Στο Αμπελάκι της Σαλαμίνας πολλές αγροκαλλιέργειες τύχαινε στο παρελθόν να ήταν  αδιανέμητες ή και αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας. Για την καταπάτηση του αγρού ανελάμβανε ένας σωματώδης άντρας να ανοίξει ένα πηγάδι. Με τη διάνοιξη του πηγαδιού το χωράφι κατοχυρωνόταν έμμεσα σε εκείνον, αφού έδειχνε έμπρακτα το ενδιαφέρον του για τον αγρό στους άλλους διεκδικητές. Κι όποτε γινόταν καβγάς, τα έβγαζε πέρα με τους άλλους άντρες που επεδίωκαν κι εκείνοι το ίδιο χωράφι, καθώς ήταν δυνατός. Μετά από τα μαλώματα και τις απειλές των αντρών, έπαιρναν σειρά οι γυναίκες που καταριόντουσαν τον καταπατητή. Πετρέλαιο να βρεις, κερατά! Αυτή ήταν η κατάρα τους. Μια κατάρα-τιμωρία που δείχνει πόσο ο τρόπος σκέψης των ανθρώπων έχει αλλάξει στο πέρασμα των χρόνων. Τότε το πετρέλαιο ήταν ανεπιθύμητο και βλαβερό, ενώ το νερό ήταν απαραίτητο για το πότισμα των χωραφιών και κατ’ επέκταση για την ίδια τους τη ζωή.

Μάλιστα, ο λαϊκός λόγος των ανθρώπων του νησιού αυτού έχει συνδέσει τα πρωτοβρόχια με τη γιορτή της εκκλησίας της Παναγίας της Βροντούς στην ομώνυμη περιοχή (8 Σεπτεμβρίου, Γενέθλιο της Θεοτόκου). Χαρακτηριστικά λένε την παροιμιώδη φράση (κάνοντας παρήχηση με τα ηχηρά συμφωνικά συμπλέγματα -βρ και -ντ): Σήμερα είναι της Βροντούς κι ο ουρανός βροντάει και βρέχει. Βέβαια, ο πραγματικός λόγος που η εκκλησία και η γύρω περιοχή καλείται Βροντού είναι η ύπαρξη κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους ενός παρατηρητηρίου (βίγλας, πύργου) που με τα βροντώδη σήμαντρά του ενημέρωνε τους κατοίκους της περιοχής για επερχόμενο από θάλασσα κίνδυνο, κυρίως πειρατές.

Με αφορμή τις παραπάνω δύο επισημάνσεις ας δούμε πώς οι κάτοικοι του νησιού αυτού διαχειρίζονταν το βασικό αυτό στοιχείο της ζωής, το νερό. Στη δημοσίευση αυτή θα γίνει μια καταγραφή των προφορικών παραδόσεων και των εθιμικών διαδικασιών που αναφέρονται σε αυτό καθώς και μια συνδυαστική παρουσίαση φωτογραφιών με ιστορικά σχόλια για τις κατασκευές που σχετίζονται με την αξιοποίησή του στη Σαλαμίνα κατά τους αρχαίους, βυζαντινούς, μεταβυζαντινούς και νεότερους χρόνους. Θα παρουσιαστούν ενδεικτικά χείμαρροι, μία λίμνη, ρέματα, πηγές, σιροί (= στέρνες, υπόγειοι αποθηκευτικοί χώροι νερού), πηγάδια, επίγειες και υπέργειες δεξαμενές, υπόγειες φρεατοδεξαμενές και τεχνητά κανάλια.

 

ΧΕΙΜΑΡΡΟΙ

Βώκαρος – Τοριβίρι. Σε αρχαία κείμενα αναφέρεται ότι στα νότια της Σαλαμίνας υπήρχε ένας ποταμός με το όνομα Βώκαρος (βους+ κάρα= βοδιού κεφαλή). Αυτός χρειάζεται να ταυτιστεί με τον χείμαρρο του Αγίου Νικολάου στα Λεμόνια. Στις μέρες μας αυτός ο χείμαρρος δημιουργείται μετά από ισχυρή νεροποντή. Ξεκινά από τα βόρεια της Μονής του Αγίου Νικολάου, συγκεκριμένα από τις υπώρειες του όρους Φούρθι (=φουρνάκι), και καταλήγει δυτικά, στην κοιλάδα των Κανακίων. Στη διαδρομή του σχηματίζεται εντυπωσιακός καταρράκτης, ο οποίος στην αρβανίτικη γλώσσα καλείται Τοριβίρι (= κατηφορικός, ορμητικός χείμαρρος, φωτ. 1, 2).

Κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους κατασκευάστηκε ένα κανάλι παροχέτευσης ικανής ποσότητας του νερού αυτού προς την περιοχή της παράκτιας κοιλάδας και το οποίο παρακολουθείται σε διάφορα σημεία μέσα στο δάσος του Αγίου Νικολάου (φωτ. 3).

Φωτ. 3 (λήψη του Τάσου Γ. Γαβριήλ)

Σχετική με τους μυκηναϊκούς χρόνους είναι μια προφορική παράδοση που διασώζεται από τον Γεώργιο Θ. Παναγόπουλο (Γουμένης Καλαβρυτινός) στο βιβλίο του «Η Σαλαμίνα στην αρχαιότητα-Ο τόπος και οι άνθρωποι», όπου γράφει: Όταν ο Αίαντας ήταν βασιλιάς της Σαλαμίνας είχε τα ανάκτορά του στο νότιο μέρος του νησιού, πάνω σ’ έναν λοφίσκο κοντά στη θάλασσα δυτικότερα από το σημερινό φανάρι των Περιστεριών, όπου διασώζονται μερικά ερείπια και γι’ αυτό και σήμερα το μέρος ονομάζεται Κολόνες. Κοντά στ’ ανάκτορά του είχε και έπαυλη, ένα δηλαδή κτήριο-παλάτι με πλούτη και θησαυρούς, του οποίου σώζονται επίσης σημάδια. Στην έπαυλή του αυτή ο Αίας διατηρούσε μια φιλενάδα-ερωμένη, που τ’  όνομά της ήταν Ελένη, εξαιρετικής ωραιότητος, η οποία ήταν από την Κόρινθο. Αυτή του υποσχέθηκε πως θα έμενε κοντά του και πάντα κλεισμένη στην έπαυλή του, αν είχε στη διάθεσή της νερό, από την απέναντι Στυμφαλία της Πελοποννήσου για να πίνει και να κάνει τα μπάνια της. Για να ικανοποιήσει την επιθυμία της ωραίας συντρόφισσάς του έδωσε διαταγή ο Αίας και κατασκευάστηκε υδραγωγείο από τη Στυμφαλία μέσα από τις περιφέρειες του Νότιου τμήματος του νησιού Στεφηλούκο – Φλεβαριώτισσας – Μουλκίου – Παλαιού Αγίου Νικολάου – Νέου Αγίου Νικολάου. Έπειτα όμως από το πέρασμα αρκετών χρόνων οι οχετοί του υδραγωγείου έσπασαν και έτσι παραχθήκανε οι πηγές αυτές από τις οποίες βγαίνει το αρκετά δροσιστικό νερό.

