12.04.24

 

.

 

ΞΟΡΚΙ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
του Διονύσιου Καλιντέρη

 

.


 

 

ΗΔΗ ΤΑΧΥ

 

καιρόν άγνευσον ημέρας επτά

ανάψας έχε μυρσίνης κλάδον
λαβών σου τον έσχατον ψωμόν δείκνυε τῳ λύχνῳ
χολή αίγειαν μετά ύδατος μεταμείξας σκόρπισον
ροδοδάφνην μεθ’ άλμης βρέξας ράνον
βοτάνην αείζωον θες αυτού εις την εστίαν
χοιραίον πνεύμονα οπτήσας φάγε
πέπερι μετά μέλιτος τρίψας χρίε σου το πράγμα
επί δέρμα υαίνης επίγραψον μέλανι
αίμα χηναλώπεκος, γάλα συκαμίνης, καρδία λέοντος
κρινάνθεμον, χαμαίμηλον, χρυσόσπερμον
όνου μέλανος στέαρ και ταύρου μέλανος στέαρ και κύμινον αιθιοπικόν
περιστέρας λευκής αίμα και οπτή αρτεμισία
κασία, νάρδος, λίβανος, σμύρνα
λαβών ωόν ιέρακος το ήμισυ αυτού χρύσωσον, το δε άλλο ήμισυ χρίσον κινναβάρει

και τρίτῃ ώρᾳ της νυκτός
εν αρπαγῃ της σελήνης
εστολισμένος και απεχόμενος από πάντων μυσαρών πραγμάτων
ελθών όπου ήρωες εσφάγησαν και μονομάχοι και βίαιοι
εις αώρου μνήμα όρυξον και ένθες και λέγε

λέγε τον λόγον
επτάκις επτά

ταντινουραχθ
χορχορναθι
φανθενφυφλια

επικαλούμαι υμάς, χάους και ερέβους, βυθού, γαίας οικήτορας, ουρανού, σκότους επόπτας, αθεωρήτων δεσπότας, κρυφίμων φύλακας, χθονίων ηγεμόνας, απείρων διοικητάς, κραταιόχθονας, χασμαθυπουργούς, φρικτοπαλαίμονας, φοβοδιάκτορας, σκοτιοερέβους, αναγκεπόπτας, κρημνοκράτορας, αλγεσιθύμους, βαρυδαίμονας, σιδηροψύχους, βιθουραρα ασουημαρα μανδραρουρου, χρηματίσατε περί ού σκέπτομαι πράγματος.

άρκτε, άρκτε άρχουσα του ουρανού και των άστρων και του σύμπαντος κόσμου, η στρέφουσα τον άξονα και κρατούσα του όλου συστήματος βίᾳ και ανάγκῃ, εντυγχάνω σοι δεόμενος και ικετεύων

επικαλούμαι σε τοις αγίοις σου ονόμασι οίς χαίρει σου η θειότης, ών ου δύνη παρακούσαι: βριμώ βαυβώ, πασιδάμεια, βουλοδάμεια, ευναία, δαρδανία, πανοπαία, νυκτοδρόμα, βιάσανδρα, δαμάσανδρα, καλέσανδρα, κατανίκανδρα, φάεσσα, ιώ αερία, ιώ μολπή, φυλακή, πρόσκοπε, χάρις, τρυφερά, αδαμάντα, αδαμάντειρα

επικαλούμαι υμάς αγίους, μεγαλοδόξους, μεγασθενείς, κραταιούς αρχιδαίμονας, καταχθονίων ηγεμόνας, χιονοβροχοπαγείς, θεροκαυσώδεις, γαληναφέτας, ανεμοβάτας, κρημνοβάμονας, αγριοθύμους, ανυποτάκτους, ταρταροφρουρούς, πλανησιμοίρους, ουρανοφοίτους, πνευματοδώτας, αφελοζώους, θανατοσυναρτάς, αγγελοδείκτας, εκδικοφώτας

σέ καλώ τον καταλάμποντα όλην την οικουμένην και την αοίκητον, ού εστίν το όνομα γραμμάτων τριάκοντα

