«Δὲν θὰ σὲ λυπηθεῖ
Δὲν θὰ σὲ λυπηθεῖ
ὁ θαλασσόκεδρος…»
τραγούδησα.
Ἐκεῖνος τότε πῆρε νὰ ψέλνει
ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πασαπνοάρια τοῦ ὄρθρου,
τοῦ Πέτρου τοῦ Πελοπονννήσιου
σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ β´
ἀπὸ τὸ Βυσσινόγραφο τοῦ ἀσματικοῦ τέτιγγα
θέλοντας νὰ μοῦ δείξει τὴν Ἀκρόπολη τῆς Μουσικῆς Ἀνατολῆς.
Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος, ΘΑΛΑΣΣΟΚΕΔΡΟΣ (Το Ροδακιό, 2019)
Πώς τραγουδούσαν οι Βυζαντινοί;
Η εντύπωση ότι οι βυζαντινοί πρόγονοί μας έψελναν μόνο εκκλησιαστικούς ύμνους ήταν ισχυρή στους μελετητές και τους φιλίστορες της μεσαιωνικής μας ιστορίας. Ο μουσικολόγος όμως κ. Χριστόδουλος Χάλαρης έθεσε στον εαυτό του το εξής απλό ερώτημα: Είναι δυνατό μια ολόκληρη αυτοκρατορία για πάνω από χίλια χρόνια να ψέλνει μόνο ύμνους στο Θεό; Και η απάντηση ήρθε μετά από επίπονη έρευνα σε μοναστηριακές βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους, που είναι γεμάτες από μουσικά χειρόγραφα. Ε όχι λοιπόν∙ οι Βυζαντινοί δεν έψελναν μόνο αλλά και χαίρονταν την καθημερινή τους ζωή με λαϊκά κοσμικά τραγούδια.
Κάπως έτσι έχει πολύ απλά και συνοπτικά αυτή η καταπληκτική ιστορία, που ήδη έχει προκαλέσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον – το CNN έλαβε συνέντευξη από τον σπουδαίο και τολμηρό αυτό έλληνα μουσουργό, ο οποίος αυτή τη στιγμή έχει δημιουργήσει ολόκληρο μουσείο από βυζαντινά μουσικά όργανα της κοσμικής μουσικής.
Ο κ. Χριστόδουλος Χάλαρης, με την καταπληκτική του αυτή ανακάλυψη έδωσε άλλες, ευρύτατες διαστάσεις στη μελέτη της ελληνικής μουσικής και της σχέσης της με την αρχαία ελληνιή μουσική, της οποίας η Βυζαντινή αποτελεί συνέχεια.
Τα μουσικά χειρόγραφα υπάρχουν στις μουσικές βιβλιοθήκες, αλλά κανείς ειδικός δεν τα είχε προσεγγίσει. Το φιλέρευνο όμως πνεύμα του κ. Χριστόδουλου Χάλαρη έφτασε ως εκεί και μας αποκάλυψε έναν ολόκληρο καινούριο κόσμο του μεσαιωνικού μας βασιλείου, τον οποίο αξιοποιεί τώρα δημιουργικά για την ένταξή του – γιατί όχι – στη σύγχρονη ελληνική ζωή, πέρα από τη μεγάλη του ιστορική σημασία για την Ελλάδα και τις μεσαιωνικές σπουδές.
Κ. Σαρδέλης
Νέα Εστία, τεύχος 1694 , Φεβρουάριος 1998
Αποσπάσματα από την «Ιστορία της αρχαίας ελληνικής και της βυζαντινής μουσικής» του Χριστόδουλου Χάλαρη (εκδ. Victory, 2018)
Κατά την ταπεινή μου άποψη, η ευπαθεστέρα των επιστημών είναι η Ιστορία. Ο καθείς την χειρίζεται και την διαχειρίζεται κατά το δοκούν και σύμφωνα με το συμφέρον της στιγμής. Έτσι, λοιπόν, περνάμε από πολλές περιπέτειες. Η δική μου γενιά μεγάλωσε με τρία δόγματα, με τρεις φράσεις αποφθεγματικές: «Από την αρχαία ελληνική μουσική δεν σώθηκε τίποτε», «Κατά τη βυζαντινή περίοδο, επί 1100 χρόνια δεν παρήχθη κοσμική μουσική. Οι δε Βυζαντινοί δεν χρησιμοποιούσαν όργανα» και «Οι Βυζαντινοί δεν είχαν ποτέ διανοηθεί να πάνε στο θέατρο ή να έχουν την παραμικρή σχέση με την αρχαία παιδεία». Διότι είχαν τόσο πολύ πληγωθεί από τους μίμους του Βυζαντίου που διακωμωδούσαν τα δρώμενα τα σχετιζόμενα με τη βάπτιση, τον γάμο και άλλα μυστήρια, ώστε είχαν απωθήσει συλλήβδην όλες τις εκφάνσεις του αρχαίου πολιτισμού. Όταν «δεν διεσώθη τίποτε από τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό» πειθόμαστε ότι δεν συντρέχει λόγος να ψάξουμε να ανακαλύψουμε τα …ανύπαρκτα. Ανύπαρκτη, λοιπόν, η μουσική φιλοσοφία, παράλογη η περί τα όργανα και την οργανοχρησία έρευνα, άνευ αντικειμένου η προσπάθεια ανακάλυψης συστήματος αποτύπωσης της μουσικής πράξης. Για τους ίδιους λόγους, καθώς κατά τη βυζαντινή περίοδο κανένα πολιτιστικό αγαθό δεν παρήχθη, καλούνται οι επίδοξοι ερευνητές να μην ασχοληθούν ματαίως με την τραγική αυτή «περίοδο του σκοταδισμού, της θρησκειοληψίας και των δεισιδαιμονιών». Ποιός ο λόγος, λοιπόν, να γράφεται μια ιστορία για την ελληνική μουσική; Ποιός ο λόγος να ασχοληθούμε με κάτι που, και αν ακόμη υπήρξε, παρήλθε χωρίς να αφήσει πίσω του ίχνη; Όλα όσα μας είπαν ήταν ψεύδη αισχρά.
