«Υποτιμήθηκε η ψυχή μας
και είναι αργά να αγοράσουμε οτιδήποτε»

Αλ. Τραϊανός

 

Ο Αλέξης Τραϊανός στέλνει στην αγαπημένη του φίλη και ποιήτρια Νανά Ησαΐα ένα γράμμα πικρό, δηκτικό, που μοιάζει να είναι αυτό που τερματίζει τη σχέση τους. Βρισκόμαστε 27 μήνες πριν από τον οριστικό θάνατό του σε μια έρημη τοποθεσία στο Καπανδρίτι Αττικής όπου θα εισπνεύσει τα καυσαέρια του αυτοκινήτου του. Όλη του τη ζωή πραγματοποιεί αλλεπάλληλες απόπειρες. Η συναισθηματική αναστάτωση που βιώνει ταυτίζεται με την καταστροφική του ικανότητα να μπορεί να διαισθάνεται τον νεωτερικό ζόφο. Γεγονός που δεν τον αφήνει να εφησυχάσει ώστε να παραδοθεί ανεμπόδιστα και απενοχοποιημένα σε μια ποιητική ανέλιξη. Ο Αλέξης Τραϊανός είναι ο μεγαλύτερος ποιητής της εποχής του με την μικρότερη διάθεση να υποδυθεί τον ποιητή. Με το ένα χέρι έγραφε και με το άλλο έκανε χειραψία σφιχτή με την ματαιότητα των πραγμάτων. Το περιστατικό που περιγράφει στην επιστολή, και το οποίο συνέβη κατά τη βάρδιά του στο αεροδρόμιο όπου εργαζόταν ως ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας το επιβεβαιώνει με τον πιο αλληγορικό τρόπο.

Λυρισμός και μηδενισμός σε συγκατοίκηση μέσα σε γκαρσονιέρα.

Σ.Ρ.

 


 

[Προς τη Νανά Ησαΐα]

 

Αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης
Νύχτα της 9.2.78

 

Σε ψάχνω στην ψυχή μου και δε σε βρίσκω – Σε ψάχνω στο τηλέφωνο και πάλι δε σε βρίσκω. Αναγκάζομαι έτσι να σου γράψω δυο λόγια για να σε πληροφορήσω πως πήρα τα βιβλία σου, μια και μου φαίνεται πως αυτό σ’ ενδιαφέρει πιο πολύ, παρά τί γίνομαι εγώ. Αλλά η δικιά μου σιωπή συμπίπτει και με τη δικιά σου. Να πω την αλήθεια δεν έχω όρεξη για τίποτα. Έχω κουραστεί απ’ όλα – κι απ’ την ποίηση ακόμα. Θέλω να πω δε με εκφράζει. Υπήρξα πάντα ένας extremist, κι όσο περνά ο καιρός βρίσκω να σπάζουν κι αυτά τα ελάχιστα όρια-απομεινάρια. Μού τό ‘πες  όμως κι εσύ κάποτε πως ο χώρος μου είναι «στενός». Συμφωνώ, αλλ’ ας γίνει ό,τι είναι να γίνει. Δε γράφω ή πολύ ελάχιστα, ούτε διαβάζω, ούτε βρίσκομαι και στο σπίτι μου συχνά. Δεν μπορώ να συγκατοικήσω με το θηρίο άλλο πια.

Ποιήτρια

Έχω ρίξει μια ματιά στα βιβλία σου κι είδα πως μπήκες για τα καλά μες στο φορμαλισμό. Γιατί χάνεσαι; Άρχισες να μου θυμίζεις Bergson και Proust! Γιατί δε διαβάζεις Παμπούδη ή Τραϊανό!

Πριν από λίγο μπήκα στο διάδρομο προσγείωσης και περιμάζεψα ένα νεκρό λαγό που τον χτύπησε στην προσγείωση το τελευταίο αποψινό αεροπλάνο των Αθηνών. Το κεφάλι του ήταν μια άμορφη μάζα γεμάτη αίματα. Το κορμί του όμως απόλυτα εντάξει. Τον τύλιξα σε μια εφημερίδα που βρήκα μες το αυτοκίνητο και τον έφερα στο γραφείο μου. Είμαι μόνος τώρα εδώ. Το αεροπλάνο έχει βάλει μπροστά για να φύγει. Τα αίματα έχουν περάσει την εφημερίδα. Η ώρα, τα μεσάνυχτα. Είμαι πολύ λυπημένος μ’ αυτό το τέλος του «τρελού λαγού» της Θεσσαλονίκης. Ίσως να τον κάνω ποίημα κάποτε. Κι ίσως να τα ξαναπούμε κάποτε στο μέλλον το πολύ κοντινό ή το πολύ μακρινό.

Σε φιλώ,
Αλέξης

.

Πηγή:
Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας Ερειπίων – Τα Ποιήματα,
εκδ. ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα 1991

 




SOZOPOLIS
Ο στίχος του Αλέξη Τραϊανού τατουάζ στο Sozopolis
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Πλατφόρμα μάχης για την επανοικειοποίηση του ρεμβασμού.