σύ, μέγας, άφθαρτος, πυρίπνους
βους, γυψ, ταύρος, κάνθαρος, ιέραξ, καρκίνος, κύων, λύκος, δράκων, ίππος, χίμαιρα, θέρμουθις, αιξ, τράγος, κυνοκέφαλος, αίλουρος, λέων, πάρδαλις, έλαφος, πολύμορφος, παρθένος, λαμπάς, αστραπή, κηρύκειον, παις

επικαλούμαι σε τον δεινόν, αόρατον, φθοροποιόν και ερημοποιόν, ος εξεβράσθης εκ της αιγύπτου

πύρ, πύρ, ανομία, ανομία

επικαλούμαι σου το κρυπτόν όνομα το διήκον από του στερεώματος
επικαλούμαι σου το όνομα, ό εάν είπω τέλειον, έσται σεισμός

επάκουσόν μου, πυρίπολε, φωτοδότα, πυρισπόρε, φωτοκινήτα, κεραυνοκλόνε, αυξησίφως, αστροδάμα, άνοιξόν μοι, ότι επικαλούμαι ένεκα της κατεπειγούσης και πικράς και απαραιτήτου ανάγκης

σέ καλώ, τον μέγαν εν ουρανώ, αεροειδή, αυτεξούσιον, ῳ υπετάγη πάσα φύσις
ισχύει σου η πνοή, ισχύει σου η δύναμις

άφθεγκτε, πυροσώματε

ήκε μοι ο δεσπότης των μορφών
ο στέφανος της οικουμένης, ο εκ της αβύσσου

ελθέ μοι πρόθυμος, ιλαρός, απήμαντος

δεύρο μοι ο κτίστης των θεών, δεύρο μοι ο ακαταμάχητος, δεύρο μοι ο ακαταφρόνητος, δεύρο μοι ο τον ίδιον αδελφόν μη λυπήσας

δεύροι μοι ο εκ των τεσσάρων ανέμων, ού και οι δαίμονες ακούοντες το όνομα πτοώνται
δεύρο μοι το πρωτοφαές σκότος και κρύψον με

σύ ει ο νήπιος, πορευθείς εις πάντα τόπον και πάσαν οικίαν, όπου σε πέμπω

χαίρε και τέλεσόν με και σύστησόν με και μυνηέσθω μοι τα της γεννήσεώς μου

το γαρ ονόμά σου έχω φυλακτήριον εν καρδίᾳ τῃ εμῃ και ου κατισχύσει με άπασα σαρξ κινουμένη

δος μοι την εξουσίαν και την δύναμιν, δος μοι την νίκην, ότι οίδα σου τα ονόματα
κατάσχες τα όμματα πάντων των αντιδικούντων μοι και πασών

πνεύματος ηνίοχε
παμφώνου γλώττης αρχηγέτα
αρσενόθηλυ, βροντοκεραυνοπάτωρ

δέομαί σου αιωναίε, ακτινοκράτορ, αιωνοπολοκράτορ, ο το ρίζωμα διακατέχων
επάκουσόν μου ότι θλίβεταί μου η ψυχή και απορούμαι απάντων άβουλος

επικαλούμαι σε πρωτοφανή, νυκτιφανή, νυκτιχαρή, νυκτιγενέτωρ
χρυσοπτέρυγε, τοξότα, λαμπαδούχε
ο σκοπτεινόν εμπνέων οίστρον
ο κρύφιμος και λάθρα επινεμόμενος πάσαις ψυχαίς

εξορκίζω σε κατά της ανάγκης των αναγκών

άγε μοι
εν τῃ σήμερον ημέρα, εν τῃ νυκτί ταύτη, εν τῃ άρτι ώρᾳ

άγε μοι
ίνα με φιλεί, ίνα μου ερά, ίνα μοι δοί τα εν ταις χερσί
ίν’ όσα θέλω εν φρεσί, πάντα μοι εκτελέσῃ

ίνα κεφαλήν κεφαλῃ κολλήσῃ και χείλεα χείλεσι συνάψῃ και μηρόν μηρῷ πελάσῃ και το μέλαν τῳ μέλανι συναρμόσῃ

ήδη ήδη, ταχύ ταχύ

κατάκαυσον τον εγκέφαλον, έκκαυσον και έκστρεψον τα σπλάχνα, έκσταξον το αίμα
έως έλθη προς εμέ

ει εμβλέπει τινί, μη εμβλεπέτω
ει προσέρχεται τινί, μη προσερχέσθω
ει περιπατεί, μη περιπατείτω
ει πίνει, μη πινέτω
ει εσθίει, μη εσθιέσθω
ει καταφιλεί, μη καταφιλείτω
ει τέρπεται τινί ηδονή, μη τερπέσθω
ει κοιμάται, μη κοιμάσθω

αλλ’ εμέ μόνον κατά νουν εχέτω
εμού μόνον επιθυμείτω
εμέ μόνον στεργέτω
τα εμά θελήματα πάντα ποιήτω
αγρυπνείτω μοι
και μη αποσκιρτάτω απ’ εμού ώραν μίαν του αιώνος

άσκι κατάσκι

κάν σελήνη κελεύσω καταβήσεται, κάν κωλύσαι θελήσω την ημέραν, η νυξ μου μενεί, ερωτικόν μόνον ουχ ευρίσκω φάρμακον

[γελάσαντος δε αυτού εγεννήθησαν θεοί επτά]

 


Σ η μ ε ί ω σ η

 

Το παρόν cut-up στηρίζεται στο υλικό της έκδοσης των Preisendanz, K., Albert Henrichs (1974²) Papyri Graecae Magicae. Die Griechischen Zauberpapyri. (τ. 2) Στουτγάρδη: Teubner.

“Pυθμός, συλλαβή, επιφώνημα, αρχέγονο “όνομα”, διάχυτες σημασίες, “άσημες φωνές”, αρχαϊσμός (γλωσσικός και πολιτιστικός): αυτή είναι η οριακή “παλινδρόμηση” του μαγικού λόγου. H συγκίνηση που βρίσκεται εγκλωβισμένη στα όρια της προτασιακής γλώσσας με τις διακεκριμένες κατηγορίες και σημασίες της διεκδικεί την ελευθερία της. O γλωσσικός ήχος -σαν ρυθμός, συλλαβή, επιφώνημα, μορφή χωρίς οριοθετημένο λεξικό νόημα- επιχειρεί να “ξαναγίνει” βιωματικός “δείκτης”. H σήμανση -διάχυτη, εξεγερμένη ενάντια στα δεσμά της αναλυτικής, κατηγοριακής γλώσσας- αγωνιά να προσεγγίσει την αρχέγονη ολικότητα της βιωματικής δείξης. Kαι η προσέγγιση αυτή -όπως αποκαλύπτεται στην “πρωτο-γλώσσα” του μαγικού ιδιώματος- είναι, κατά βάση, μεταφορικά συγκροτημένη: το ακατανόητο σαν μεταφορά για το άρρητο, ο (γλωσσικός και πολιτιστικός) αρχαϊσμός, η γλώσσα των θεών και τα “αληθινά ονόματα” σαν μεταφορές για την αρχέγονη, δεικτική σήμανση. (…) Aν ο ακατανόητος μαγικός λόγος είναι η οριακή εκδοχή της “νοσταλγίας” για την πρωτογενή, βιωματική σήμανση, ο χώρος της ποίησης εκπροσωπεί μια “ηπιότερη” κίνηση προς την ίδια κατεύθυνση”. (Χριστίδης, A.-Φ. 1997. Η μαγική χρήση της γλώσσας. Στο Γλώσσα και μαγεία. Κείμενα από την αρχαιότητα, επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης & D. Jordan, 52-64. Αθήνα: Ιστός).

“Πακερβήθ. Πακεπτώθ. Πακεβραώθ.”
(Σαμσών Ρακάς, Ούτις)

 

 

.

 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

.

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