Δριστίλια. Πρόκειται για καταρράκτη ύψους 4-5 μέτρων και βρίσκεται στην ενδοχώρα του Πέρανι (φωτ. 4). Παλαιότερα, οι νοικοκυρές πήγαιναν μετά από ισχυρές νεροποντές εκεί τα χράμια και τα έπλεναν σε μια γούρνα που είναι στη βάση του καταρράχτη. Με τη βοήθεια της πίεσης, της περιδίνησης και της ανάδευσης του νερού, αυτά καθάριζαν. Σήμερα δημιουργείται κι αυτός μετά από νεροποντή.

.

Φωτ. 4

 

ΛΙΜΝΗ ΑΛΜΥΡΗ

Εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το Δημοτικό Στάδιο Αμπελακίων υπήρχε ένα εκτενές έλος μέγιστου βάθους ενός μέτρου. Η δε έκταση που καταλάμβανε ήταν μεγαλύτερη του σημερινού γηπέδου. Ονομαζόταν Αλμυρή, επειδή ενωνόταν με ένα μικρό κανάλι με τη θάλασσα. Το κανάλι υπάρχει και σήμερα. Κάθε χειμώνα συγκεντρώνονταν εκεί τα νερά της βροχής και περιστασιακά στάθμευαν για λίγες μέρες αγριόπαπιες και κύκνοι. Τα καλοκαίρια το νερό εξατμιζόταν και η λίμνη ξεραινόταν εντελώς. Έτσι, πολλοί νέοι από το Αμπελάκι και το Καματερό συναντιόντουσαν εκεί και έπαιζαν ποδοσφαιρικούς αγώνες. Την ίδια περίοδο προσωρινά εγκαθίσταντο και πολλοί περιπλανώμενοι τσιγγάνοι με τα τσαντίρια τους.

Ο Δρ Αρχαιολογίας, Γιάννης Χαιρετάκης, στη διδακτορική του διατριβή Οικιστική οργάνωση και χωροταξία στη Σαλαμίνα από τον 6ο έως τον 1ο αι. π.Χ. καταγράφει μια ιερή λίμνη, η οποία αναφέρεται σε ένα έργο του αρχαίου συγγραφέα, Αθήναιου (Δειπνοσοφισταί, κεφ. 4, παράγρ. 136e). Σε ένα δείπνο, λοιπόν, που έγινε στην Αθήνα ένα παιδί από τη Σαλαμίνα έφερνε δεκατρείς πάπιες από μια ιερή λίμνη (παῖς δέ τις ἐκ Σαλαμῖνος ἄγεν τρισκαίδεκα νήσσας λίμνης ἐξ ἱερῆς). Παρακάτω ο Χαιρετάκης σχολιάζει πως η λίμνη αυτή θα διέθετε πλούσιο οικοσύστημα με μικρά θηράματα. Λίγο παρακάτω αναφέρει: Η παρουσία σκυλιών σε αρκετά επιτύμβια μνημεία (της Σαλαμίνας) κάνει λογική την υπόθεση της κατοχής κυνηγετικών σκυλιών από τους κατοίκους του νησιού και ως εκ τούτου και την ενασχόλησή τους με το κυνήγι. Ο χαρακτηρισμός της λίμνης αυτής ως ιερής μάς οδηγεί στη διατύπωση της υπόθεσης πως μάλλον υπήρχε εκεί κάποιο παραλίμνιο ιερό.

 

ΡΕΜΑΤΑ

Ήδη από το 1420 περίπου η Σαλαμίνα είχε δεχτεί το πρώτο κύμα των Αρβανιτών. Σχετική παράδοση του νησιού, αναφέρει ότι οι Αρβανίτες έφθασαν στο νησί από θάλασσα και αποβιβάστηκαν στη σημερινή παραλία της Κούλουρης. Ο τόπος ήταν γεμάτος κέδρους και ακολουθώντας ένα ρυάκι έφθασαν μέχρι την πηγή του, ανατολικά της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα. Αργότερα, η δυναμική του ρέματος αυτού μειώθηκε και η πηγή του διαμορφώθηκε σε πηγάδι. Γηραιοί Σαλαμίνιοι θυμούνται την ύπαρξη του πηγαδιού αυτού πίσω ακριβώς από το Ιερό του Αγίου Ανδρέα.

Κατά τους μεσαιωνικούς μέχρι και τους νεότερους χρόνους, έξω από το ιστορικό κέντρο της τότε πόλης της Κούλουρης και στα βορειοανατολικά της, δημιουργούνταν μετά από νεροποντή, τρία ρέματα, της Βένιζας (οδός Φιλελλήνων), της Λένιζας (οδός Μ. Αλεξάνδρου) και του Μαράκα (οδός Μάθεση). Της Βένιζας ξεκινούσε από το Τσάγιασι (= μικρή χαράδρα) και ενωνόταν με εκείνο της Λένιζας και του Μαράκα. Και τα τρία τέμνονταν στη σημερινή οδό Αγ. Μηνά και έπεφταν στη θάλασσα.

Ένα άλλο ρέμα ήταν εκείνο του Λούμιθι (=μικρός ποταμός) στη σημερινή οδό Ζωοδόχου Πηγής. Λίγο, μάλιστα, πριν φτάσει κανείς στο σημερινό Δημαρχείο Σαλαμίνας, λέγεται πως υπήρχε λιθόκτιστο γεφυράκι για τους διερχομένους, κάτω από το οποίο περνούσαν τα νερά του ρέματος. Από παλαιά συμβόλαια και προικοσύμφωνα του 18ου αιώνα πληροφορούμαστε και για άλλα ρέματα. Αυτά είναι: το ρέμα του Πάντη στην ενδοχώρα του Σατερλί, το Κλιούαρι στα Άνω Βασιλικά, το ρέμα του Αγίου Δημητρίου που ξεκινά από το Δανήλι και καταλήγει στο Σατερλί, το ρέμα του Γκίνανι που ξεκινά από το φαράγγι της περιοχής αυτής και καταλήγει στα Περιστέρια, το ρέμα του Αμπελακίου που ξεκινά από το Ντοροτό και μέσω της οδού των Εισοδίων Θεοτόκου καταλήγει στον Αρχαίο Λιμένα, το Μεγάλο Ρέμα στην περιοχή της Νέας Μενεμένης και το ρέμα του Δημούτση στο Αμπελάκι (οδός Μπουμπουλίνας).

 

ΠΗΓΕΣ

Ποτιστήρι. Πρόκειται για σχεδόν επιφανειακή πηγή με άφθονο νερό, η οποία βρίσκεται στην παραλία των Κανακίων (φωτ. 5) και αναβλύζει από βράχο. Η επιφάνεια του υδάτινου ορίζοντα έχει διευρυνθεί με λαξεύματα, ώστε να συγκεντρώνεται μεγαλύτερη προς άντληση ποσότητα νερού. Στα προϊστορικά χρόνια από την πηγή αυτή υδρευόταν ο μυκηναϊκός οικισμός που βρίσκεται πλησίον της. Κατά τους νεότερους χρόνους οι αγρότες πότιζαν τα χωράφια τους από εκεί και ονόμασαν την πηγή Ποτιστήρι εξαιτίας του άφθονου νερού που διέθετε. Σήμερα η όψη της ομοιάζει με πηγάδι.

