Η δημιουργία ενός διαδικτυακού αρχείου με ψηφιοποιημένα τεκμήρια Πολωνών, Κροατών, Εσθονών, Βέλγων και Γάλλων καλλιτεχνών που μετρούν ανδραγαθήματα αβάν-γκαρντ κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, βρίσκεται στην καρδιά του πρότζεκτ Forgotten Heritage. Κι αυτό, έχοντας κατά νου την εφήμερη φύση της σύγχρονης τέχνης και την ανάγκη δημιουργίας μιας βάσης δεδομένων καταπολέμησης της λήθης. Μεταξύ άλλων επαναφέρει ξεχασμένους καλλιτέχνες, αλλά και έργα που παραμένουν στην αφάνεια ιδιωτικών συλλογών. Επίσης, βρίσκει κανείς μαρτυρίες και φωτογραφικά ντοκουμέντα από διάφορες performances ή εικαστικές εκθέσεις.

Το πρότζεκτ έχει ανεβάσει στον ιστότοπό του περισσότερα από οκτώ χιλιάδες τεκμήρια, όπου συμπεριλαμβάνονται εικόνες, περιγραφικά δεδομένα, σύντομα βιογραφικά των καλλιτεχνών και προτάσεις έργων. Δεν αποκλείεται μελλοντικά  η έρευνα της πλατφόρμας να επεκταθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Υπόρρητα τίθενται μια σειρά από ζητήματα σχετικά με τη διατήρηση της ψηφιακής μνήμης, την προσβασιμότητα σε ανοικτά αρχεία, τη διαχείριση του όγκου πληροφοριών, τις ευκολίες πλοήγησης, τη διάρκεια ζωής μιας καλλιτεχνικής δράσης, ή ακόμη και σκωπτικά σχόλια όπως πόση τέχνη μπορεί να αντέξει κανείς; ενώ δεν απουσιάζει ο προβληματισμός εάν η τέχνη των τελευταίων δεκαετιών μπορεί να απαντήσει ή έστω να ταρακουνήσει το ερώτημα «πώς οφείλουμε να ζούμε»;

Ακολουθούν ορισμένα έργα και καλλιτέχνες που συναντάμε στο Forgotten Heritage ώστε να πάρουμε μια ιδέα.


.

Andrzej Jórczak  (1944, Βαρσοβία – 1981, Παρίσι). Καλλιτέχνης, φωτογράφος, δάσκαλος, φυσικός. Ενάντια στην αισθητικοποίηση της φωτογραφίας, πειραματίστηκε πάνω στις σημασιολογικές ιδιότητες του μέσου.  Είχε ενθουσιαστεί με τη θεωρία του Jan Świdziński για την μετα-εννοιολογική τέχνη (κατά τον Świdziński η τέχνη και η πραγματικότητα έχουν αλλάξει τόσο που οι καλλιτέχνες δεν ασχολούνται τόσο με τη δημιουργία αντικειμένων τέχνης αλλά με την περίσκεψη για την ουσία της τέχνης, νομίζοντας έτσι ότι δημιουργούν τέχνη ενώ αυτό που κάνουν είναι μυθοπλαστικό και όχι κάτι πραγματικό).

Anti-postcard (1976, Φωτογραφία). Καθώς ταξίδευαν μαζί το 1976, οι Henryk Gajewski και Andrzej Jórczak δημιούργησαν μια σειρά εννοιολογικών αντι-καρτποστάλ. Η «εννοιολογική» τέχνη ενδιαφέρεται για τη σκέψη και τον γραπτό λόγο σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι για την παραστατική εικόνα. Μπορούμε να αναλογιστούμε που έγκειται το «αντι-» στην καρτποστάλ της παραπάνω φωτογραφίας σε σχέση με μια «παραδοσιακή» καρτποστάλ;

.

Barbara Kozłowska (1940–2009, Πολωνία). Εικαστικός, σκηνογράφος, έγραψε ποιήματα. Το 1972 ίδρυσε την Babel Gallery, ένα χώρο αυτονομίας και συνάντησης ανεξάρτητων καλλιτεχνών και κινημάτων. Έκανε performances. Ασχολήθηκε με το Borderline project, ταξιδεύοντας  σε Σιβηρία, Αγγλία, Μάλτα, Ιταλία, Γαλλία, Ολλανδία, πρώην Γιουγκοσλαβία, Γερμανία και ΗΠΑ.

The Line (1973, Mixed media / Performance).  Τι ορίζει μια γραμμή; Φέρνει πιο κοντά δυο σημεία; Απομακρύνει κάποια άλλα; Είναι ένα παιχνίδι; Ένας υπολογισμός;  Ένα σύνορο; Πως έχει τόση δύναμη κάτι τόσο απλό; Ξεκινούν τα πάντα από μια γραμμή στην τέχνη και στη ζωή; Χωρίζει δυο χώρες; Χωρίζει δυο σπίτια; Χωρίζει το χωράφι του γείτονα; Χωρίζει ανθρώπους; Πότε χωρίζει και πότε προστατεύει;


.

Oskar Hansen (1922, Ελσίνκι – 2005, Βαρσοβία).  Αρχιτέκτονας, δάσκαλος, ζωγράφος, γλύπτης. Δίδαξε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βαρσοβίας.

Football (1990, Ζωγραφική). Οπτικό παιχνίδι και σωματικότητα που πάλλεται σε δυο διαστάσεις. Tο ματς διαχέεται από τη ζωγραφική επιφάνεια προς τα έξω, βάζοντας τον θεατή στο παιχνίδι.


.

Paul Gees (1949, Aalst). Βέλγος καλλιτέχνης, μεγαλωμένος σε φιλότεχνο περιβάλλον. Εκ των καλλιτεχνών που ανανέωσαν τη γλυπτική τέχνη στη χώρα του, με μια αίσθηση αστάθειας και εφήμερου, αντανακλώντας το ανήσυχο περιβάλλον των εξεγέρσεων του ’68. Έκανε performances και εγκαταστάσεις.

Untitled (1974, Κολλάζ). Αυτό το σπάνιο κολλάζ του Gees δείχνει την εικονοκλαστική και κριτική του διάθεση. Απεικονίζει τον εαυτό του ως θρησκευτική φιγούρα. Από κάτω αισθησιακά γυναικεία χείλη λογοκρίνονται από έναν σταυρό. Μια σειρά γραμμάτων επαναλαμβάνεται – «WORDS (ΛΕΞΕΙΣ)» – καταγγέλλοντας το ρόλο της γλώσσας στη λογοκρισία.


.

Anu Põder  (1947, Kanepi – 2013, Tallinn). Εμφανίστηκε στα καλλιτεχνικά δρώμενα στην Εσθονία τη δεκαετία του 1970 και ξεχώρισε στη γλυπτική. Έκανε εγκαταστάσεις. Η δουλειά της αρχικά αγκάλιασε θέματα οικογενειακής ζωής, εσωτερικής διαμάχης και ταμπού της Σοβιετικής επικυριαρχίας.

Composition with a Man’s Head (1984, Γλυπτική). Τη δεκαετία του ’80 η Põder ασχολήθηκε με το γυναικείο σώμα ή αφηρημένες φόρμες που το θυμίζουν. Το έργο που βλέπουμε είναι από τις εξαιρέσεις καθώς αφορά ένα αντρικό πορτρέτο. Πρόκειται για σχόλιο πάνω στον «ανδρισμό», ενώ διασκεδάζει επίσης με ένα σημαιάκι στην κεφαλή που δείχνει ότι οι άντρες αλλάζουν μυαλά και κατευθύνσεις εύκολα πηγαίνοντας «όπου φυσά ο άνεμος».


.

Raul Meel  (1941, Jalase). Καταπιάστηκε με ζωγραφική, γλυπτική, γραφιστική, ποίηση, performances, κ.α. Αποτέλεσε εξέχουσα φυσιογνωμία νέο-αβάν-γκαρντ στην Εσθονία, με 100 και πλέον ατομικές εκθέσεις. Τα περισσότερα ποιήματά του παραμένουν ανέκδοτα.

Dice I-IV (1969/1993-4, Εγκατάσταση).  Το ποίημα-αντικείμενο «Ζάρι», επρόκειτο για το πρώτο αντικείμενο κινητικής τέχνης  που δημιουργήθηκε στην Εσθονία. Τη θέση αριθμών στις πλευρές των ζαριών έχει πάρει η οπτική ποίηση του Meel με συλλαβές ήχων/γραμμάτων.​


.

Ria Pacquée (1954, Βέλγιο). Αυτοδίδακτη  καλλιτέχνιδα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 επιδόθηκε σε μια σειρά performances και δράσεων στους δρόμους που συχνά έχουν προκλητική υφή. Αποκτά διεθνή φήμη και εξελίσσεται πειραματιζόμενη με διάφορα μέσα. Επινοεί περσόνες, όπως η «Madame» και το «It».

Graffiti-night (1978, Σειρά Συμβάντων). Για μια εβδομάδα το 1978 η Ria γράφει συνθήματα με σπρέι στην Αμβέρσα, όπως «Godverdomme» (Να πάρει η ευχή!),“Ga langzaam naar uw werk” (Πηγαίνετε αργά στη δουλειά σας) και “Dans toch niet mee met de sjah, sjah, sjah” (Μην χορεύετε όταν ακούτε τσα, τσα, τσα). Μηνύματα πολιτικά και αστεία ως μορφή αντίστασης στο κατεστημένο. Δεν έλειψαν μπελάδες με την αστυνομία για τα γκράφιτι.

 

.

Το πρότζεκτ Forgotten Heritage υποστηρίζεται από το πρόγραμμα Creative Europe. Βασίζεται στη σύμπραξη των Arton Foundation (Πολωνία), Luca School of Art (Βέλγιο), UzF – Office for Photography (Κροατία), Kumu Art Museum (Εσθονία) και Plural (Γερμανία).

.