Ενόσω οι ανασκαπτικές εργασίες των «Δεσμωτών» του Φαλήρου συνεχίζουν να απασχολούν την εποχή μας, ο Πλάτων Ροδοκανάκης μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε μια ιστορική αναδρομή στο σημείο. Κι αυτό γιατί η εύρεση 16 (ή 17) ανθρώπινων σκελετών στο Δέλτα του Φαλήρου υπό την αρχαιολογική επίβλεψη του Στρατή Πελεκίδη είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο το 1915. Οι σκελετοί είχαν έντονα σημάδια βασανισμού και παρέμπεμπαν σε θανατική καταδίκη με τη μέθοδο του αποτυμπανισμού (μια πρώιμη σταύρωση κατά την οποία, μεταξύ άλλων, κάρφωναν τα μέλη του κατάδικου σε ένα κομμάτι ξύλο) ενώ αρκετοί ήταν σιδεροδέσμιοι. Το γεγονός αυτό κλόνιζε τα δημοκρατικά ιδεώδη της Αρχαίας Αθήνας ενώ πολλοί ήταν οι δύσπιστοι, που έφταναν στο σημείο να κατηγορούν τον υπεύθυνο της ανασκαφής για ροπή στο σοσιαλισμό. Σε κάθε περίπτωση, ορδές πολιτών κατέβαιναν τη χωμάτινη λεωφόρο Συγγρού για να επισκεφθούν τους βασανισμένους της αρχαιότητας και να αντικρύσουν ιδίοις όμμασι το φριχτό θέαμα. Κι όπως ήταν λογικό, οι ερμηνείες πέφτανε βροχή…
Ο Πλάτων Ροδοκανάκης μας μεταφέρει ακολούθως το κλίμα που επικρατεί.
.
ΟΙ ΣΚΕΛΕΤΟΙ
[..] Ήτανε πρωί ακόμη και η φορά της ορμής, μας ετύλιγε με γαλανά υφάσματα αέρινα που έτριζαν από υγεία. Επηγαίναμε να ιδούμε τους περίφημους σκελετούς με τους σιδηρούς κλοιούς, τους λησμονημένους, τους οποίους η σκαπάνη ανακάλυψε στο τέρμα της Λεωφόρου Συγγρού, προς τα δεξιά, εκεί παρά τη θάλασσα, όπου μερικοί περίεργοι ευρίσκονται σκυμμένοι και κυττάζουν, γυρίζοντας την ανέμη της φαντασίας τους και κλώθοντας και ξεστρίβοντας υποθέσεις ως επί το πλείστον παραμυθένιες. Κάποιος φύλαξ έχει το μεγαλοπρεπές προνόμιο να μένει διαρκώς καθηλωμένος σε μια καρέκλα και να συνιστά προσοχή στα τολμηρά πόδια, όσα πλησιάζουν πολύ στο χείλος και απειλούν με πτώσεις λιθαριών και χωμάτων τον λάκκο, όπου απλώνεται ένα μυστήριο.
Προσεγγίσαμε, και στο ψημένο φως του κάμπου τσακίζοντες γαλανόφθαλμα αττικά αγκάθια, αντικρύσαμε καμμιά δεκαπενταριά σκελετούς, με τα κόκκαλα καμωμένα από το αλάτι τόσων αιώνων σαν πάστα, από εκείνη που φτιάχνουν στην Ιταλία τους σταυρωμένους Χριστούς. Ήταν όλοι απλωμένοι κατά σειράν, με κάτι το φαιόχρουν, σαν συμπυκνωμένη αράχνη, γύρω από το λαιμό, τα χέρια και τα σφυρά, κάτι κυρτούμενο σε σχήμα κλοιού που τείνει να χάσει την ιδέα της καμπύλης, και το οποίο είναι έτοιμο, άμα το εγγίσετε –αυτή την εντύπωση σας κάμνει- να πέσει και να σκορπισθεί επί της γης, καθώς η στάχτη που τινάζεται από το πούρο σας.
*
-Και εν πρώτοις, είπε διαβασμένος της παρέας, όλοι αυτοί οι σκελετοί έχουν γυρισμένα τα κρανία προς ανατολάς, ενώ καθ’ όλην την ανατολήν, οι χριστιανοί πίπτουν για να κοιμηθούν τον τελευταίο ύπνο κατ’ αντίστροφον κατεύθυνσιν. Πρόκειται λοιπόν περί δούλων κάποιου Νικίου ή κάποιας Ξανθίππης, οι οποίοι είτε εστασίασαν είτε διέπραξαν άλλο αμάρτημα, για να τους ξαπλώσει ο εξουσιαστής τους σαν ταπέτα, να τους στερεώσει με σιδηρά βάρη και έπειτα να εντρυφά εις τας κραυγάς της υπερτάτης αγωνίας, όταν άλλοι δούλοι τους επετούσαν φτυαριές-φτυαριές τα χώματα, επάνω από τα οποία, η Ξανθίππη ή ο Νικίας, από ένα ραφινεμάν σκληρότητος, ίσως και να έστησαν χάριν των φίλων τους κάποιο βακχικόν συμπόσιον. Πως όμως να εξηγηθεί πάλιν η ιδιοτροπία που έρριψε μερικούς εξ αυτών, κανονικότατα, τον έναν επάνω στον άλλον, ακριβώς όπως εφαρμόζουμε τα ψωμάκια για να φτιάξουμε σάντουϊτς;
Εδώ άλλοτε ήρχετο να απλωθεί το κύμα του Σαρωνικού και για τούτο διατυπώθηκε και η γνώμη περί σκλάβων, τους οποίους έθαψαν αποθανόντας. Αρκεί όμως να γνωρίζει κανείς το πρωτόκολλο που ερρύθμιζε τις σχέσεις των ατυχών αυτών πλασμάτων προς τους σωματεμπόρους, για να απορρίψει την ντελικατέτσα αυτήν ως εξωφρενική αβρότητα. Απλούστατα θα τους πετούσαν εις τους σκύλους. Έπειτα στον τάφο των σκελετών είχε αποτεθεί και κάποιο νεκρικό αγγείο. Σωστή πολυτέλεια. Και ο αφανής νεκρός, ο οποίος απεσύρθη με αριστοκρατική ακαταδεξία σε απόσταση από τους άλλους και εσκεπάσθη μάλιστα με τάφον από πλάκας;
-Αλλά τότε πείτε μας τι είναι, ερωτά μια υπερτροφική κυρία, φέρουσα τα φασαμέν εις τους οφθαλμούς, όπως ανακαλύψει την αλήθειαν που επτερύγιζεν εις το αχανές.
-Μυστήριον, κυρία μου. Εν τούτοις δεν έχετε παρά να αναμείνετε τη γνώμη των κρανιοσκόπων και των άλλων ειδικών. Αυτοί θα ανοίξουν βιβλία και θα στηρίξουν τους συλλογισμούς τους εις διαφόρους σοφάς πιθανότητας. Ό,τι και αν πουν, να το πιστεύσετε. Η επιστήμη είναι αρκετά φιλάνθρωπος. Ευρίσκει πάντοτε κάποια ανοησία για να καθησυχάσει την ταραχή που γεννά μέσα μας το άγνωστο και να περισώσει την αξιοπρέπειά της.
Π. ΡΟΔΟΚΑΝΑΚΗΣ
(Έθνος, 13 Ιουλίου 1915)
.
Επιστροφή στα αθησαύριστα κείμενα του Ροδοκανάκη