Το θέαμα και το ακρόαμα στο Βυζάντιο είχαν πρωτεύουσα θέση στην κοινωνική ζωή. Η ύπαρξη της θεατρικής και μουσικής δραστηριότητας τεκμηριώνεται κύρια από τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας, που προσπαθούν να αποτρέψουν το ποίμνιό τους να συχνάζει στον Ιππόδρομο και στα θέατρα.
Το ότι οι αποτρεπτικοί λόγοι τους δεν έβρισκαν μεγάλη απήχηση το μαθαίνουμε από τους ίδιους, που παραπονούνται ότι οι εκκλησίες μένουν κενές όταν δεν σχολάζουν τα θέατρα. Το να υποστηρίξουμε σε αυτό το σημείο της μελέτης μας τη χρήση των οργάνων κατά τους βυζαντινούς χρόνους μοιάζει σχεδόν περιττό.
Στα αποσπάσματα των πατερικών λόγων που παραθέσαμε, γίνεται μνεία οργάνων. Αναφέρονται η κιθάρα, η κινύρα, η σύριγγα, οι αυλοί, η λύρα, το ψαλτήριο και πολλά άλλα. Ακόμη, όπως θα δούμε, οι εικαστικές μαρτυρίες αφθονούν. Η άποψη ότι «στο Βυζάντιο δεν υπήρχαν όργανα» είναι τόσο βλακώδης και ανυπόστατη όσο και το «για την αρχαία ελληνική μουσική δεν ξέρουμε τίποτε». Οι Βυζαντινοί και θέατρο είχαν και όργανα χρησιμοποιούσαν σε όλες τις μουσικές τους εκδηλώσεις.
Εδώ πάλι τίθεται το ερώτημα, σώθηκαν εκκλησιαστικά έργα που να χαρακτηρίζονται «οργανικά»; Και πάλι η απάντηση είναι απόλυτα καταφατική. Έργα που γράφτηκαν για φωνές και όργανα περιέχονται κατά δεκάδες στους αγιορείτικους μουσικούς κώδικες. Οι συνηθισμένοι χαρακτηρισμοί τους είναι «οργανικόν», «πάνυ ωραίον κι οργανικόν», «οργανικόν και έντεχνον» κ.λπ.
Μετά τη δημιουργία του νεότερου ελληνικού κράτους, άνθρωποι σπουδαίοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν θεσμούς που θα επέτρεπαν την αξιοποίηση της λόγιας μουσικής μας κληρονομιάς, αλλά και όλων των πνευματικών επιτευγμάτων κατά τους ένδεκα αιώνες ακμής του Βυζαντίου. Υπέστησαν ανηλεείς διώξεις.
Η προσπάθεια ανάδειξης των πραγματικών χαρακτηριστικών του Βυζαντίου ήταν και παραμένει η κύρια αιτία που επισύρει το μένος της φατρίας των πουλημένων. Προδότες πήραν την εξουσία μετά την Επανάσταση του 1821. Προδότες πήραν την εξουσία και μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα παιδιά και τα εγγόνια των δοσίλογων διαχειρίζονται τις τύχης του δύσμοιρου ελληνικού λαού.
Στο κανάλι της Εταιρείας Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδας (ΕΜΣΕ) ακούγονται μια σειρά από έργα που γεννήθηκαν από την ερευνητική εργασία του Χάλαρη: «Βυζαντινοί Μαΐστορες», «Πανδώρα 1, 2 ,3 – Αστική Κοσμική Μεταβυζαντινή Μουσική», «Ακριτικά», «Μουσική της Αρχαίας Ελλάδας», «Μουσικές των Ελλήνων της Μικράς Ασίας», «Μουσικές του Έρωτα», «Μουσική του Αιγαίου Πελάγους», «Ελληνικά Μεσαιωνικά Τραγούδια», «Ανθολόγιον Βυζαντινών Μαϊστόρων – Λόγια Κοσμική Βυζαντινή Μουσική», καθώς και η όπερά του «Πουλολόγος ή Οι γάμοι του κόκκορα».
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
στον Χριστόδουλο Χάλαρη
.