Φωτ. 5

Των Περιστεριών. Στην περιοχή των Περιστεριών, στο μονοπάτι για το ιστορικό σπήλαιο του Ευριπίδη (άλλες ονομασίες του σπηλαίου: σπηλιά του Αίαντα, σπηλιά των Περιστεριών, σπηλιά στα Περιστέρια, σπηλιά της Κολόνας, σπηλιά στις Κολόνες) και ακριβώς κάτω από αυτό, υπάρχει πηγή κάτω από βράχο. Ανασκαφικές έρευνες που έγιναν πλησίον της πηγής έχουν φέρει στο φως μικρό, αγροτικό ιερό ελληνιστικής περιόδου, αφιερωμένο στον θεό Διόνυσο. Μπροστά από την πηγή υπήρχε τεχνητό κανάλι που διοχέτευε το νερό σε λιθόκτιστη δεξαμενή. Κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους η πηγή φαίνεται ότι ήταν γνωστή στους ναυτιλλόμενους, καθώς τα δύο νησιά που βρίσκονται στον όρμο των Περιστεριών δημιουργούν ένα φυσικό και απάνεμο αγκυροβόλιο για τα διερχόμενα πλοία που ήθελαν να τροφοδοτηθούν με νερό από την πηγή εκείνη. Από το συναξάρι του Οσίου Νίκωνος του Μετανοείτε πληροφορούμαστε ότι στα τέλη του 10ου αι. το πλοίο που επέβαινε ο Νίκων (συγκεκριμένα τα πλοία ήταν δύο), ερχόταν από τον Δαμαλά (Επίδαυρος) και  ελλιμενίστηκε στο συγκεκριμένο αγκυροβόλιο των Περιστεριών για τροφοδοσία νερού.

Φλεβαριώτισσα. Βρίσκεται στα δυτικά της Μονής της Φλεβαριώτισσας στην περιοχή της Νέας Μενεμένης (ΝΑΤΟ). Κοσμείται με μαρμάρινη κεφαλή λέοντα (φωτ. 6), έργο πιθανόν των υστερορωμαϊκών χρόνων (περίπου 7ος αι.). Από το στόμα του λέοντα διοχετευόταν το νερό σε δοχείο. Σήμερα,ο περαστικός  προμηθεύεται νερό από μεταλλική βρύση που βρίσκεται πλησίον της παλαιάς λεοντοκεφαλής.

 

Φωτ. 6

 

Σπέλα (=σπηλιά). Πρόκειται για την πλέον σημαντική στη μεσαιωνική ιστορία του νησιού πηγή (φωτ. 7). Αποτέλεσε το βασικό κριτήριο επιλογής του τόπου για τη σύμπηξη ενός νέου οικισμού κατά τον 12ο-13ο αιώνα στο Χωριό του Μουλκίου. Σύμφωνα με τοπική, προφορική παράδοση άλλοτες το Μούλκι ήτανε απέναντι, στον άγιο-Δημήτρη (εννοεί την περιοχή του Ζαρμπαλά), κι εδώ (εννοεί το σημερινό χωριό του Μουλκίου) ήτανε μοναστήρι με καλογέρους. Οι γυναίκες θέλανε να φύγουνε από κει και να ’ρθουνε κοντά στους καλογέρους. Οι άντρες δεν θέλανε. Τότες οι γυναίκες άρχισαν κάθε μέρα να ρίχνουν από ένα μικρό παιδί στο πηγάδι του Φράγκου (κοντά στα ερείπια του αγίου Δημητρίου στον Ζαρμπαλά) και λέγανε πως ο τόπος είχε αγερικά κι έριχναν τα παιδιά στο πηγάδι. Κι έτσι άφησαν το παλιό χωριό κι ήρθανε και κάτσανε εδώ. Κατά άλλη παραλλαγή οι κάτοικοι εγκατέλειψαν τον παλιό οικισμό, επειδή δράκοντας κατέτρωγε τα παιδιά τους.

Φωτ. 7

Οι παραπάνω δύο προφορικές παραδόσεις σχετίζονται μεταξύ τους και αναφέρονται στο πόλισμα που είχε ιδρυθεί κατά τους βυζαντινούς  χρόνους και ήκμασε από τον 10ο έως τον 13ο αιώνα στη σημερινή περιοχή του Ζαρμπαλά, στις υπώρειες δυτικά του Μαυροβουνίου. Οι θάνατοι στο πηγάδι καθώς και η παρουσία του δράκοντα αντανακλούν κάποιο δυσάρεστο γεγονός λοιμού, λειψυδρίας ή, το πιθανότερο, κάποιας σεισμικής δραστηριότητας που προκάλεσε τη μετατόπιση της γεωφυσικής στρωματογραφίας με συνέπεια την καθίζηση και τη φραγή των πηγαδιών. Η παραλλαγή της αρχικής παράδοσης που αναφέρεται στη δραστηριότητα του δράκοντα ίσως να είναι μεταγενέστερη και να πρόκειται για μια ορθολογιστική ερμηνεία του δέους που υπέβαλαν τα ερείπια της ερημωμένης πόλης του Ζαρμπαλά στους ανθρώπους της εποχής εκείνης.

Πηγή με άφθονο νερό, λοιπόν, είχαν ήδη εντοπίσει οι τότε κάτοικοι του Ζαρμπαλά στο Μούλκι. Έτσι, εγκαταστάθηκαν εκεί και ίδρυσαν το βυζαντινό Χωρίον. Η πηγή αυτή βρίσκεται στα νότια της μικρής εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη του Νηστικού, όπου και το υπερμέγεθες κυπαρίσσι που καλείται Τσολιάς (φυτεύτηκε το 1871). Σήμερα η πηγή περικλείεται από κτιστή διαμόρφωση. Στο εσωτερικό της πηγής γίνεται εμφανές ότι στο παρελθόν διανοίχθηκε το εύρος της, έτσι ώστε να μεγαλώσει η επιφάνεια του υδάτινου ορίζοντα και κατ’ επέκταση να αυξηθεί η αντλούμενη ποσότητα του νερού (φωτ. 8).

Φωτ. 8

Στην πηγή εφάπτεται μικρό κανάλι που καταλήγει σε γούρνα για το πότισμα των ζώων. Στα βόρεια των ναών του Αγ. Ιωάννου και της Αγια-Σωτήρας και μέσα σε αγροκαλλιέργειες υπάρχουν δύο χτιστές, επίγειες δεξαμενές βυζαντινών χρόνων, στις οποίες συγκεντρωνόταν το νερό για το πότισμα των αγροκαλλιεργειών (φωτ. 9, η μία από τις δύο δεξαμενές).

Φωτ. 9

Στεφηλούκο (= ο Στέφανος του Λουκά). Βρίσκεται στο δάσος των Κανακίων (Αγίου Νικολάου), στα βορειοδυτικά του όρους Φούρθι και μέσα σε βαθιά, δασώδη χαράδρα (φωτ. 10). Πιθανότατα κατά τους μεταβυζαντινούς χρόνους διαμορφώθηκε η λιθόκτιστη κατασκευή που σήμερα συναντά ο περιπατητής μέσα στο δάσος. Η περιοχή ανήκε στην οικογένεια Λουκά, εξ ού και το όνομά της.

