24 Ιουλίου του 1923 υπογράφτηκε επίσημα, και μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, η Συνθήκη της Λωζάνης ως επισφράγισμα του μικρασιατικού πολέμου. Ο αντίκτυπος της ειρηνευτικής Συνθήκης στο πεδίο χάραξης των νέων ελληνοτουρκικών συνόρων καθώς και η νέα πληθυσμιακή πραγματικότητα που έφερνε η ανταλλαγή πληθυσμών είναι γεγονότα λίγο πολύ γνωστά και δεν θα επεκταθούμε. Θα εστιάσουμε σε μία περισσότερο ανθρώπινη πλευρά που αφορά τη μοίρα των στρατιωτών που για αρκετούς μήνες, πολλοί απ’ αυτούς, κρατούνταν αιχμάλωτοι εκατέρωθεν κι αργοπέθαιναν στα καταναγκαστικά έργα.

Συγκεκριμένα, πρώιμες συζητήσεις στη Λωζάνη μεταξύ των εμπλεκόμενων πλευρών συμφώνησαν σε μία ανταλλαγή αιχμαλώτων που έφτανε τους 10.000 από κάθε μια πλευρά. Όλη την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού του 1923 καραβιές με Τούρκους στρατιώτες κατέφθαναν στα παράλια της Μικράς Ασίας και της Σμύρνης. Αποβιβάζονταν αυτοί και επιβιβάζονταν μετά οι Έλληνες. Είναι γεγονός πως οι Τούρκοι που κατέφθαναν ήταν εμφανώς σε αρκετά καλύτερη μοίρα σχετικά με τους Έλληνες που αποχωρούσαν ρακένδυτοι και οστεωμένοι. Μαρτυρίες αναφέρουν πως οι Τούρκοι στρατιώτες, τα λίγα λεπτά που τους έβλεπαν στο λιμάνι, τους έδιναν τα ρούχα τους και τις κουβέρτες τους. Σε κάθε περίπτωση οι Έλληνες που είχαν καταφέρει να επιβιώσουν τα τρία αυτά χρόνια κακουχίας τώρα επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Μα όχι και στην απόλυτη ελευθερία τους, αφού πρώτα έπρεπε να περάσουν απαραιτήτως από το δημόσιο απολυμαντήριο του ελληνικού κράτους στην Αττική και να μπουν για αρκετές ώρες ή μέρες σε καραντίνα. Λοιμώδεις νόσοι, πυρετοί, ψείρες ήταν καταστάσεις συνηθισμένες μεταξύ των στρατιωτών. Το σημείο της καραντίνας ήταν το λοιμοκαθαρτήριο του αγίου Γεωργίου, μια πολύπαθη νησίδα μεταξύ Σαλαμίνας και Περάματος.

Παρουσιάζουμε λοιπόν 13 φωτογραφίες από το αρχείο του ΕΛΙΑ – ΜΙΕΤ που καταγράφουν τις πρώτες ώρες της άφιξης και παραμονής τους στο μικρό αυτό νησί κι οι οποίες αποτυπωνουν παραδειγματικά το μέγεθος της τραγωδίας: πρόσωπα σκοτεινά κι οστεωμένα, κορμιά μαζεμένα, ρούχα κουρελιασμένα, με αυτοσχέδιες μαγκούρες αντί για πατερίτσες, αρκετοί χωρίς υποδήματα, όλοι τους αλύτρωτα θύματα μιας εποχής επεκτατισμού και απερισκεψίας. Μιας εποχής που καλά κρατεί αν και με μοντέρνες διαθλάσεις πια.