ΛΗΔΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ – ΕΡΓΑΤΡΙΕΣ

 

Tο βίντεο της εικαστικού και πρωτοπόρου της performance στην Ελλάδα, Λήδας Παπακωνσταντίνου, με τίτλο «Εργάτριες / Workers», είναι έργο του 2020, ωστόσο η πορεία του ξεκίνησε στις αρχές του ’70, την πρώτη φορά που η Παπακωνσταντίνου μπήκε στο «Εργοστάσιο».

Το Εργοστάσιο νηματουργίας των Σπετσών, γνωστό στους ντόπιους ως «του Δασκαλάκη», βρίσκεται ως ξενοδοχείο πια στην παραλία Κουνουπίτσα.

Ιδρύθηκε το 1920 από τον Δημήτρη Δασκαλάκη, φτάνοντας κάποια στιγμή να απασχολεί προσωπικό σε 3 βάρδιες. Οι σειρήνες στους δυο πύργους, αριστερά και δεξιά του κτιρίου, χτυπούσαν για την αλλαγή της βάρδιας και ο οξύς τους ήχος ακουγόταν σε όλο το νησί.

Πηγή: Ειρήνη Αθανασούλη
Πηγή: Π. Χαριτάτος

«Το εργοστάσιο έκλεισε στην Κατοχή και ξανάνοιξε μετά την απελευθέρωση. Θυμάται ένας παλιός υπάλληλος, ο Νίκος Κατσιμάνης: «Άνοιξε πάλι το 1945 από τα παιδιά του Δασκαλάκη. Το 1946 βγάζαν 300 πακέτα, δηλαδή 300 χρυσές λίρες την ημέρα, σε δυο βάρδιες. Οι μισθοί ήταν πολύ χαμηλοί. Όποιος μιλούσε, χαρακτηριζόταν αριστερός. Δεν μπορούσαν να συνδικαλιστούν». Λειτουργεί ακόμα μερικά χρόνια. Οι σημερινοί εξηντάρηδες θυμούνται πως κολυμπούσαν μπροστά στην παραλία, εκεί που έβγαινε το ζεστό θαλάσσιο νερό από τη ψύξη των μηχανημάτων. Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν το «εργοστάσιο» χρησιμοποιήθηκε σαν εργοστάσιο παροχής ηλεκτρικής ενέργειας που διανεμόταν στα σπίτια του νησιού μέχρι τη δεκαετία του 1950 που ανέλαβε η ΔΕΗ καθώς επίσης και σαν εργοστάσιο παραγωγής πάγου. Ο πάγος χρησίμευε για τη διατήρηση των ψαριών που αποστέλλονταν στην ψαραγορά του Πειραιά. Αυτό κράτησε μέχρι τη δεκαετία του 1960.

Το εργοστάσιο κλείνει και αρχίζει να ερειπώνεται στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας που το κατάσχεσε». [1]

Όταν η Παπακωνσταντίνου το επισκέπτεται για πρώτη φορά, εισέρχεται στο εναπομείναν κέλυφος του κτιρίου, μπαίνει σ’ ένα κουφάρι με παρατημένα εδώ κι εκεί όχι μόνο αντικείμενα όπως η «κορώνα» ή τα ξεθωριασμένα νήματα που παρέπεμπαν στην εποχή της πλήρους και αδιατάρακτης λειτουργίας του, αλλά βρίσκει και καρτέλες καταγραφής εργατών, κυρίως γυναικών που αποτελούσαν το μεγαλύτερο ποσοστό του εργατικού δυναμικού του εργοστασίου. Ο εγκαταλελειμμένος χώρος, αρχίζει να φανερώνει τις πνοές του, τον μόχθο των εργατριών, την ταλαιπωρία των σωμάτων, τον επιβεβλημένο τρόμο της εργοδοσίας, ζωές που χάθηκαν πάνω στις μηχανές δουλεύοντας δωδεκάωρα, άλλες που άντεξαν. Η δικαίωση των αφανισμένων, η επαναφορά τους στη μνήμη με όνομα και επώνυμο.

Photo: Courtesy of the artist
Photo: Courtesy of the artist

«Για να προσλάβουν μια γειτονοπούλα, οι γονείς τη δήλωσαν ως μεγαλύτερη. Ήταν τόσο μικρή που ανέβαινε σε σκαμνί για να φτάνει». Άλλοι περιγράφουν την αυστηρότητα της διεύθυνσης, που ερευνούσε το προσωπικό όταν έβγαινε (υπήρχε το επάγγελμα της «ψάχτρας») ή τις συνθήκες υγιεινής, που είχαν ως αποτέλεσμα πολλά κορίτσια να βγαίνουν φθισικά». [1]

 

ΤΗΕ ΒΟΧ

Ο πρώτος διάλογος με τις θεματικές που αναδύθηκαν κατά την ενασχόληση τής Παπακωνσταντίνου με το «Εργοστάσιο», θα γίνει το 1981, με το έργο της «The Box / To Κουτί». Κεντρικά στον εκθεσιακό χώρο (Gallery 3), τοποθετήθηκε ένα κουτί 150εκ. X 400εκ. X 150εκ. και εκεί σε τρείς χώρους που φτιάχτηκαν στο εσωτερικό του η Παπακωνσταντίνου και η συνεργάτιδά της Lesley Walton, ζούσαν τέσσερις ώρες καθημερινά, απομονωμένη η καθεμιά σε έναν από τους ακριανούς χώρους με κοινό τόπο συνάντησης τον κεντρικό. Ελάχιστα συνευρέθηκαν στον κοινό χώρο κατά τη διάρκεια της performance.  Στο δάπεδο διάσπαρτες ξύλινες κουβαρίστρες και μπλε κεραμικές καρδιές, επάνω στις οποίες έπρεπε να πατήσει ο θεατής για να προσεγγίσει το κουτί και να δει το εσωτερικό του από φακούς τοποθετημένους στις πλευρές του. Τα βήματα των θεατών έφτιαχναν νέα θραύσματα, συναντούσαν σωσμένα κομμάτια μνήμης και ιστορίας, καθώς τα σώματα των δυο γυναικών προέβαιναν σε ανασύσταση ενός πρόσκαιρου όλου μέσα από σπαράγματα συμβολισμών συνδέοντας το επίκαιρο τις εποχής τους με την προσωπική και συλλογική μνήμη.

Photo: Courtesy of the artist
Photo: Courtesy of the artist
Photo: Courtesy of the artist

Στους τοίχους ήταν αναρτημένη η κορώνα που είχε βρεθεί στο ερειπωμένο εργοστάσιο, έγγραφα σχετικά με τη γυναικεία απασχόληση, κάρτες εργασίας, πειθαρχικά σημειώματα, η φωτογραφία μιας γυναίκας που στέκεται μέσα στα χαλάσματα του εργοστασίου και κεντά ένα μαντήλι.

Photo: Courtesy of the artist

 

ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΥΠΟΓΡΑΨΩ

Πέρασαν 32 χρόνια και το Κουτί παρέμενε ανοιχτό, ως μια χειρονομία που διέσχιζε το χρόνο ανασκάπτοντας αθόρυβα, έως ότου το 2013 η Λήδα Παπακωνσταντίνου συναντήθηκε με την δια ζώσης αφήγηση των εργατριών του «Εργοστασίου», που καταγράφει στο βίντεο «Εργάτριες».  Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες αυτών των γυναικών, που ξεκίνησαν ως παιδιά να εργάζονται σε συνθήκες κάτεργου, δεν είναι διηγήσεις που έχουν αξία αρχειακής καταγραφής και μόνο. Έχουν συνδέσεις ζωντανές στο παρόν, στην τωρινή συνθήκη, σε αγριότητες που εξακολουθούν να συμβαίνουν στα εργασιακά περιβάλλοντα, γιατί το σύνθημα «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», δεν βρήκε ώρα και τόπο να αποδοθεί στο αίτημα το δίκιο. Οι ευάλωτοι ακόμη συνθλίβονται, ακόμη διεκδικούν.

Στην έγγραφη απειλή από τη διεύθυνση του εργοστασίου προς μια εργάτρια τον Δεκέμβρη του 1941, αντί υπογραφής αχνοφαίνεται η φράση της: «Αρνούμαι να υπογράψω», και ο κρότος της δύναμής της σκάει σε κάθε γράμμα, διαλύοντας το πνεύμα του εξουσιαστή.

Σήμερα 50 χρόνια από την πρώτη φορά που η Λήδα Παπακωνσταντίνου μπήκε στο ερείπιο του «Εργοστασίου», με αλλαγμένη πια τη χρήση του κτιρίου, παραδομένου στις ακριβές υπηρεσίες του τουρισμού, φαίνεται πως το Κουτί κλείνει με το βίντεο «Εργάτριες», ένα έργο έμβιο ως σώμα που ήρθε η ώρα του να ξαποστάσει, δίχως στιγμή να πάψει να μας μιλά.

.


Video «Εργάτριες»

 

Ευχαριστούμε την Λήδα Παπακωνσταντίνου για την παραχώρηση των φωτογραφιών και του βίντεο.

.


[1] Πέτρος Χαριτάτος, Ανεξευρεύνητες Σπέτσες, εκδ. Road

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
H Υρώ επιμένει στο "Υ" και αρνείται το "Η", με ένα ή δυο "Τ". Καμιά φορά γράφει σε τσιγαρόχαρτα, και καπνίζει στριφτά τσιγάρα μαζί με λέξεις όπως ο Λουις Φελίπε Πινέδα. Oι Μπάρτλεμπυ της γραφής είναι οι αγαπημένοι της αναχωρητές.