Φωτ. 10

Λουτρό. Βρίσκεται στην αρχή περίπου του χωματόδρομου για το κτήμα Φιλιππικόν, στο δάσος των Κανακίων (Αγ. Νικολάου) και ήταν παρόμοιας κατασκευής με εκείνη του Στεφηλούκου. Μπροστά από την πηγή υπήρχε στο έδαφος μικρό κανάλι που διοχέτευε το νερό στα περιβολάκια. Η συγκεκριμένη αγροτική εγκατάσταση συνδέεται χρονικά με τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη (11ος αιώνας) και με τον ασκητή-ερημίτη που διαβιούσε εκεί. Με τη διάνοιξη του μονοπατιού σε χωματόδρομο κατά τη δεκαετία του 1970 η πηγή μετατράπηκε σε πηγάδι.

Καμάρεζα (ή Καμαρίτσα) (φωτ. 11). Βρίσκεται στα βορειοδυτικά του Παλιομονάστηρου του Αγίου Νικολάου (16ος αι.) στο δάσος των Κανακίων. Σύμφωνα με παλιά προφορική παράδοση η πηγή στέρεψε γρήγορα, γεγονός που ανάγκασε τους μοναχούς να αναζητήσουν άλλη πηγή, για να ιδρύσουν μοναστηριακή δραστηριότητα εκ νέου. Η αρχική της κατασκευή θύμιζε εκείνη του Στεφηλούκο. Σήμερα η όψη της ομοιάζει με πηγάδι και το νερό λαμβάνεται από χειροκίνητη αντλία.

Φωτ. 11

Του Αγίου Νικολάου στα Λεμόνια (φωτ. 12). Βρίσκεται στα ανατολικά του ναού του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτη και της Ιεράς Μονής του Αγίου Νικολάου στα Λεμόνια (<Ελεήμων). Αποτέλεσε το κριτήριο της ίδρυσης κατά το 1742 της νέας μοναστηριακής δραστηριότητας από τους μοναχούς του Παλιομονάστηρου (βλέπε παραπάνω, πηγή Καμάρεζα).

Φωτ. 12

Πέλγου. Βρίσκεται στο Σατερλί και στα δυτικά της περιοχής Σπηλιές. Κάθε χειμώνα αναβλύζει νερό από σχισμή βράχου, το οποίο καταλήγει σε λασπώδη γούβα. Η λέξη είναι αρβανίτικη -pellëg- και σημαίνει πηγή που βρίσκεται σε βουνό δάσους και απολήγει σε μικρή, φυσική λεκάνη (παράβαλε πόλγη).

Καβοβάρβαρι. Βρίσκεται στα νότια του ακρωτηρίου της Κυνόσουρας και στο βάθος μικρής σπηλιάς. Το νερό πηγάζει από τα πετρώματα και συγκεντρώνεται σε μικρή, βραχώδη κοιλότητα. Ατυχώς η είσοδος της σπηλιάς φράχθηκε από μεγάλους ογκόλιθους κατά τη διάρκεια της κατασκευής δημόσιου έργου (αγωγός Ψυττάλειας) και με δυσκολία εισέρχεται κανείς εντός του σπηλαίου.

 

ΣΙΡΟΙ

Οι σιροί είναι στην ουσία στέρνες, δηλαδή υπόγειοι αποθηκευτικοί χώροι νερού και απαντώνται κατά τους βυζαντινούς χρόνους και τους χρόνους της ενετοκρατίας μέσα σε κάστρα και πλησίον μοναστηριών. Το σχήμα τους ομοιάζει με πιθάρι και στην ουσία πρόκειται για τεράστιους λάκκους, επιχρισμένους εσωτερικά με κουρασάνι για στεγανοποίηση. Σιρούς συναντά κανείς μέσα στον μεσαιωνικό πύργο του Αμπελακίου (φωτ. 13), στη βόρεια πλευρά του ναού του Αγίου Γρηγορίου στα Βασιλικά και στο Παλιομονάστηρο του Αγ. Νικολάου στα Λεμόνια. Στα νεότερα χρόνια στο νησί κατασκευάστηκαν σε πάρα πολλά σπίτια στέρνες, όπου εκεί συλλεγόταν με υδρορροή το βρόχινο νερό που έπεφτε στην ταράτσα του σπιτιού. Αυτό το νερό το χρησιμοποιούσαν για το πότισμα των κήπων και των καλλωπιστικών φυτών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

Φωτ. 13

 

ΠΗΓΑΔΙΑ

Στο νησί αφθονούν τα πηγάδια. Άλλα βρίσκονται εντός των αυλών των σπιτιών (φωτ. 14, Αμπελάκι) και άλλα είναι δημόσια, δηλαδή σε δρόμους (φωτ. 15, Βρομοπήγαδο στα Βασιλικά), σε κεντρικές πλατείες, όπως σε εκείνες του Μπόσκου, των Αλωνιών (πηγάδι της λεύκας), του Κουφού (αρβ. Πους ι Κουφόιτ), σε τρίστρατα (πηγάδι του Μπατσή στην περιοχή του Μπόσκου) αλλά και σε μικρότερες, συνοικιακές πλατείες, όπως σε εκείνες του Πουσ-ι-ρί (=πηγάδι το νέο, σήμερα καταχωμένο) και του Πουσ-ι-λίκ (=πηγάδι με υφάλμυρο νερό).

Μάλιστα, στην πλατεία του Πουσ-ι-λίκ πραγματοποιείται από κατοίκους της γειτονιάς κάθε 31 Αυγούστου η αναβίωση του εθίμου του Σιρ Μελέτη που πηδάνε τις φωτιές (φωτ. 16α, και 16β).

Φωτ. 16β. Του Σιρ Μελέτη, που πηδάνε τις φωτιές

Τα πηγάδια στις αυλές εξυπηρετούσαν οικιακές ανάγκες, όπως την πόση, το πλύσιμο των ρούχων, το καθάρισμα των ψαριών και των χόρτων, την ατομική καθαριότητα, το φαγητό, το πότισμα του μποστανιού και των λουλουδιών και άλλα.

Να αναφερθούν εδώ δύο επισημάνσεις σχετικές με το νερό. Παλαιότερα, πολλές από τις νοικοκυρές συνέλεγαν το νερό της βροχής σε κουβάδες και λεκάνες που τις τοποθετούσαν στην αυλή κατά την ώρα της νεροποντής. Το νερό αυτό, απαλλαγμένο από άλατα, το χρησιμοποιούσαν για το λούσιμο των μαλλιών τους, το πλύσιμο των ρούχων αλλά και για το βράσιμο των οσπρίων. Η άλλη επισήμανση σχετίζεται με την Πρωτοχρονιά. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς στο Καματερό της Σαλαμίνας οι νοικοκυρές τοποθετούν μια κανάτα με νερό, έξω στην αυλή. Μετά την είσοδο του νέου χρόνου όποιος κάνει το ποδαρικό φέρνει και την κανάτα μέσα στο σπίτι. Στη συνέχεια η νοικοκυρά ραντίζει τους χώρους του σπιτιού με το νερό και το υπόλοιπο το ρίχνει στην αυλή. Η εθιμική αυτή διαδικασία είναι σημαντική για το καλό του σπιτιού, καθώς το νερό θεωρείται ξαστρισμένο, έχει δηλαδή εκτεθεί στις μαγικές δυνάμεις των άστρων και έχει αποκτήσει υπερφυσικές ιδιότητες κατά την ώρα της αλλαγής του χρόνου. Οι δυνάμεις αυτές εισέρχονται μέσω του ραντίσματος στο σπίτι και θεωρείται πως το προστατεύουν από ατυχίες. Η ρίψη του στην αυλή είναι προσφορά στα καλά πνεύματα του σπιτιού, ώστε να ξεδιψάσουν και σε αντάλλαγμα να προστατεύουν εκείνο και κατ’ επέκταση τους ενοίκους του από καθετί κακό.

Τα δημόσια πηγάδια εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των περαστικών, των κατοίκων μιας συνοικίας και των ζώων τους. Η ύπαρξη ενός δημόσιου πηγαδιού παρείχε τη δυνατότητα κοινωνικοποίησης στα κορίτσια, καθώς ήταν επιτρεπτή η μεταφορά του νερού από το πηγάδι στο σπίτι. Εκεί η κοπέλα έβλεπε τις φίλες της, συζητούσε με εκείνες, μάθαινε τα νέα του χωριού, αλλά και την έβλεπε κάποιος νέος που θα την ζητούσε αργότερα σε γάμο από τους γονείς της.

Στο Αμπελάκι και στον δρόμο έξω από το Δημοτικό σχολείο ήταν το πηγάδι του Χιλέφη, ενώ στα νότια της σημερινής ενοριακής εκκλησίας των Εισοδίων της Θεοτόκου και στη σημερινή οδό Ηροδότου ήταν το καλούμενο πηγάδι της Παναγίας (τη δεκαετία του 1970 καταχώστηκε και ανοίχθηκε άλλο πηγάδι  που σήμερα βρίσκεται στην Παιδική Χαρά). Από το πηγάδι της Παναγίας υδρευόταν όλος ο μεσαιωνικός οικισμός του χωριού. Την παραμονή, μάλιστα, του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου (23 Ιουνίου) πραγματοποιούταν εκεί από τις νεαρές κοπέλες του Αμπελακίου το έθιμο του αμίλητου νερού, σύμφωνα με το οποίο μάντευαν το όνομα του μελλούμενου συζύγου τους. Στο έθιμο αυτό το νερό εμπλέκεται στις ευγονικές, τελετουργικές πρακτικές του γάμου, μιας και ενέχει την έννοια του πρωταρχικού σπέρματος με τη γονιμοποιό του δύναμη. Σχετίζεται με την υγρασία της μήτρας, αναφέρεται άμεσα στη γυναικεία γονιμότητα και είναι τρεχούμενο, δροσερό και διαυγές, όπως δροσερό, καθαρό και διαυγές είναι το κορίτσι πριν γίνει γυναίκα-νύφη.

Η λαϊκή αντίληψη θεωρεί ότι οι νερότοποι είναι ερμαφρόδιτοι χώροι, στους οποίους κατοικούν γυναικείες και αντρικές θεότητες, ανθρωπόμορφες ή ζωόμορφες. Οι θηλυκοί δαίμονες ονομάζονται νεράιδες, είναι πανέμορφες, λευκοφορεμένες και με έντονη σεξουαλικότητα. Τα αρσενικά στοιχειά παρουσιάζονται στις λαϊκές παραδόσεις ως δράκοντες ή φίδια και ταυτίζονται κατά κανόνα με τη γονιμοποιό φύση του τρεχούμενου νερού, η οποία σχετίζεται με την αντρική, γονιμοποιό δύναμη.

Όσον αφορά στο τελετουργικό, μαντικό έθιμο της κατοπτρομαντείας, που γινόταν μόνο στο Αμπελάκι, το ανύπαντρο κορίτσι φορούσε στο κεφάλι ένα κόκκινο μαντήλι, έπαιρνε έναν καθρέφτη και πήγαινε μεσημεριάτικα στο πηγάδι. Στεκόταν στο χείλος του πηγαδιού, έστρεφε με τον καθρέφτη τις ακτίνες του ήλιου στην επιφάνεια του νερού και προσήλωνε εκεί το βλέμμα της για ώρες, ώστε να δει κάτι που να σχετίζεται με τον μέλλοντα σύζυγό της. Βέβαια, η κοπέλα, ενώ είχε την εντύπωση πως αντίκριζε μια πραγματικότητα, στην ουσία έβλεπε οπτασίες. Οι ψευδαισθήσεις οφείλονταν σε αυτοΰπνωση, αφού κρατούσε το βλέμμα της στραμμένο πάνω σε μια γυαλιστερή επιφάνεια.

Επιπροσθέτως, στο κορίτσι αυτό κυριαρχούσαν στη θύμησή του διηγήσεις ομηλίκων της ή μεγαλύτερων από αυτήν ηλικιακά γυναικών, που αναφέρονταν με παραστατικότητα σε σκηνές που πρωταγωνιστούσαν άντρες με κάποιες ιδιότητες, όπως εργαλεία δουλειάς. Το κορίτσι, λοιπόν, είχε υποβληθεί πως θα δει μια οπτασία και το υποσυνείδητό της ήταν ανοιχτό σε μια τέτοια σκηνή που αφορούσε άμεσα το μέλλον της. Η αυθυποβολή ενισχυόταν από την πολύωρη αναμονή, τις ηλιακές ακτίνες, την ανυπομονησία, την κάλυψη με το κόκκινο μαντήλι (αποτρεπτικό χρώμα των κακών πνευμάτων) και κυρίως οφειλόταν στην πίστη για την αναμενόμενη έως σίγουρη μαντευτική ικανότητα του τελετουργικού.

Αρκετές ήταν και οι αφηγήσεις ηλικιωμένων αντρών από την Κούλουρη, οι οποίοι αναφέρονταν στην τυχαία συνάντησή τους τα βράδια με Κουλουριώτισσες που έκαναν μάγια σε πηγάδια και χόρευαν και τραγουδούσαν γυμνές γύρω από αυτά. Η απειλή των μαγισσών πως θα τους πάρουν τη μιλιά, σε περίπτωση που τις μαρτυρούσαν, τους έκανε να πάρουν στον τάφο τους την απόκοσμη και εξωπραγματική αυτή συνάντηση. Μάλλον, όμως, στις αφηγήσεις εκείνες λανθάνουν κάποιες εξωσυζυγικές τους σχέσεις.

Της Ζωοδόχου Πηγής. Έξω από τον ναό της Ζωοδόχου Πηγής και στον ομώνυμο δρόμο υπάρχει πηγάδι (φωτ. 17), το οποίο σηματοδοτεί μιαν άλλη σημαντική πτυχή της αρχαίας ιστορίας του νησιού. Τούτο αποτέλεσε κριτήριο για την επιλογή του τόπου σύμπηξης οικισμού κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους στην περιοχή. Κάτοικοι του τόπου αυτού ήταν οι πρώην κάτοικοι της αρχαίας πόλης της περιοχής του Αμπελακίου, οι οποίοι λόγω των επιδρομών των Ρωμαίων στις παράκτιες πόλεις εγκατέλειψαν την αρχαία Κόλουριν, δηλαδή τη χτισμένη σε ένα κολοβωμένο ακρωτήριο πόλη (εκείνο της Πούντας Αμπελακίου), εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής και ίδρυσαν έναν νέο οικισμό. Ο οικισμός αυτός ήταν αθέατος από οποιοδήποτε εχθρό, αφού ο βραχώδης όγκος του Προφήτη Ηλία τον έκρυβε. Οι κάτοικοι αυτοί μετέφεραν, όμως, το όνομα της παλιάς τους πόλης στη νέα, το οποίο με το πέρασμα των χρόνων κατέληξε από Κόλουρις σε Κούλουρη.

Φωτ. 17

Τουρκοπήγαδο. Στο Γκίνανι υπάρχει αρχαίο πηγάδι που βρίσκεται στην είσοδο του φαραγγιού και σήμερα καλείται Τουρκοπήγαδο (φωτ. 18). Προφορική παράδοση αναφέρεται στη δολοφονία οθωμανού φοροεισπράκτορα από αγρότη. Πιθανότερο, όμως, είναι το γεγονός πως το πηγάδι επισκευάστηκε στους οθωμανικούς χρόνους από κάποιον οθωμανό πηγαδά, εξ ου και η ονομασία του. Από αυτό το πηγάδι υδρεύονταν οι κάτοικοι του μεσαιωνικού οικισμού, αλλά και οι αγρότες που καλλιεργούσαν τα εκεί χωράφια στα νεότερα χρόνια. Ένα άλλο αρχαίο πηγάδι υπήρχε στο Δανήλι, ατυχώς σήμερα   καταχωμένο.

Φωτ. 18

Το επάνω πηγάδι του Λαμπρανού. Στην ενδοχώρα του Λαμπρανού, στη θέση Κουκουναριές, υπάρχει δίπλα σε ερειπωμένη αγροικία πηγάδι στο οποίο εφάπτεται λιθόκτιστη γούρνα (φωτ. 19), όπου εκεί έπλεναν οι αγρότες τα ρούχα και διάφορα μαγειρικά σκεύη. Πλησίον του πηγαδιού υπήρχε ένα υποτυπώδες κανάλι που κατέληγε σε μια λιθόκτιστη δεξαμενή. Το νερό διοχετευόταν από τη δεξαμενή με τεχνητά αυλάκια στα γύρω κηπάκια και στα μποστάνια της αγροικίας. Ονομάστηκε επάνω πηγάδι σε αντιδιαστολή με το κάτω πηγάδι που υπήρχε στην παραλία του Μεγάλου Λαμπρανού, ατυχώς σήμερα καταχωμένο και αυτό.

Φωτ. 19

Της Κολόνας. Στην παραλία Πατητήρι της περιοχής Κολόνες (από γηραιούς ντόπιους η περιοχή καλείται και Κολόνα) και στο μέσο της μικρής κοιλάδας υπήρχε μέχρι πριν λίγα χρόνια αρχαίο πηγάδι, σε χρήση τουλάχιστον από τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Το πηγάδι αυτό συνδέεται με την ανάπτυξη και επέκταση των αγροτικών δραστηριοτήτων κατά τους παραπάνω χρόνους στα εύφορα μέρη του νησιού. Κοντά του υπήρχαν μέχρι και τη δεκαετία του 1950 δύο μεγάλα κιονόκρανα, από τα οποία η περιοχή ονομάστηκε Κολόνες. Ίσως, ένα ερείπιο με αψιδωτό σχήμα, που σώζεται στα νοτιοδυτικά μιας αγροικίας (της καλούμενης από τους αγρότες ως Καλύβας, ιδιοκτησίας της οικογένειας Βασιλείου), να υποδηλώνει το ιερό βήμα μιας μικρής, παλαιοχριστιανικής εκκλησίας και τα παραπάνω κιονόκρανα να προέρχονται από τις κολόνες της. Γενικά, στην περιοχή λανθάνει ένας οικισμός των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Η οικιστική, όμως, δόμηση σήμερα αποτρέπει τον εντοπισμό του.

Της Φανερωμένης. Στην Ιερά Μονή Φανερωμένης υπήρχε μέσα σε κελί της βόρειας πτέρυγας πηγάδι από το οποίο υδρεύονταν οι μοναχοί. Σύμφωνα με τις προφορικές παραδόσεις από το πηγάδι εκείνο έπιναν νερό οι άγιοι πατέρες της μονής αλλά και ο Όσιος Λαυρέντιος. Ατυχώς το πηγάδι κλείστηκε. Στα δυτικά τού κυρίως ναού και στην αυλή υπάρχει η Φιάλη, όπου και μικρό πηγάδι. Στα νοτιοδυτικά της Μονής και σε μικρή απόσταση από εκείνη υπάρχουν δύο μεγάλες στέρνες, έργα μεταβυζαντινών χρόνων, οι οποίες κάλυπταν τις ανάγκες του ποτίσματος των χωραφιών και των ζώων της Μονής.

Του Αγίου Δημητρίου στο Σατερλί. Στα δυτικά της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου στο Σατερλί υπάρχει σήμερα πηγάδι (φωτ. 20). Το πηγάδι αυτό αρχικά βρισκόταν στο εσωτερικό του ναού. Όταν ο μοναχός Θεοφύλακτος (πιθανώς με το επίθετο Σατερλής) οικοδόμησε κατά τον 13οαιώνα τον συγκεκριμένο ναό, βρήκε νερό και το θεώρησε αγίασμα. Ενέκλεισε, λοιπόν, το πηγάδι εντός του ναού. Επειδή, όμως, υπήρχε κίνδυνος να καταπέσει κάποιος πιστός μέσα σε εκείνο, αποφασίστηκε τη δεκαετία του 1970 να καταχωστεί το πηγάδι εκείνο και να διανοιχθεί άλλο, έξω από τον ναό.

Φωτ. 20

Του Ρέστη. Πρόκειται για δημόσιο πηγάδι με άφθονο νερό στη διασταύρωση των οδών Αγ. Νικολάου και Αγ. Προκοπίου στην ομώνυμη περιοχή. Η ονομασία του ταυτίζεται με τη μεσαιωνική οικογένεια Ρέστη, αμάρτυρη πλέον στο νησί, η οποία κατείχε την έκταση εκείνη και το πηγάδι. Από αυτό ποτίζονταν οι αγροκαλλιέργειες της περιοχής. Μέχρι και τη δεκαετία του 1990 υπήρχε πλησίον του κορμός πεύκου εν είδει ποτίστρας για το ξεδίψασμα των αιγοπροβάτων. Δεν διέθετε μαγκάνι και η άντληση του νερού γινόταν με σχοινί και χαράνι (ή χαρανί= μεταλλικός κουβάς).

Το 1952 ανοίχθηκαν με απόφαση της τότε Κοινότητας Αιαντείου τρία πηγάδια σε δρόμους για την κάλυψη των αναγκών ύδρευσης των κατοίκων (φωτ. 21).

Φωτ. 21

Αξιοσημείωτο στη Σαλαμίνα είναι και το λεγόμενο μεσιακό πηγάδι. Πρόκειται για πηγάδι που μοιράζεται ανάμεσα σε δύο αυλές ή δύο αγροκαλλιέργειες και βρίσκεται πάνω στο όριο των ιδιοκτησιών. Με άλλα λόγια το μισό στόμιο ανήκει στον έναν ιδιοκτήτη και το άλλο μισό στον άλλον, με κοινό προς εκμετάλλευση τον υδάτινο ορίζοντα (φωτ. 22).

Φωτ. 22

 

ΜΕΤΑΛΛΙΚΟΙ ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΙ

Μετά την περίοδο της Κατοχής και με τη σταδιακή αύξηση του πληθυσμού κατά τους θερινούς μήνες άρχισαν να τοποθετούνται μεταλλικοί ανεμόμυλοι για την άντληση νερού από πηγάδια, κυρίως παραθεριστικών κατοικιών. Τέτοιες κατασκευές απαντώνται ως επί το πλείστον στην περιοχή των Σεληνίων (φωτ. 23), λιγότερες στο Αμπελάκι (φωτ. 24, οδός Σόλωνος, δεκαετία 1960) και μόνο μία στην αγροτική περιοχή των Αλωνιών της Κούλουρης. Οι δύο τελευταίοι (Αμπελακίου και Αλωνιών) χρησιμοποιήθηκαν για το πότισμα των περιβολιών και διέθεταν πλησίον τους δεξαμενή.

 

ΥΠΕΡΓΕΙΑ ΔΕΞΑΜΕΝΗ

Υπέργεια, τσιμεντένια δεξαμενή, σχετική με την ιστορία της Σαλαμίνας, είναι εκείνη που βρίσκεται στη νησίδα του Αγίου Γεωργίου και αποτελεί τμήμα της εγκατάστασης του λοιμοκαθαρτηρίου που οικοδομήθηκε εκεί το 1865 (φωτ. 25). Δεν γνωρίζουμε εάν οικοδομήθηκε κατά το παραπάνω έτος. Πιθανότερο είναι να οικοδομήθηκε στην πρώτη με δεύτερη δεκαετία του 20ού αι. και το Πολεμικό Ναυτικό να την τροφοδοτούσε με νερό.

Φωτ. 25

 

ΜΑΓΓΑΝΟΠΗΓΑΔΑ

Μαγγάνια στη Σαλαμίνα καλούνται και οι βαριές, μεταλλικές κατασκευές άντλησης νερού που τοποθετούνταν κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα πάνω από βαθιά πηγάδια και επάνω σε ένα πετρόκτιστο, κυκλικό και ψηλό ανάχωμα (φωτ. 26, Πέρανι, κτήμα οικογένειας Μπινιάρη). Οι μηχανισμοί αυτοί αγοράζονταν από μηχανουργεία του Πειραιά και του Βόλου. Αρχικά ήταν ζωοκίνητοι, ενώ μετά την περίοδο της Κατοχής πολλοί αγρότες τοποθέτησαν πετρελαιοκινητήρα και αντλία, τη λεγόμενη πομόνα (<pump= σπρώχνω, πιέζω).

Φωτ. 26

Η κυκλική φορά του ζώου, κυρίως αλόγου, γύρω από το ανάχωμα και στο επίπεδο του εδάφους, βύθιζε μέσα στο πηγάδι μια κρεμαστή αλυσίδα από κουβαδάκια, τις λεγόμενες καρόκες ή κουτσούμπες. Αυτές ανέβαιναν στην επιφάνεια γεμάτες νερό, το οποίο ριχνόταν σε κατακόρυφο αγωγό (σιφόνι), ο οποίος στο κεντρικό του τμήμα ήταν υπόγειος. Αυτός κατηύθυνε με τη δύναμη της βαρύτητας το νερό σε δεξαμενή (φωτ. 27, περιοχή Αγίου Γεωργίου, στο περιβόλι του Τάσου Κουτσούκου) και από εκεί με τεχνητά κανάλια το νερό πήγαινε στα καλλιεργούμενα αυλάκια των περιβολιών.

Φωτ. 27

Το άλογο ήταν δεμένο σε ένα ξύλο προσαρμοσμένο στον κεντρικό, μεταλλικό μηχανισμό που κατηύθυνε κυκλικά το ζώο. Για να μην ζαλίζεται το άλογο, φορούσαν μια μαύρη μάσκα στα μάτια του. Αρκετά από τα κανάλια διαθέτουν σε διάφορα σημεία και γούρνες για το πότισμα των ζώων (φωτ. 28, περιοχή Βασιλικών, οδός Καραϊσκάκη). Τέτοια μαγγανοπήγαδα απαντούν σε αγροτικές κυρίως περιοχές, όπως στο Πέρανι, στην Κύριζα (φωτ. 29), στα Περιστέρια, στο Μούλκι, στο Αμπελάκι και στον Άγιο Γεώργιο.

Χρειάζεται ακόμη να σημειωθεί ότι στο κέντρο των δεξαμενών υπήρχε συνήθως μια κολόνα για να εντοπίζεται πιο εύκολα η επιθυμητή στάθμη. Η κολόνα αυτή είχε και διακοσμητικό ρόλο, καθώς τοποθετούσαν επάνω της αρχαία ευρήματα (κιονόκρανα) και γλάστρες με γαριφαλιές. Αρκετές γούρνες που ήταν τοποθετημένες επάνω στη μία πλευρά της δεξαμενής ήταν αρχαίοι, κιβωτιόσχημοι τάφοι (φωτ. 30, περιοχή Αγ. Γεωργίου, κτήμα οικογένειας Δρίβα).

Φωτ. 30

Στο Αμπελάκι, επί της οδού Ήρας και εντός αμπελοχώραφου, παρατηρείται το μοναδικό παράδειγμα συνδυαστικής αξιοποίησης δεξαμενής. Τμήμα της χρησιμοποιείται και ως πατητήρι για τη σύνθλιψη των σταφυλιών. Εξωτερικά της δεξαμενής και στο έδαφος υπάρχει το πουρλάκι, η υπόγεια δηλαδή δεξαμενή στην οποία ρέει ο μούστος (φωτ. 31).

Φωτ. 31

Στις δεξαμενές, ακόμη και σήμερα, οι αγρότες τοποθετούν αποβραδίς τα λαχανικά και τα χόρτα που ήδη έχουν κόψει από το περιβόλι τους, ώστε να διατηρούνται φρέσκα και αφράτα πριν τα πουλήσουν στις λαϊκές αγορές (φωτ. 32).

Φωτ. 32

 

ΥΠΟΓΕΙΕΣ ΦΡΕΑΤΟΔΕΞΑΜΕΝΕΣ

Οι πλέον εντυπωσιακές κατασκευές στη Σαλαμίνα σχετίζονται με τις υπόγειες φρεατοδεξαμενές. Πρόκειται για πηγάδια βάθους 8-15 μέτρων, των οποίων ο υδάτινος ορίζοντας έχει σκόπιμα διευρυνθεί με τέσσερεις, λιθόχτιστες στοές (απαντούν επίσης και χωμάτινα λαγούμια) που δημιουργούν μια παραλληλόγραμμη κατασκευή. Στο στόμιο τοποθετούσαν το μαγγανοπήγαδο που συγκέντρωνε το νερό σε δεξαμενές και από εκεί στα τεχνητά κανάλια για το πότισμα των περιβολιών. Αντίστοιχες φρεατοδεξαμενές εντοπίζονται στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αθήνα (Μέγαρο Δούκισσας της Πλακεντίας, όπου σήμερα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, φωτ. 33, σχέδιο από https://www.byzantinemuseum.gr/el/gardens/wellcistern/).

Φωτ. 33

Στη Σαλαμίνα φρεατοδεξαμενές εντοπίζονται στην περιοχή των ΠεριβολιώνΠαλιαμπέλων, κτήμα οικογένειας Νέζη, φωτ. 34) και του Αγίου Γεωργίου (κτήμα οικογένειας Ελευσινιώτη, φωτ. 35).

Η φρεατοδεξαμενή της οικογένειας Ελευσινιώτη συνδέεται με ένα τραγικό συμβάν· την εκτέλεση του νεαρού σαλαμινίου, Γεωργίου Ελευσινιώτη, από τους Γερμανούς, μία εβδομάδα περίπου πριν την αποχώρησή τους από την Ελλάδα (12.10.1944). Αεροπλάνο των συμμαχικών δυνάμεων είχε καταπέσει στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου και ο πιλότος είχε προσεδαφιστεί με το αλεξίπτωτό του στα χωράφια. Οι αγρότες τον εντόπισαν, έκρυψαν τα στρατιωτικά του ρούχα μέσα στο πηγάδι και τον έντυσαν με τα δικά τους ρούχα για να παραπλανήσουν τους Γερμανούς. Οι τελευταίοι είχαν δει από τον λόφο Πατρίς (όπου σήμερα η Παναγία η Ελευθερώτρια) να πέφτει το αεροπλάνο στην περιοχή. Έσπευσαν στο σημείο, εντόπισαν τα ρούχα του μέσα στο πηγάδι και αναγνώρισαν γρήγορα τον άγγλο αεροπόρο, τον οποίο και συνέλαβαν. Στο κτήμα παρευρισκόταν ο Γεώργιος Ελευσινιώτης, τον οποίο οι Γερμανοί οδήγησαν με τα πόδια λίγο παραπάνω και τον εκτέλεσαν μπροστά στη μητέρα του.

1950-2020

Το 1954 περίπου κατασκευάστηκε στη βορινή πλαγιά του βραχώδους όγκου του Προφήτη Ηλία μεγάλη, τσιμεντένια δεξαμενή. Αυτή τροφοδοτούταν με νερό από έναν αγωγό του Ναυστάθμου αλλά και από μεγάλα, ιδιωτικά πηγάδια που έστελναν το νερό εκεί με αντλία. Το νερό αυτό κατέληγε σε δημόσιες βρύσες που βρίσκονταν στην κεντρική αγορά της Κούλουρης, στην Παραλία και σε άλλες γειτονιές.

Τη δεκαετία του 1960 εμφανίζονται και οι νερουλάδες. Αυτοί με τις σούστες τους κουβαλούσαν νερό σε βαρέλια χωρητικότητας 200 έως 800 λίτρων και το πουλούσαν στα σπίτια. Από τις πλέον έντονες αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων ήταν το άκουσμα του κάρου και του ποδοβολητού του αλόγου του μπαρμπα-Νίκου Θεοχάρη από το Αμπελάκι, που περνούσε και πουλούσε νερό (φωτ. 36). Άλλος αμπελακιώτης νερουλάς ήταν ο Αργύρης Γκιόκας (Μάγκας). Γνωστοί νερουλάδες στην Κούλουρη ήταν ο Γιάννης και ο Σταύρος Ραπαντζίκος, οι οποίοι είχαν και δικά τους πηγάδια, ο Γιάννης Αντ. Περδικούρης, ο Γιώργος Μ. Καρνέσης και ο εν ζωή Μήτσος Φουρίκης.

Φωτ. 36

Μια ανάμνηση από τα παιδικά μου χρόνια (έτος γένν. 1969) είναι η ύπαρξη κοινοτικού, μεταλλικού κρουνού στη διασταύρωση των οδών Αχιλλέως και Λεωφ. Δημοκρατίας στο Καματερό. Τη διαχείριση του κρουνού είχε τότε η συγχωρεμένη, Φλώρα Καρνέση. Οι Καματεριώτες τής έδιναν ένα πενηνταράκι κι εκείνη τους έδινε το κλειδί για να ανοίξουν τον κρουνό. Στη συνέχεια συνέδεαν τον κρουνό με τη δεξαμενή του σπιτιού τους και χρησιμοποιώντας πλαστικούς σωλήνες κατά μήκος των δρόμων, την γέμιζαν με νερό.

Ας μην ξεχάσουμε και τα βυτία της ΟΥΛΕΝ που εμείς οι σημερινοί πενηντάρηδες τα ζήσαμε και τα θυμόμαστε καλά. Τα βυτία αυτά έπαιρναν νερό από αγωγό της ΟΥΛΕΝ, που βρισκόταν εντός του Ναυστάθμου και το πουλούσαν σε όλα τα σπίτια του νησιού. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, μάλιστα, η διανομή νερού με τα υδροφόρα οχήματα γινόταν νυχθημερόν σε όλα τα μέρη του νησιού που υπήρχαν παραθεριστικές κατοικίες. Μέχρι και σήμερα υπάρχει στην παραλιακή Λεωφ. Αιαντείου, λίγο πριν τη στροφή για τη Νέα Μενεμένη (ΝΑΤΟ), αγωγός που τροφοδοτεί τα υδροφόρα οχήματα και ο οποίος καλείται λήψη. Παρόμοια λήψη υπάρχει μέχρι και σήμερα λίγο πριν κάποιος εισέλθει στον οικισμό των Κανακίων.

Το 1971 συνδέθηκε η πόλη της Κούλουρης με την ΕΥΔΑΠ Ακολούθησαν το 1978-1979  οι περιοχές τής τότε Κοινότητας Αμπελακίων και σταδιακά όλες οι άλλες περιοχές του νησιού. Ο αγωγός σύνδεσης ήταν υποθαλάσσιος και βρισκόταν μεταξύ Καματερού και Περάματος. Γύρω στο 1983 ένα πλοίο έσπασε αυτόν τον αγωγό, καθώς αντί να κατευθυνθεί προς Ελευσίνα, κατευθύνθηκε από σφάλμα του καπετάνιου προς  τον κόλπο των Παλουκίων, αφήνοντας για έναν μήνα περίπου τις περιοχές της Κοινότητας Αμπελακίων χωρίς νερό.

Το Δίκτυο Ύδρευσης του Δήμου Σαλαμίνας παρέχει σήμερα νερό σε όλες σχεδόν τις οικίες και των πιο απομακρυσμένων παραθεριστικών περιοχών. Στις μέρες μας, μάλιστα, πραγματοποιείται η σύνδεση της Αίγινας με αγωγό της ΕΥΔΑΠ μέσω της περιοχής του Πέρανι, ένα έργο ζωής για το νησί αυτό του Σαρωνικού και αίτημα των Αιγινητών για αρκετές δεκαετίες.

Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό πως η ύπαρξη του νερού διαδραμάτισε ρόλο στη χάραξη της ιστορικής πορείας της Σαλαμίνας. Το φυσικό αυτό στοιχείο κληροδότησε σε εμάς τους Σαλαμινίους κατάλοιπα της παραδοσιακής τεχνολογίας, της τεχνογνωσίας και του λαϊκού πολιτισμού των προγόνων μας. Με δυο λόγια, τα απομεινάρια αυτά είναι τόποι μνήμης που μας συνδέουν με το ιστορικό μας παρελθόν και αποτελούν μέρος της τοπικής μας ταυτότητας.

Παναγιώτης Βελτανισιάν
Σεπτέμβριος 2020

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Με ξεγέννησε μαμμή στο Καματερό της Σαλαμίνας το καλοκαίρι του 1969. Διαβάζω έγγραφα του 17ου και του 18ου αιώνα και βρίσκω στοιχεία της μικροϊστορίας των τόπων. Σε ένα από τα χρόνια της διδασκαλίας μου έτυχε να είμαι συνάδελφος με τον καθηγητή που με άφησε στην Α΄ Λυκείου.