Η Βιλελμίνη ήταν 23 ετών. Όμορφη πολύ. Αξιέραστη. Όλοι την διεκδικούσαν στο Βερολίνο μα εκείνη, ψυχή ενάρετη, περιφρονούσε τον έρωτα και χλεύαζε τις αποκοτιές του. Και οι πλέον αξιαγάπητοι άνδρες του ένδοξου Βερολίνου είχαν χάσει κάθε ελπίδα να την συγκινήσουν και προσέβλεπαν μόνο στη φιλία της. Μέχρι που ένα βράδυ, η Βιλελμίνη, πηγαίνει στο χορό που δίνει ο πρίγκιπας Φερδινάνδος και χορεύει για δέκα λεπτά με τον Χέρμαν, έναν νεαρό λοχαγό. Αυτή είναι η ιστορία του κεραυνοβόλου έρωτά της δοσμένη από τον Σταντάλ («Περί έρωτος», εκδ. Πατάκη, 2008, μτφρ: Έφη Κορομηλά, σελ. 98-100):

(…) «Από κείνη τη στιγμή» έγραψε αργότερα σε μία φίλη της «έγινε κύριος της καρδιάς μου και του εαυτού μου σε τέτοιο σημείο, ώστε θα είχα τρομοκρατηθεί, αν η ευτυχία να βλέπω τον Χέρμαν μού άφηνε χρόνο να σκεφτώ την υπόλοιπη ζωή μου. Μοναδική έγνοια μου ήταν να παρατηρώ αν μου έδινε καθόλου σημασία.

Σήμερα, η μόνη παρηγοριά που μπορώ να βρω για τα λάθη μου είναι να βαυκαλίζομαι με την αυταπάτη ότι κάποια ανώτερη δύναμη με είχε αρπάξει από τον εαυτό μου κι από τη λογική. Με καμιά λέξη δεν μπορώ να περιγράψω με τρόπο που να πλησιάζει στην πραγματικότητα μέχρι ποιου σημείου, αντικρίζοντας τον και μόνο, έφταναν η ταραχή και η αναστάτωση όλου του είναι μου. Κοκκινίζω σαν σκέφτομαι πόσο γρήγορα και σφοδρά ξελογιάστηκα μαζί του. Αν η πρώτη του κουβέντα, όταν εντέλει μου μίλησε, ήταν: Με λατρεύετε;, ειλικρινά δεν θα είχα τη δύναμη να μην του απαντήσω Ναι. Ποτέ μέχρι τότε δεν είχα σκεφτεί ότι οι συνέπειες ενός συναισθήματος μπορούσαν να είναι τόσο αιφνίδιες και απρόβλεπτες. Έφτασα στο σημείο να σκεφτώ για μια στιγμή πως με είχαν δηλητηριάσει.

Δυστυχώς, εσείς και ο κόσμος, αγαπητή μου φίλη, ξέρετε ότι τον αγαπούσα πολύ τον Χέρμαν: Ε ναι, μέσα σ’ ένα τέταρτο της ώρας μού έγινε τόσο αγαπητός, ώστε να μην μπορεί να μου γίνει περισσότερο στη συνέχεια. Έβλεπα όλα τα ελαττώματά του και του τα συγχωρούσα όλα, αρκεί να αγαπούσε.

Λίγο μετά τον χορό μας, ο βασιλιάς αποσύρθηκε· ο Χέρμαν ανήκει στο απόσπασμα της φρουράς του και αναγκάστηκε να τον ακολουθήσει. Μαζί μ’ αυτόν χάθηκαν για μένα τα πάντα στη φύση. Άδικα θα προσπαθούσα να σας περιγράψω την αφόρητη πλήξη που ένιωσα να με πλακώνει από τη στιγμή που έπαψα να τον βλέπω. Τη συναγωνιζόταν μόνο η ένταση της επιθυμίας μου να βρεθώ μόνη με τον εαυτό μου.

Κάποτε μπόρεσα να φύγω. Μόλις βρέθηκα διπλοκλειδωμένη στα διαμερίσματά μου, προσπάθησα να αντισταθώ στο πάθος μου. Πίστεψα ότι θα το κατόρθωνα. Ω! Αγαπητή φίλη, πόσο ακριβά πλήρωσα εκείνο το βράδυ, και τις ημέρες που ακολούθησαν, την ικανοποίηση να μπορώ να θεωρώ τον εαυτό μου ενάρετο!»

Αυτό που διαβάσαμε είναι η ακριβής αφήγηση ενός γεγονότος που έγινε η είδηση της ημέρας, γιατί ύστερα από ένα δυο μήνες η καημένη η Βιλελμίνη ήταν τόσο δυστυχισμένη, ώστε το αίσθημα της έγινε απ’ όλους αντιληπτό. Αυτή ήταν η αρχή μιας μακράς σειράς από βάσανα που την οδήγησαν στον θάνατο τόσο νέα και μ’ έναν τόσο τραγικό τρόπο, φαρμακωμένη από το ίδιο της το χέρι ή από τον εραστή της (…) 

.

εικόνα:  ο περίφημος «Εφιάλτης» του John Henry Fuseli (1871)