Η ελεύθερη κατασκήνωση ή κάμπινγκ απαγορεύτηκε στην Ελλάδα το 1976. Μια απαγόρευση «απαραίτητη» για την οριοθέτηση και οικονομική εκμετάλλευση των ελεύθερων χώρων, προκειμένου να εντατικοποιηθεί η «τουριστική ανάπτυξη» της μεταπολίτευσης, της τσιμεντοποίησης της παράκτιας ζώνης, της ανέγερσης πρόχειρων άσχημων καταλυμάτων -αλλά και κάποιων «πολυτελών»- προς βραχυπρόθεσμη ενοικίαση για θερινές διακοπές. Βέβαια, η απαγόρευση βαφτίστηκε ως προστασία λόγου χάρη από πυρκαγιές, αγνοώντας σκόπιμα το γεγονός ότι οι φυσιολάτρες κατασκηνωτές συνήθως προσέχουν και προστατεύουν το περιβάλλον και δεν το απειλούν.

Θα μπορούσαμε να φανταστούμε μια εποχή περισσότερο ελεύθερη και με λιγότερες απαγορεύσεις; Απέχει μόλις εκατό χρόνια πριν και αποθησαυρίζεται στο υπέροχο χρονογράφημα που ακολουθεί: επρόκειτο για μια εποχή που οι κάτοικοι της Αθήνας (και όχι μόνο) μπορούσαν να γίνουν «σκηνίτες» παραθερίζοντας ελεύθερα έξω από τυποποιημένα πρότυπα διακοπών και αναζητώντας μια εναλλακτική πέρα από τις αναδυόμενες αξιώσεις του καιρού που θα ταίριαζαν μελλοντικά με τον εμπορευματοποιημένο τουρισμό. Όχι τυχαία οι περιοχές απ’ όπου απωθήθηκαν αργότερα οι «σκηνίτες», αποτέλεσαν κτηματομεσιτικά φιλέτα.

.

ΣΚΗΝΙΤΑΙ
του 1921

Ο κόσμος, ο Ελληνικός εννοώ, αρχίζει να τρέπεται σε φυσικότερο βίο. Η σημερινή πρόοδος των ανθρώπων, η τρομερή ακρίβεια του βίου, αναγκάζουν πολλούς να επανέρχονται σε βίο απλούστερο, απαλλαγμένο των εθιμοτυπιών και των αξιώσεων της σημερινής κοινωνικής κατάστασης. Εννοείται όμως ότι ο βίος αυτός αποτελεί μία ευτυχία, την οποία ενώ δυνάμεθα να την αποκτήσουμε τόσο εύκολα, εν τούτοις την αποφεύγουμε. Την αποφεύγουμε, διότι κινδυνεύουμε να χαρακτηριστούμε ως άνθρωποι οπισθοδρομικοί, ως μη ζώντες σύμφωνα με τις σημερινές συνθήκες του βίου, με μία λέξη θα χαρακτηριστούμε ως απολίτιστοι και σχεδόν νομάδες. Παρ’ όλα ταύτα όμως ο κόσμος αρχίζει να εννοεί ότι δεν του επιτρέπεται να στεναχωριέται και να υποφέρει διότι το θέλει η προοδευτική και εκπολιτιστική κατάσταση της σημερινής κοινωνίας. Έστειλε λοιπόν στο διάβολο και εθιμοτυπίες και επιδείξεις και πολιτισμό και σπεύδει να εναρμονισθεί προς τις αξιώσεις της υγιεινής του καταστάσεως και των δυνάμεων του βαλαντίου του.

Κάντε μια εκδρομή σε διάφορα εξοχικά σημεία της Αττικής για να αντιληφθείτε την αλήθεια αυτών που σας γράφω. Ρίψατε ένα βλέμμα στα παράλια του Σαρωνικού, τα ανελισσόμενα σε χαριεστάτες γραμμές και σε μαγευτικά κοιλώματα από τον Άγιο Κοσμά μέχρι τη Βουλιαγμένη.

Θα συναντήσετε απειρία συνοικισμών σκηνιτών, οι οποίοι διάγουν τις ημέρες του καύσωνος μακράν των πολυτάραχων κέντρων της κλεινής πρωτεύουσας και απολαμβάνουν τον φυσικότερο βίο, τον απλό και απέριττο, τον βίο μιας ευδαιμονίας την οποία μέχρι πρότινος ακόμη φανταζόμασταν ως ιδιαίτερο προνόμιο των κατοίκων της Εδέμ.

Σκηνές διαφόρων σχημάτων και μεγεθών από του κανονικού τετραγώνου μέχρι της κωνοειδούς πυραμίδος, τσαντίρια άπειρα, πολλά εκ των οποίων κατασκευασμένα από ράχη λινάτσας και από τσουβάλια μπακαλίκ, η τελευταία λέξη της φυσικής ζωής, χάρμα απολαύσεως, μυκτηρισμός πάσας νεωτερικής εθιμοτυπίας, σύνολο γραφικότατο που θυμίζει τις κατασκηνώσεις των επήλυδων της Αιθιοπίας ή τους καταυλισμούς ευζωνικού αποσπάσματος, μια πολίχνη σκηνιτών, ακανονίστως εσπαρμένη εδώ και εκεί, κάτι που εμπνέει φιλοσοφικές σκέψεις επί του προβλήματος της ζωής, ιδού η γραφική, η ποιητικότατη εικόνα την οποία συναντά το βλέμμα σου στα σημεία αυτά.

Άγιος Κοσμάς, Γλυφάδα, Βούλα, Βουλιαγμένη, ιδού τα ονόματα, τα οποία σημαίνουν μια άλλη αντίληψη της ζωής, έναν κόσμο πελαγώνοντα εις τη θερινή απόλαυση, τη στιγμή που εμείς οι άλλοι οι πρωτευουσιάνοι, οι άνθρωποι της εποχής, οι λεπτοί και ευ ηγμένοι και δια πολλών χαρίτων και τον κακό μας τον καιρό κακοσμημένοι, ψηνόμαστε νυχθημερόν σαν να είμεθα οι απόβλητοι του ουρανού, οι καταραμένοι υπό του Θεού, οι ιθαγενείς της Κολάσεως.

Εμπρός στα πόδια τους τραγουδεί ήρεμο και σμαράγδινο το κύμα του Σαρωνικού και η απαλή αύρα του μπάτη τούς θωπεύει αενάως. Απ’ επάνω τους μία απέραντη έκταση πεύκων, τα βελονοειδή φυλλώματα των οποίων αποστέλλουν την ευωδία τους ακατάπαυστα. Το βλέμμα τους πελαγώνει σε μια έκταση γαλανού και πράσινου διαστιζόμενη από μικρά νησάκια, από γραφικούς λόφους, από ψαράδικα καΐκια.

Όλοι χωρίς κολάρα, Θεέ μου, τι ευτυχία, χωρίς σακάκια, ανυπόδητοι στην αμμουδιά, περιφέρονται οι άνθρωποι, τους οποίους δεν απασχολεί η σκέψη της αύριον, ούτε η μέριμνα της ευπρεπούς εμφανίσεώς τους.

Τίποτε απ’ εκείνα τα οποία χαρακτηρίζουν τη ζωή μιας πόλεως δεν ευρίσκεις εκεί. Όλοι χωρίς κολάρα, Θεέ μου, τι ευτυχία, χωρίς σακάκια, ανυπόδητοι στην αμμουδιά, περιφέρονται οι άνθρωποι, τους οποίους δεν απασχολεί η σκέψη της αύριον, ούτε η μέριμνα της ευπρεπούς εμφανίσεώς τους. Εκείνο το οποίο υποστηρίζουν μερικοί ότι ο πολιτισμός και η πρόοδος, οι διάφορες ανακαλύψεις και εφευρέσεις, συντέλεσαν στη δυστυχία του ανθρώπου, είναι αναμφισβήτητη αλήθεια. Προ πεντήκοντα ετών οι άνθρωποι ήταν πολύ ευτυχέστεροι. Όσον απλούστερος είναι ο βίος, τόσο πλησιέστερα προς την ευτυχία βρισκόμαστε. Ας αγαπήσουμε λοιπόν την αλλαγή σκηνών και ας ενισχύσουμε την ωραία έμπνευση των σκηνιτών, οι οποίοι από την ηρεμία της ονειρώδους διαμονής τους γελούν με εμάς και άλλοτε μάς οικτίρουν. Ας αγαπήσουμε την ακτή και το κύμα, τους ωραίους Αττικούς λόφους και τις γραφικές κοιλάδες, και τη ζωή εκείνη όπου η φύση ως στοργική μητέρα μάς επιδαψιλεύει εκείνο το οποίο  αντί θυσιών και δαπανών αναζητούμε χωρίς να το επιτυγχάνουμε.

 

«ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ»
Εφημ. ΕΣΠΕΡΙΝΗ, 28.7.1921