Ξανακυκλοφόρησε το βιβλίο.
Ξαναδίνονται αφορμές για τον θαυμάσιο ποιητή Αγγελάκη.
Συγκινούμαι που ανθίζουν οι θάνατοι και οι απώλειες στο πρώτο φως μετά τους Επιταφίους της αγριότητας, των βαρελότων και της επαπειλούσας χοληστερίνης.
Αντιλαμβάνομαι πως την ώρα που ορίζει κανείς την ώρα της λειτουργίας, βρίσκουν χρόνο πάντα οι πιστοί να προστρέξουν και να ψάλλουν τα εγκώμια.
Ένα τέτοιο αγόρι ήταν κι ο Πειραιώτης Αγγελάκης.
Το πιο σοβαρό.
Πόσοι φίλοι πήραν αφορμή να μου πουν
Τον είχα δάσκαλο.
Και ξέρω ότι τον αγαπούσαν.
Ο τι γίναμε αφορμή ν` ανοίξει αυτή η κλειστή πόρτα της μνήμης
Και να μιλήσουμε για κάτι είναι μια πιθανότητα.
Άλλωστε
«Ο θεός χαρίζει τα πρώτα αγκάθια της φωτιάς του,σ` όποιον τα γυρέψει» (Λόρκα, Ντουέντε)

Σταμάτης Κραουνάκης
ξημέρωμα Μ. Σαββάτου 2018


Η δεκαετία του 1960 στον Πειραιά ήταν μια πολύ εύφορη περίοδος. Το κίνημα των Λαμπράκηδων είχε συσπειρώσει, μεταξύ άλλων, μια ευρύτατη ομάδα νέων διανοουμένων —ποιητών, ζωγράφων, συγγραφέων, ηθοποιών, σκηνοθετών, αλλά και δικηγόρων, αρχιτεκτόνων, μηχανικών και πολλών άλλων. Το κλίμα ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξο και δημιουργικό. Προφανώς δεν ήταν όλοι ενταγμένοι στους Λαμπράκηδες, αλλά ο βασικός πυρήνας ανήκε σ᾽ αυτό το κίνημα.
Μεταξύ άλλων δράσεων, είχε ιδρυθεί και στον Πειραιά Κινηματογραφική Λέσχη — με πρωτοβουλία του Νίκου Κούνδουρου, νομίζω —η οποία είχε σημαντική και σταθερή δραστηριότητα. Μέσω αυτού του καναλιού γνώρισα τους περισσότερους πειραιώτες φίλους μου της εποχής, μεταξύ των οποίων και τον Ανδρέα Αγγελάκη. Δεν θυμάμαι ακριβώς πότε και πώς — πρέπει να ήταν λίγο μετά το 1961, όταν ένα βραβείο που είχα κερδίσει στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Αθηνών το 1961 με είχε φέρει στο προσκήνιο.
Η σχέση μου με τον Αντρέα ήταν για μένα καθοριστική. Μέσω του Αντρέα γνώρισα και αγάπησα την ποίηση, που μέχρι τότε αγνοούσα σε βάθος. Τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Ρίτσο, τον Καβάφη, αλλά και τον Λόρκα, τον Έλιοτ, μέχρι και τον Μπλέικ. Κάναμε πολύ παρέα και μιλούσαμε ατέλειωτα επί παντός επιστητού. Ήταν ο Ανδρέας κάτι σαν δάσκαλος, αλλά και συνεργάτης. Λίγο αργότερα στην παρέα μας προστέθηκε και ο Δήμος Μούτσης, τον οποίο εγώ γνώριζα πολύ πριν, γιατί είμαστε συμμαθητές στο Ωδείο Αθηνών —εγώ στο πιάνο, αυτός στο βιολί. Ήταν ακόμη πιο φτωχός και από μένα. Κάποιες φορές χρειάστηκε να κάνει το δρομολόγιο Πειραιάς-Αθήνα με τα πόδια κουβαλώντας και το βιολί, για να πάει στο μάθημά του.
Ήταν αναπόφευκτο ότι η συνεργασία μου με τον Αγγελάκη θα με οδηγούσε στην σύνθεση φωνητικών έργων. Η πρώτη μας κοινή δημιουργία ήταν ένα ορατόριο με τίτλο «Σ᾽ αγάπησα τόσο πολύ, μακρυνέ φίλε…» που παρουσιάστηκε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά —πότε ακριβώς; Ήταν για χορωδία και πιάνο. Διηύθυνε και έπαιζε στο πιάνο η γνωστή καθηγήτρια μουσικής Κούλα Καλλιγά —αδελφή της ηθοποιού Θάλειας Καλλιγά. Το Δημοτικό Θέατρο ήταν ξέχειλο και το κοινό ενθουσιώδες.
Ήταν σίγουρα ένα έργο πρωτόλειο αλλά θα ήθελα πολύ να το ξανάβρισκα. Όπως και κάποιες απόπειρες μελοποίησης ποιημάτων του Μπλἐικ σε μετάφραση του Αντρέα. Όμως μετά την δεκαετή απουσία μου στο Παρίσι δεν ξαναβρήκα πολλά από τα χειρόγραφά μου της πειραιώτικης περιόδου.
Αναμφίβολα, το πιο επιτυχές και προβεβλημένο κοινό μας έργο ήταν η «Ελένη», που εκδόθηκε σε δίσκο το 1965 από την Λύρα και που προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση. Αυτός ο δίσκος πρέπει να υπάρχει, γιατί ξαναεκδόθηκε αργότερα σε CD.
Μια σειρά από τραγούδια συνδέονταν μεταξύ τους με πεζά κείμενα και το όλον ήταν εξαιρετικά γοητευτικό, έως και συγκινητικό —ζητώ συγγνώμη για την έπαρση, αλλά ακόμη και σήμερα έτσι πιστεύω. Άλλωστε ο καλός μου φίλος, ο Μάνος Χατζιδάκις, το αγαπούσε ιδιαίτερα και το συνιστούσε στους φίλους του.
Άλλη κοινή μας δημιουργία που «έπιασε τόπο» είναι τα τραγούδια σε ποίηση Λόρκα, σε μετάφραση Αντρέα Αγγελάκη, που έγραψα το 1982 (λίγα χρόνια μετά την επιστροφή μου στην Αθήνα) και που τραγουδιούνται συχνά από τους «λιντερίστες» σε δημόσιες συναυλίες (φωνή-πιάνο).
Είναι γεγονός ότι τα επόμενα χρόνια εγώ έμπλεξα πολύ με το θέατρο, ύστερα με μεγάλες συμφωνικές φόρμες, που με απομάκρυναν από το τραγούδι —τουλάχιστον από τον τύπο του τραγουδιού που θα ήθελε ο Αντρέας. Ο ίδιος ωστόσο νομίζω πως συνέχιζε με άλλους συνθέτες.
Λίγο-λίγο απομακρυνθήκαμε. Όταν τον ξαναείδα ήταν βαριά άρρωστος…

Γιώργος Κουρουπός
31 Μαρτίου 2018


Με τον Ανδρέα Αγγελάκη γνωριστήκαμε στις αρχές της δεκαετίας του `60 και γράψαμε τα πρώτα μας τραγούδια, που από μιαν άποψη ήταν πρωτοποριακά. Μάλιστα τότε ζούσε ακόμα η Δανάη κι ένα από αυτά το τραγουδούσε γιατί της άρεσε πάρα πολύ. Ο κύκλος «Του έρωτα και της ερημιάς», ο οποίος περιλαμβάνει και δύο τραγούδια του Ανδρέα Αγγελάκη, είναι ένα έργο ολοκληρωμένο, με ποικίλα ευρηματικά και πρωτοποριακά μουσικά στοιχεία. Αξίζει κανείς να ακούσει το δίσκο για να το διαπιστώσει. Πιστεύω ότι ήταν πρωτοποριακή δουλειά, από την άποψη ότι τα μουσικά στοιχεία που υπήρχαν δεν τα είχαμε συναντήσει ακόμα στο ελληνικό τραγούδι, δοθέντος ότι δεν είχε κυκλοφορήσει ο «Μεγάλος Ερωτικός» του Μάνου Χατζιδάκι. Κι αυτό το πιστεύω όχι μόνο εγώ αλλά και άλλοι σημαντικοί παράγοντες της μουσικής ζωής του τόπου, όπως ο πρώην πρύτανης των Μουσικολογικών Σχολών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Απόστολος Κώστιος. Το δίσκο τον έκανα τώρα, με ένα πιάνο μόνο, για οικονομικούς λόγους – τα τραγούδια βέβαια αυτά είναι ενορχηστρωμένα και για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα.
Από αρκετά από τα τραγούδια που είχα γράψει με τον Αντρέα Αγγελάκη, επειδή δεν είχαν αξιοποιηθεί, χρησιμοποίησα τις μελωδίες τους στο «Άσμα Ασμάτων» του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Το «Εγώ είμαι άντρας ρε παιδιά», παρότι ο στίχος του είναι άκρως ποιητικός, το έκανα ζεϊμπέκικο. Έγινε ένα πάρα πολύ ωραίο ζεϊμπέκικο. Βέβαια το είπε ο Γιάννης Ντουνιάς , ο οποίος τότε εμιμείτο τον Καζαντζίδη, εκφέροντας το λόγο σαν τον Καζαντζίδη, που εμένα δε μου άρεσε καθόλου. Βέβαια το τραγούδι είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία το 1972 – 73.
Ο Αγγελάκης ήταν ένας εξαιρετικός συνεργάτης, ένας πολύ ευαίσθητος άνθρωπος και φίλος. Ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της γενιάς του, από τα μέσα της δεκαετίας του `60 και μετά.
ΥΓ. Για τον ποιητή και στιχουργό Ανδρέα Αγγελάκη έχω γράψει στη σελ. 268 του Β΄ τόμου της τετράτομης «Ιστορίας του Ελληνικού Τραγουδιού», εκδ. Κέδρος. Το cd «Του έρωτα και της ερημιάς» κυκλοφορεί από τον «Καθρέφτη».

Κώστας Μυλωνάς


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: