Στις πολλαπλές μου προσπάθειες να συνθέσω ένα κείμενο για την πιθανή σύζευξη μιας θεώρησης της ανδρικής ταυτότητας με τη φεμινιστική πρωτοπορία και ιστορία, προσέκοψα και προσκόπτω σε μακροσκελέστατες αναπτύξεις και αναλύσεις βασικών όρων και ιστορικών σημείων, σε επίμοχθες ανασκευές παραδεδομένων ή ημιφανών απόψεων, στην υποχρεωτική προσφυγή σε μια περίπλοκη φιλοσοφική σειρά. Καλώς ή κακώς, η ευρύτερη αυτή θεματολογία φλέγεται και διαρρέει, και μια πραγματική αναλυτική της προσέγγιση θα κόστιζε πιθανότατα ένα αρκετά εξειδικευμένο τομίδιο φιλοσοφικής φιλολογίας.

Σαγηνεμένος από το ν’ αποφύγω ένα κείμενο γλωσσοδέτη για την κατάθεση κάποιων κεντρικών ιδεών, θα προσπαθήσω ν’ αναπτύξω περισσότερο αδρά παρά ακαδημαϊκά κάποια καίρια σημεία του σκεπτικού μιας τέτοια σύζευξης, τις δυνάμει γονιμοποιούσες ιδέες της, τα πιθανά της συμπεράσματα.

*

Θεμέλιος σκοπός αυτής της ανάπτυξης είναι η παροχή μιας εικασίας για τη διαμόρφωση του ανδρικού κοινωνικού φύλου· το ζήτημα αυτό φαίνεται από τα πλέον καίρια στις συζητήσεις, επίσημες και ανεπίσημες, της καθημερινότητας και των κοινωνικών μας αναμοχλεύσεων, με την παρουσία, τις ενέργειες και το ιστορικό φορτίο του ηγεμονικού ανδρικού τύπου να είναι διαρκής όρος αναφοράς. Το φεμινιστικό κίνημα, εδώ και έναν και πλέον αιώνα, είναι αναντίρρητα μάλλον το πρώτο που έθεσε ως έναν από τους κεντρικούς του στόχους την αμφισβήτηση των έμφυλων προσδιορισμών και στερεοτύπων, την εξερεύνηση της σχετικότητας των θεσφάτων της ιστορικής ανδρικής εξουσίας, την ανακάλυψη ή και εφεύρεση νέων δυνατοτήτων για τη διαμόρφωση και τη γένεση μιας έμφυλης ταυτότητας.

Αυτό που ως ένα σημείο μάς λείπει, ή εκεί όπου οι απορίες συγχίζουν και στίζουν ακόμη τους διαλόγους, είναι το πώς είναι δυνατό η (αφανής ή εμφανής) ομοταξία των ανδρών να συνεχίζει να διατηρεί και να κληροδοτεί, με τέτοια διάδοση και μονιμότητα, τις ίδιες πρακτικές διάκρισης και καταπίεσης που έχουν στοιχίσει τόση βία ανά τους αιώνες σε κάθε άλλη ουσιαστικά κοινωνική ομάδα. Ο μοναδικός σχεδόν αντίλογος που ακούγεται και συζητιέται στα επίκαιρα προβλήματα αφορά την επαλήθευση των κακοποιητικών τάσεων του άνδρα και την απόπειρα αθώωσης της ασυμμόρφωτης θέσης του, είτε για λόγους ψευδοβιολογικούς, είτε για λόγους μιας ορισμένης ιστορικής οπτικής, είτε και για λόγους απλώς πολιτικούς και θεολογικούς.

Δεν έχουμε να παρουσιάσουμε καμία σχεδόν εμβάθυνση για τη ζωή εντός του ανδρικού τύπου, για τον εσωτερικό του κόσμο απαλλαγμένο από την πρωτοκαθεδρία των στερεοτύπων – που τόσο έχουν αμφισβητηθεί τις τελευταίες δεκαετίες –,  για τον δικό του, ατομικό και κοινοποιήσιμο λόγο, πέρα από τη θλιβερή στενότητα των κοινωνικών ορίων που κληρονομεί και αποδέχεται.

*

Θα πρέπει τότε λοιπόν να εξάγουμε, ένεκα η αορατότητα και σιγή του ανδρικού εσωτερικού κόσμου, ότι οι επιβλαβείς διακλαδώσεις της κυριαρχίας του είναι αμετάκλητοι όροι της ίδιας του της επιβίωσης; Και ναι, και όχι. Αν και είναι αναμφίβολο πως πάρα πολλά από τα προβλήματα των έμφυλων διακρίσεων, του σεξισμού, ανάγονται άμεσα στη στάση και τις πρακτικές του ανδρικού τύπου, τούτο δεν σημαίνει υποχρεωτικά πως για να είσαι άνδρας, να αισθάνεσαι και να αυτοπροσδιορίζεσαι ως τέτοιος, θα πρέπει και να διαιωνίζεις την εγκυρότητα της ατομικής σου ταυτότητας μέσω της επιβολής σου προς καθετί ανόμοιο ή παρεκκλίνον.

Για να είναι ωστόσο μία τέτοια θέση δυνατή, θα πρέπει να θεωρήσουμε το πώς θα ήταν εφικτό να προσδιοριστεί ο ανδρικός τύπος δίχως να καταφύγει είτε στην επικύρωση της κοινωνικής του επιβολής και καταπίεσης επί των άλλων, είτε στην αποδοχή των ιστορικών στερεοτύπων που αποκλείουν ένα τεράστιο ποσοστό των ιδιοτήτων μιας ατομικότητας. Αναφέρομαι στα ιδεώδη και αφηγήματα του ήρωα, του επιβήτορα, του οικογενειάρχη, του αδίστακτου θύτη, του εξουσιαστή και αφέντη. Θα ήταν επίπονο και ατελεύτητο ίσως να απορρίψω μία δέσμη τόσο ογκώδη των ιστορικών τύπων του άνδρα ως μοναδικούς και βασικούς συντελεστές μιας ολοκληρωμένης ταυτότητας, οπότε θα πρέπει εδώ να αρκεστώ στο να πω πως αυτές είναι κυρίως καταστροφικές και αυτοκαταστροφικές δυνάμεις της κοινωνικής συνοχής, και πως το αποτέλεσμά τους είναι κατά βάση η τρομοκρατία, η θνησιγένεια και ο πόλεμος· κοντολογίς, μια ολική διάλυση της κοινωνίας.

Θα πρέπει λοιπόν να διερωτηθούμε ποιο πιθανό αίτιο οδηγεί σε αυτή την έμφυλη διαμόρφωση, εφόσον η μαζική πλειοψηφία των όρων που τη συνθέτει βλάπτουν και διαλύουν τόσο το ανδρικό άτομο, όσο και καθετί υποταγμένο σε αυτό. Θα απορρίψουμε εξαρχής πως η θέση του κυρίαρχου και κακοποιού είναι ανθρωπίνως ζηλευτή και απελευθερωτική· εάν κάτι τέτοιο ίσχυε, τα έμφυλα κοινωνικά προβλήματα και αναταράξεις θα είχαν λυθεί πριν χιλιετηρίδες, και δεν θα είχαμε καν θέμα συζήτησης.

Θέση μας λοιπόν είναι πως ο άνδρας (και εδώ αναφερόμαστε και πάλι στον ετεροκανονικό, ιστορικά ηγεμονικό τύπο άνδρα) δεν υπάρχει ως τέτοιος λόγω της ελευθερίας του να επιβάλλεται πάνω σε άλλους. Δεν είναι μήτε μοίρα του, μήτε υποχρεωτικό του όριο να αποδέχεται την καταπίεση και τη βία ως θεμέλια της κοινωνικής του επιβίωσης. Θέση μας είναι πως αυτά αποτελούν συμπτώματα και επεκτάσεις της καταπίεσης επί του ίδιου του του εαυτού, στερεότυπα και στάσεις που εξαναγκαστικά υιοθετεί και χρησιμοποιεί για να αναγνωριστεί ως άνδρας.

Μια τέτοια ιδέα, φυσικά, δεν μας είναι καθόλου ξένη· βρίσκει πάρα πολλές από τις απαρχές της στη φεμινιστική παράδοση και αγώνα, εκτεινόμενη ώς το σήμερα, όπου η αποδόμηση των στερεοτύπων επί της γυναικείας ταυτότητας οδήγησε και οδηγεί ακόμη σε μία όλο και μεγαλύτερη απελευθέρωση των γυναικών από τα δεσμά που έχουν επιβληθεί από την ανδρική εξουσία. Ίσως περιττεύει να αναφέρουμε πως ένα σημαντικό ποσοστό αυτών των δεσμών ανάγονται μεν στην επιβολή του ανδρικού αφηγήματος επί των γυναικών, συντηρούνται ωστόσο και κληροδοτούνται συχνά από τα ίδια τα γυναικεία υποκείμενα, είτε ακούσια, είτε ως μέσο κοινωνικής αυτοπροστασίας, είτε και καθαρά υπό απειλή.

Ο ανδρικός τύπος ωστόσο, δεν έχει έναν τέτοιον μπαμπούλα από πάνω του· συντηρεί την ταυτότητά του αυτόνομα, δίχως την πραγματική απειλή κάποιου ανόμοιου μ’ αυτόν, στηριζόμενος αποκλειστικά στις διαμορφώσεις της δικής του ταυτότητας από τον εαυτό του. Ποιο πράγμα λοιπόν οδηγεί και εξαναγκάζει σε αυτόν τον δρόμο της ερήμωσης και του κοινωνικού φόβου; Ποιος είναι ο εξουσιαστής του άνδρα, όπως ανάλογα είναι ο ίδιος για όλα τα υπόλοιπα φύλα και ταυτότητες, εφόσον δεχτούμε πως δεν μπορεί μήτε καν ο ίδιος να επιβιώσει μέσα στο καλούπι που υιοθετεί;

*

Η εικασία που θέτει το παρόν κείμενο είναι πως ο άνδρας, όπως τον αναγνωρίζουμε ιστορικά και κοινωνικά μέχρι και σήμερα, δημιουργείται ως έμφυλη ταυτότητα μέσω της εγκατάλειψής του από ολόκληρο το ανδρικό φύλο. Όπως αναφέραμε και παραπάνω, δεν θεωρούμε πως μήτε η κακοποιητική επιβολή του, μήτε οι παροχές της κοινωνικής του εξουσίας δεν είναι αρκετά για να δεσμεύσουν και να συντηρούν μέχρι και σήμερα μία ολόκληρη έμφυλη ταυτότητα. Το αίτιο αυτών των συμπτωμάτων θα πρέπει να πηγάζει από έναν γενεσιουργό όρο, έναν παράγοντα που έχει τη δύναμη να αντιπαρέρχεται τις επιπτώσεις της πρόκλησης βίας επί των άλλων, της παραβίασης, της αυτοκαταστροφικής προσήλωσης σε μία σχεδόν βέβαιη προοπτική προσωπικής δυστυχίας και πόνου.

Το να είσαι ο καλύτερος και δυνατότερος δεν είναι απλώς ένας ευαγγελισμός ευτυχίας και ελευθερίας, σημαίνει επίσης ότι κάποιος άλλος, διαρκώς, προσπαθεί να σε κατατροπώσει και να σε ακυρώσει. Το να είσαι γυναικάς και γαμιάς δεν σημαίνει απλώς ότι ορέγεσαι να ικανοποιείς τις ερωτικές σου διαθέσεις, σημαίνει επίσης ότι δεν έχεις άλλη επιλογή σεξουαλικής αυτοεικόνας παρά αυτήν και μόνον

Ο άνδρας δεν γίνεται άνδρας, και δεν παραμένει τέτοιος, επειδή κάποιος – άλλος άνδρας – του έμαθε πως τα αγόρια δεν κλαίνε, πως τα αγόρια δεν ακούν στο όχι, πως τα αγόρια ξυλοφορτώνουν όποιον τους ενοχλήσει. Στην πραγματικότητα, το μόνο πιθανό είναι πως κανένας άλλος άνδρας δεν του έμαθε ποτέ μάλλον τίποτα· εάν υπήρχε έστω και η ελάχιστη στοίβαξη δεδομένων και πραγματικών εμπειριών εντός της κουλτούρας του ανδρικού φύλου, θα είχαμε και μία ελάχιστη πρόοδο ενδοσκόπησης και μεταμορφώσεων, ελαστικότητας και ρευστότητας των ορίων και δυνατοτήτων της ανδρικής ταυτότητας, θα είχαμε ένα ελάχιστο εύρος ποικιλίας και αποδεκτών αποκλίσεων.

Ο άνδρας γίνεται άνδρας, ή μάλλον το αγόρι γίνεται άνδρας, τη στιγμή που θα πιστεί και θα πιστέψει πως άνδρας είναι αυτός που προστατεύεται έναντι όλων των ομοίων του. Αν επιστρέψουμε σε όλες τις επιφανειακές προτάσεις που συνοδεύουν το ανδρικό φύλο, θα δούμε πως από πίσω κρύβεται πρωτίστως μία απαρέγκλιτη κατάσταση μοναξιάς, παρά βίας και κυριαρχίας. Το να είσαι ο καλύτερος και δυνατότερος δεν είναι απλώς ένας ευαγγελισμός ευτυχίας και ελευθερίας, σημαίνει επίσης ότι κάποιος άλλος, διαρκώς, προσπαθεί να σε κατατροπώσει και να σε ακυρώσει. Το να είσαι γυναικάς και γαμιάς δεν σημαίνει απλώς ότι ορέγεσαι να ικανοποιείς τις ερωτικές σου διαθέσεις, σημαίνει επίσης ότι δεν έχεις άλλη επιλογή σεξουαλικής αυτοεικόνας παρά αυτήν και μόνον – με τη  πιθανή της αποτυχία να σε αποκλείει αυτόματα από την επίτευξη του ανδρισμού σου με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, καταρρίπτοντας έτσι και οποιαδήποτε πιθανότητα διαφοροποίησης και αναγνώρισης μιας πολλαπλότητας και ισορροπίας με τους υπόλοιπους άνδρες εντός του κοινωνικού σου φύλου.

Η κατάσταση που θέτει σε τροχιά όλον αυτόν τον πανικό και κίνδυνο, δεν είναι μια σειρά προταγμάτων που οι άνδρες φυλάσσουν ώστε να μεταδώσουν στα αγόρια· πλάθεται πολύ πιο σιωπηλά, άφωνα και αναπόδεικτα, από τον διαρκή πόλεμο μέσα στον οποίο θα γεννηθεί το νεαρό αγόρι. Αυτό που βλέπει να συμβαίνει συνεχώς γύρω του, και αυτό που θα μάθει και θα αφομοιώσει, δεν είναι τα ευτυχή αποτελέσματα του γάμου του πατέρα του, η ψυχολογική ευεξία του σεξουαλικά ενεργού, η απόλυτη ικανοποίηση του κυρίαρχου· είναι πως όλα αυτά τα δείγματα του ανδρικού τύπου, και τα μόνα που έχει να ταυτίσει με τον εαυτό του, βρίσκονται εκεί χωρίς κανέναν φαινομενικά δεσμό με τους ομοίους τους. Είναι κάτοχοι της ταυτότητάς τους, εξού και του αληθινού ανδρισμού τους, αυτοτελώς και ανεξάρτητα, μόνοι και αμέτοχοι εξωγενών καθορισμών, χωρίς καμία εκπροσώπηση μιας ευρύτερης ανδρικής κοινότητας. Στην πραγματικότητα, το μόνο πράγμα που δύνανται να εκπροσωπήσουν είναι πως αληθινός άνδρας είναι αυτός που φτάνει να μην ταυτίζεται και να μην καθορίζεται από κανέναν άλλον που του μοιάζει.

*

Αυτές οι προτάσεις ίσως φανούν παράλογες σε μία έξωθεν ματιά της ανδρικής κουλτούρας. Φαίνεται πως οι τοξικότερες προβολές του άνδρα μέσα στην κοινωνία συνδέονται (από τον ίδιο, αλλά και τους υπόλοιπους) με ένα ευρύτερο αφήγημα ανδρισμού, του οποίου η δικαιολόγηση έχει να κάνει με έναν τύπο “αληθινού” ή “πραγματικού” άνδρα.

Αν και ο συνήθης ενικός και μόνο (σε αντιδιαστολή με όλες τις υπόλοιπες ομάδες, που είθισται να διαφηγούνται στον πληθυντικό, όπως “οι γυναίκες, οι γκέι, οι ξένοι”) θα έπρεπε να μας κινεί αυτούσιος τις υποψίες, είναι σημαντικό να κρατήσουμε κατά νου πως πίσω από αυτόν τον “αληθινό” άνδρα δεν κρύβεται ποτέ σχεδόν κάποιο αληθινό πρόσωπο. Ο “αληθινός” αυτός άνδρας δεν είναι ένα παράδειγμα, ιστορικό ή βιωματικό, αλλά ένα ίνδαλμα, μία έννοια δηλαδή απρόσωπη, εξώ-πραγματική και αόριστη. Τοποθετείται, κατά το πρόταγμά της, πάνω και εκτός των αληθινών ανδρικών προσώπων, και στην πραγματικότητα αποτείνεται προς έναν αυτοσκοπό που ο ίδιος ο άνδρας τείνει να κατέχει, μία ταυτότητα αδιασύνδετη με την ομάδα, μία θέση μοναδικότητας που ο άνδρας αποπειράται να επιτύχει ώστε να υπάρξει· και που ώς ένα σημείο επιτυγχάνει, και μόνο με την ανάληψή της ως αυτοπροσδιορισμό.

*

Αν κοιτάξουμε κάποια από τα κοινωνικά παραδείγματα της ανδρικής κακοποίησης, του κοινωνικού μίσους και των διακρίσεων, θα δούμε πως πολύ συχνά συνδέονται με τάσεις μιας άμεσης ομαδοποίησης και συνοχής της ανδρικής κοινότητας. Το παράδειγμα της ανδρικής ομοφοβίας είναι ίσως από τα ενδεικτικότερα σε αυτόν τον τομέα, και αξίζει να παρατηρήσουμε πως δεν είναι καθόλου απίθανο να υπερβαίνει θρησκευτικές και νομικές προκαταλήψεις: οι ομοφυλόφιλοι άνδρες συνδέονται άμεσα και αναπότρεπτα με τους ομοίους τους, εξ ορισμού, και οι διακρίσεις εις βάρος τους ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάλογες προς τις ομοφυλόφιλες γυναίκες. Η οριακά ενστικτώδης απώθηση προς αυτούς από την πλευρά των ετεροκανονικών, ετεροφυλόφιλων ανδρών, μία απώθηση που γίνεται φανερή ήδη από τα προ-εφηβικά στάδια της ζωής των αγοριών, έχει να κάνει περισσότερο με μία διάρρηξη της ανδρικής κοσμοθεώρησης, παρά με έναν εύλογα διατυπωμένο σεξιστικό χάρτη. Δεν είναι ο αποκλεισμός των γυναικών ως ερωτικά ταίρια που τρομάζει τους περισσότερους άνδρες, μα η θέαση όλων των άλλων ανδρών, εκ μέρους των γκέι, ως μία συνεκτική ομάδα έλξης και ενδιαφέροντος· κάτι που ο “άνδρας”, ο ένας, αληθινός και αφηρημένος άνδρας, απορρίπτει μόνο και μόνο για να υπάρξει.

Σε μία ακόμη ακραία διάδοση του ανδρικού μίσους, αυτήν της κακοποίησης των γυναικών συντρόφων και μελών της οικογένειας, μπορούμε να παρατηρήσουμε και πάλι αυτό το φοβικό κυνήγι της ανδρικής μοναδικότητας. Η κακοποίηση των γυναικών, ψυχολογική, σωματική και σεξουαλική, διενεργείται σχεδόν πάντα μαζί με τον αποκλεισμό τους από κάθε άλλο “ξένο” ανδρικό υποκείμενο. Ακόμη και σε περιπτώσεις που η γυναικεία κακοποίηση περιλαμβάνει άνω του ενός ανδρός, ο τρόπος που διενεργείται βασίζεται σημαντικά στην απομάκρυνσή της από κάθε άλλο ανδρικό άτομο. Είτε αφορά τη διάπλαση των νεαρών κοριτσιών από τους πατέρες με την απαγόρευση σχέσεων με άνδρες εκτός της οικογένειας, είτε αφορά το γεγονός του βιασμού με τον βίαιο περιορισμό στη θέληση του θύτη, είτε ακόμη και τα περιώνυμα περιστατικά ζηλοτυπίας, όπου η τιμωρία για ευρύτερες σεξουαλικές σχέσεις εκτείνεται από τη λεκτική βία και τον ξυλοδαρμό έως τη γυναικοκτονία.

Ακόμη και στο παράδειγμα της μεταξύ ανδρών φιλίας, ένα φαινόμενο της ανδρικής κουλτούρας πράγματι ευρέως αποδεκτό και παρατηρήσιμο, οι σχέσεις τρωτότητας και συναλλαγής προσωπικών αμφιβολιών και μυστικών είναι εξαιρετικά σπάνιες. Οι “αντροπαρέες” και οι κολλητοί μοιράζονται και συμβιώνουν με πολλή τρυφερότητα και αλληλεγγύη, αυτό όμως συντελείται στον βαθμό που δεν αποκλίνουν εκ των προτέρων από τα θέσφατα του ανδρισμού, ή έστω από τη δεδηλωμένη τους επιδίωξη των ανδρικών προτύπων. Διαφορές φθόνου και μειονεξίας λύνονται με τον ίδιο τρόπο που λύνονται και στον ευρύτερο ανδρικό κόσμο, είτε με την αποσιώπηση, είτε με τη βία, είτε με την κατάργηση της φιλικής σχέσης.

Με αυτά τα παραδείγματα θέλουμε να επιστήσουμε την προσοχή στο ότι η εν γένει κακοποιητική συμπεριφορά των ανδρών, ενέχοντας σχεδόν μόνιμα την απόπειρα εγκαθίδρυσης του ενός και μοναδικού άνδρα, πηγάζει περισσότερο από τη φαντασιακή αυτοπροστασία τους προς όλο το υπόλοιπο ανδρικό φύλο, παρά από μία αναπότρεπτη ροπή προς τη βία κατά των άλλων. Και αυτού του είδους η αυτοπροστασία, μορφοποιείται μεν προς τα ανδρικά πρότυπα που το αγόρι τείνει να αποδεχτεί, γεννάται ωστόσο από την έμφυλη υπόσταση αυτών των προτύπων· από το γεγονός ότι απορρίπτουν και αμύνονται διαρκώς κατά όλων των υπολοίπων ανδρών, πράγμα που αποτελεί και τον αποκλειστικό τρόπο που υφίστανται ως πρότυπα.

*

Εάν οι εικασίες αυτές ενέχουν την όποια ακρίβεια, το τοπίο που διαγράφουν είναι φοβερά περιοριστικό και απάνθρωπο. Τα αγόρια παρωθούνται να εισέλθουν σε έναν κόσμο αυτοπεριορισμών και εξαναγκασμού, αδύνατα σχεδόν να συνάψουν σχέσεις αλληλεγγύης, συναίσθησης και μοιράσματος με τους ομοίους τους. Εγκαταλείπονται κατά σειρά απ’ τους πατέρες τους, τους δασκάλους και τους γυμναστές τους, από τους φίλους τους, από τα προσωπικά τους ανδρικά ινδάλματα, και εν τέλει από την ίδια τους την ταυτότητα – μιας και μια ταυτότητα αυτόνομη και αποκλεισμένη παύει να έχει την όποια συνοχή με τον κόσμο.

Δεν θέλω να προτείνω πως η κατάσταση που περιέγραψα είναι τόσο απλουστευμένη, ή τόσο αναπότρεπτη και ριζική. Η προσπάθειά μου έγκειται στο να αναδείξω πως ο ανδρικός πόνος, το θεμελιώδες συναίσθημα που το κείμενο αυτό επεξηγεί, έχει πολύ συχνά νόημα και έρεισμα. Ο τρόμος που διέπει τον κακοποιό, τον θύτη και τον αριβίστα, δεν είναι αμελητέος από έμφυλη σκοπιά – αν και είναι αδιανόητο να είναι αποδεκτή από εμάς η όποια βίαια πράξη και στάση, το πρόσωπο που τη διενεργεί έχει βαρύνουσα σημασία, μιας και υπό πολλές έννοιες εκπροσωπεί την αγωνιώδη κατάσταση ενός ολόκληρου κοινωνικού φύλου.

Επίσης, στο παρόν κείμενο χρησιμοποιήθηκε κατά βάση μία αρκετά παραδοσιακή και ανελαστική τυπολογία των κοινωνικών φύλων. Δεν θέλω να δώσω την εντύπωση πως είναι προσωπικό μου πιστεύω πως οι έμφυλες σχέσεις ή τα έμφυλα προσωπεία καθορίζουν τα πάντα μέσα στις κοινωνίες και την ιστορία· ούτε επίσης πως τα θεωρώ στατικούς και αμετάλλακτους όρους. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, το κοινωνικό φύλο, άνδρας, γυναίκα, διεμφυλικό και εκτός διπόλων, έχει έναν πολύ πιο ρευστό και απαρατήρητο δυναμισμό απ’ ό,τι κοινωνικά του υποχρεώνουμε. Αν και είναι ολότελα κατανοητό και λογικό πώς τέτοιες κατηγοριοποιήσεις δράττουν τόσο την προσοχή μας στο σήμερα, με την καταπίεση και τα βίαια περιστατικά να συνθέτουν τη συνήθη μας καθημερινότητα, η προσωπική μου θέαση βλέπει το κοινωνικό φύλο όπως περίπου και την τοπική (ή εθνική) καταγωγή: έναν ελαστικό και εν τέλει άτυπο προσδιορισμό κάποιων κοινά αποδεκτών μορφικών στοιχείων, που χρησιμεύουν κυρίως στη διάδοση μιας κοινής αφήγησης, και όχι στη διατήρηση μιας μόνιμης ή αυστηρά καθορισμένης ταυτότητας.

Ακόμη σημαντικότερα, το κείμενο αυτό γράφτηκε απ’ τη σκοπιά του ετεροφυλόφιλου, σις, ετεροκανονικού και “λευκού” άνδρα· ίσως από τούτο εσφαλμένα εξαχθεί πως αυτός είναι και ο προσδιορισμός του ανδρικού τύπου. Ισχύει όμως το αντίθετο: η αυστηρή και εσφαλμένη αυτή κατηγοριοποιήση, που απλώς αποκλείει κάθε μη-ετεροφυλόφιλο, τρανς και έμφυλα ρευστό άνδρα, είναι ολότελα απορριπτέα. Είναι αδιανόητη η ομαδοποίηση του ανδρικού κοινωνικού φύλου με βάση τον ερωτικό αυτοπροσδιορισμό και τις πολλαπλότητες του βιολογικού προσώπου, δεδομένου ότι εδώ και πάλι δεν έχουμε να κάνουμε με μία ομάδα, αλλά και με ένα ανύπαρκτο ίνδαλμα. Οι ετεροφυλόφιλοι άνδρες διαφέρουν αναμεταξύ τους με την ίδια σημασία που διαφέρουν και από τους ομόφυλους τρανς, γκέι, μπάι και έμφυλα ρευστούς άνδρες, και ομοιάζουν αναμεταξύ τους επίσης με την ίδια και μόνον σημασία. Συνιστούν ένα κοινά διαμοιράσιμο κοινωνικό φύλο, του οποίου η ιστορία, η κουλτούρα και οι διεκδικήσεις κατευθύνονται προς τον κοινό σκοπό της προσωπικής αυτοολοκλήρωσης και κοινωνικής ελευθερίας για όλους. Όπως είναι αδιανόητη η υπόσταση ενός φεμινιστικού κινήματος που θα εμπεριείχε αποκλειστικά στρέιτ, λευκές και αστές γυναίκες, έτσι είναι και αδύνατη μία κατάσταση αλληλεγγύης και κοινότητας των ανδρών, εάν αυτή δεν εμπεριέχει όλους τους άνδρες.

Κλείνοντας, να πω πως αυτό που υπαινίσσομαι με αυτή την ανάπτυξη είναι πως η έμφυλη προοδευτικότητα και ο αγώνας ειρήνευσης των κοινωνιών και κοινοτήτων μας δεν εδράζεται απλώς στην καταδίκη και την απομάκρυνση κάθε βίαιης τάσης εντός της κοινωνίας. Το πρώτο μέλημα όλων μας είναι σίγουρα η απάρνηση κάθε βίαιης και καταπιεστικής πράξης, πρέπει ωστόσο να στραφούμε επίσης και στο γεγονός πως, όταν αυτές οι τάσεις είναι ίδιον αποκλειστικά σχεδόν ενός ολόκληρου γκρουπ, των ανδρών συγκεκριμένα, ένα θεμέλιο βήμα εξέλιξης αφορά και την εκφορά και ακρόαση του ατομικού τους λόγου. Αν και είναι εύλογο πως οι θυματοποιημένες ομάδες έχουν δευτερευόντως σκοπό να αφουγκραστούν τη σύγχιση και τη διαλυμένη ταυτότητα ενός προσώπου που βιαιοπραγεί, εναπόκειται σε μας, σε όλους όσους του μοιάζουμε, να παραδεχτούμε την ταύτιση με την αγωνία και τα λάθη του, το γεγονός πως είναι σαν εμάς και ένας από μας, και το ότι δεν θέλουμε να γίνουμε εμείς ή οι επόμενοι ένας άνδρας κακοποιός ακόμη. Και αυτό σημαίνει πως θα πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε, πραγματικά και από κοινού, τα δικά μας προσωπικά και ειλικρινή “γιατί” και “πώς”.

.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο Σάββας Κοκκινίδης γεννήθηκε το 1991 στην Κοζάνη και είναι απόφοιτος του Τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μελέτες, ποιήματα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα.