Βρεθηκαμε ένα βράδυ στην πλατεία Μαβίλη. Της είχα πει από το τηλέφωνο ότι σκεφτόμαστε να προβάλουμε την ταινία της «Άκουσα τον θεό να κλαίει» και, αφού φάνηκε θετική, είπαμε να τα πούμε από κοντά. Αντικρίζοντας το φωτεινό, πρόσχαρο πρόσωπό της μου ξέφυγε ένα «αλλιώς σε φανταζόμουν». «Τι περίμενες να δεις; Κανένα τέρας;» μου απάντησε γελώντας. Και σκέφτηκα πως τελικά μόνο ένα καθαρό πρόσωπο μπορεί να δει τη λύπη κατάματα – και να τη δείξει.

Ελπίδα Σκούφαλου (photo: Κλεοπάτρα Χαρίτου)

Εγκαινιάζοντας τις ΑΣΣΟΔΥΕΣ ΝΥΧΤΕΣ, σκεφτήκαμε να παίξουμε μια αξιόλογη ελληνική ταινία από τα αζήτητα. Και αφού η προβολή κανονιζόταν για τη Μεγάλη Δευτέρα, λογικό ήταν ο νους μας να πάει στην ταινία σου. Έχει προβληθεί ποτέ δημοσίως;
Έχω πάει στη Σόφια δύο φορές, όπου έκανα ένα masterclass για την έκσταση και τη μουσική – μου το ζήτησαν από το Πανεπιστήμιο εκεί, αλλά αυτό ήταν κλειστό, απευθυνόταν κυρίως στους φοιτητές και στους καθηγητές του Πανεπιστημίου. Έχω πάει επίσης στην Πολωνία, όπου παίχτηκε στο Brave Festival, και πρόσφατα στον Καναδά. Υπάρχει ένα φεστιβάλ που γίνεται στο Μόντρεαλ, που λέγεται Festival du Monde Arab. Ουσιαστικά είναι ένα Φεστιβάλ του Αραβικού κόσμου. Αυτές εκεί είναι ανοιχτές κοινωνίες, τους ενδιέφερε το κομμάτι των σιιτών Πακιστανών, και τους ενδιέφερε και το πλέγμα της κουλτούρας, δηλαδή πώς συνδέονται αυτές οι διάφορες κουλτούρες μεταξύ τους. Εδώ, η ταινία έχει παιχτεί στην Αρχαία Κασσώπη, στον αρχαιολογικό χώρο. Εμένα μ` άρεσε η ταινία να έχει σχέση με κάποιους αρχαιολογικούς χώρους. Σε σινεμά δεν έχει παιχτεί. Ήθελα να μπορεί να συνδυαστεί με κάτι άλλο- π.χ. μουσική. Από την άλλη μεριά, είναι μια ιδιαίτερη ταινία. Είναι ένα τριπ. Ή μπαίνεις ή δε μπαίνεις.

Ποια εσωτερική ανάγκη σε οδήγησε να κάνεις την ταινία;
Εγώ προέρχομαι από το χώρο του θεάτρου. Έχω τελειώσει το Θέατρο Τέχνης, έχω δουλέψει με το Θέατρο τέχνης, έχω κάνει παραστάσεις, και τότε, περίπου το 2000, ένιωθα ότι ήθελα να ψάξω πιο πολύ το θέατρο στο βάθος του γιατί ένιωθα ότι ειδικά στην Ελλάδα υπήρχε ένα τέλμα. Οι μεγάλοι δάσκαλοι πια έχουν φύγει. Έχω δουλέψει με σπουδαίους δασκάλους: με το Βολονάκη, με το Μιχάλη Κακογιάννη – ήμουνα βοηθός του, είχαμε κάνει τις Τρωάδες στην Επίδαυρο, Πιραντέλο. Είχα αυτή την τύχη. Πρόλαβα και τον Κουν. Ήτανε η τελευταία χρονιά που διάλεξε μαθητές ο ίδιος ο Κουν! Και έκανα τη σχολή παράλληλα με το Πανεπιστήμιο – σπούδαζα οικονομικά.

Δεν είναι πολύ κόντρα τα οικονομικά στο θέατρο;
Όχι. Τα οικονομικά τουλάχιστον που έκανα εγώ, η Μακροοικονομία, είχε να κάνει περισσότερο με τη γεωγραφία, τη γεωφυσική του κόσμου. Επίσης μου άρεσαν από μικρή τα μαθηματικά. Το μόνο που δε μπορούσα, κι έκανα φροντιστήρια για να περάσω, ήταν τα λογιστικά!

Ας γυρίσουμε στην ταινία. Ήθελες λοιπόν να ψάξεις πιο πολύ το θέατρο στο βάθος του.
Σαν προσωπικό ταξίδι: ήθελα να ψάξω τις ρίζες του θεάτρου. Έτσι ξεκίνησα την ταινία, πηγαίνοντας σε διάφορες τελετουργίες που γίνονταν στον ελλαδικό χώρο. Επίσης τότε δούλευα σε ένα Πρόγραμμα της Τράπεζας Πειραιώς. Υπεύθυνη ήταν η Μιράντα Τερζοπούλου, που ουσιαστικά μάς άνοιξε τους δρόμους για τις τελετουργίες, κι αυτό ήταν σπουδαίο για μένα και τη συνέχειά μου σε αυτές. Κι ο πιστός και ακάματος συνεργάτης, ο Νίκος Διονυσόπουλος, που δεν είναι μόνο άριστος τεχνικός, αλλά έχει μια βαθιά γνώση κι εμπειρία των μουσικών δρώμενων. Το πρόγραμμα είχε να κάνει με την καταγραφή δρώμενων βορειοελλαδικού χώρου – από Κατερίνη και πάνω. Αποκριάτικα πανηγύρια, Σοχός, Φλάμπουρο, πανηγύρια πάνω στη Ροδόπη… Μέσα από όλ` αυτά, καταλαβαίνεις ότι η Ελλάδα μιλάει πολλές γλώσσες.

Μάλλον μιλούσε. Δεν ξέρω αν την αφήνουν ακόμα να μιλάει.
Μιλάει, μιλάει! Και κυρίως αν πας βόρεια.

Πόσο δύσκολο ήταν να κινηματογραφήσεις αυτές τις τελετές – δεδομένου μάλιστα ότι είσαι γυναίκα;
Για να μπεις εκεί θέλει τρόπους. Μαθαίνεις τρόπους να πλησιάζεις. Αυτό έχει να κάνει πολύ με την εμπειρία μου από το θέατρο, πώς δηλαδή μπαίνεις, πώς στέκεσαι, πώς βλέπεις και πώς σβήνεις. Το σημαντικό είναι να μπορείς να γίνεσαι μια ευαισθησία, μια χορδή. Στο θέατρο αυτό κάνεις: σα σκηνοθέτης οφείλεις να κάνεις την ακτινογραφία του άλλου, οπότε και του εαυτού σου. Το καταλαβαίνεις λοιπόν αν είσαι καλοδεχούμενος ή όχι. Με τους Πακιστανούς, ήμουν εγώ και τριακόσιοι άντρες. Ποτέ δε φοβήθηκα, ποτέ δε δημιουργήθηκε πρόβλημα. Με είχανε σα βασίλισσα κιόλας!

Στον Πειραιά έγιναν αυτά;
Ναι, στον Πειραιά, αλλά μετά ταξίδεψα μαζί τους στη Συρία, μου το πρότειναν αυτοί.

Όταν λες ότι έψαχνες τις ρίζες του θεάτρου, τι εννοείς; Ότι έψαχνες την αρχή του, την καταγωγή του;
Όχι την αρχή του. Ήθελα να φτάσω στο υπέδαφος. Δε μπορείς να πεις ότι δεν υπάρχουν φίλτρα και διαμεσολάβηση, αλλά ήθελα να φτάσω πιο κοντά στη λάβα. Έτσι ξεκίνησα με την ταινία. Μ` αρέσει πολύ η μουσική – παίζω κι εγώ πιάνο, έχω κάνει μουσικές σπουδές. Η μουσική είναι ο δρόμος που σε οδηγεί στις τελετουργίες. Η μουσική και η κατάργησή της. Στα αναστενάρια, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει μουσική εξωτερικά, υπάρχει μουσική μέσα στον αναστενάρη, ακούει τη μουσική μέσα του.

Άρα ουσιαστικά έψαξες το κλάμα των ανθρώπων αλλά άκουσες το Θεό να κλαίει.
Το θεό με μικρό θήτα – άρα τον άνθρωπο. Έχει να κάνει με το πώς ταυτίζεται αυτός που πρωταγωνιστεί σε μια τελετουργία μ` αυτό που λέμε θείο. Έχουμε στην Αλβανία τις μοιρολογίστρες, είναι τα αναστενάρια στις Σέρρες, στο Λαγκαδά – σε τρία κονάκια – και στη Μαυρολεύκη της Δράμας, και τους Σιίτες στον Πειραιά και μετά στη Συρία, όπου γινόταν το μεγάλο αντάμωμα. Στη Συρία έρχονται από όλα τα μέρη: από Νέα Υόρκη, από το Λίβανο, απ` όπου είναι μάλιστα η πιο ακραία και πιο splatter ομάδα.

Κάλεσμα στις Ασσόδυες Νύχτες (Πράξη Πρώτη)

Είχες κινηματογραφικό συνεργείο ή μόνη σου δούλευες;
Μόνη μου, με μια κάμερα. Είχα πολύ καλό συνεργάτη στο μοντάζ, το Ρουσσέλο Αραβαντινό, σύντροφο σε αυτή τη δύσκολη περιπέτεια και συνοδοιπόρο. Η μισή ταινία είναι ο Ρουσσέλος. Ευτυχώς μετά την ταινία, του άνοιξε ο δρόμος για το Hollywood, στον τομέα των ειδικών εφέ, όπου διαπρέπει και δουλεύει σε μεγάλες παραγωγές. Και χαίρομαι πολύ γι` αυτό. Τόσα χρόνια στο σκοτεινό μου υπόγειο δεν πήγαν στράφι… Η κάμερα λοιπόν που είχα έγραφε και ήχο κι έτσι μπορούσα κάπως να το κοντρολάρω. Και επειδή ακριβώς ήμουν μόνη, έπρεπε να τραβήξω πάρα πολλές ώρες για να μου μείνει χρήσιμο υλικό. Μπορώ να καυχηθώ ότι έχω το μεγαλύτερο αρχείο από αναστενάρια και τελετουργίες στην Ελλάδα!

Είσαι περήφανη για την ταινία;
Ναι, νομίζω ότι είναι μια κατάθεση μοναδική. Ο Σωτήρης Δημητρίου, ο συγγραφέας, που μου γνώρισε ανθρώπους και ταξιδέψαμε μαζί στην Αλβανία, μου λέει «Η ταινία σου είναι σαν το κόκκινο κρασί. Όσο περνάει ο χρόνος, παίρνει κι άλλη αξία». Ξέρω βέβαια ότι είναι μια δύσκολη ταινία. Ο κόσμος δε θέλει πράγματα να τον ενοχλούν. Ο θεατής ή θα μπει στην ταινία ή θα φύγει.

Ο Γιάννης Αγγελάκας πώς προέκυψε;
Γνωριζόμαστε, μου αρέσει πολύ ως μουσικός, κι εκείνου του άρεσε πολύ η ιδέα να κάνει μουσική για την ταινία. Ο Γιάννης ως προσωπικότητα είναι μια από τις εκδοχές του Διονύσου. Ένας Διόνυσος με εσωτερικότητα, φως και σκοτάδι. Ήθελα πολύ να δω πώς θα μπορούσε να προσεγγίσει τη Μαριόλα. Του έβαλα όποια εκτέλεση του τραγουδιού αυτού υπάρχει. Έκανε λοιπόν τη διασκευή της Μαριόλας, με τα κορίτσια που κάνουν πολυφωνικά, το σύνολο «Διώνη». Έκανε επίσης και τους τίτλους τέλους. Η ταινία δε χώραγε κάτι άλλο, είχε δικούς της ήχους.

-Σήκω, Μαριόλα μ’, απ’ τη γη κι από το μαύρο χώμα,
ψυχή, καρδούλα μου.
-Με τι χεράκια η μαύρη να σ’κωθώ, χεράκια ν’ ακουμπήσω,
ψυχή, καρδούλα μου.

-Κάμε τα νύχια σου τσαπιά, τις απαλάμες φτυάρια,
ψυχή, καρδούλα μου.
-Ρίξε το χώμα από μεριά, τις πέτρες ‘πο την άλλη,
κι έβγα, Μαριόλα μ’, να σε ιδώ, κι άπλωσε το χεράκι σου
και πιάσε το δικό μου.
Το μνήμα μ’ εχορτάριασε κι έλα να βοτανίσεις,
να χύσεις μαύρα δάκρυα, ίσως και μ’ αναστήσεις.

Παραδοσιακό

Αυτή είναι η μόνη μεγάλου μήκους ταινία σου, ε;
Ναι. Εγώ κάνω πράγματα και στο θέατρο και στο σινεμά, μόνο όταν έχω κάτι να πω. Στους Ολυμπιακούς στο Λονδίνο και στο Λος Άντζελες, με τον Ιωάννη Μελισσανίδη κάναμε το «Μύθο του Σίσσυφου», που ήταν βασισμένος σε ένα έργο του Μπέκετ, το «Πράξη χωρίς λόγια». Έχω κάνει και μια μικρού μήκους, «Το στόμα» με τη Ρένη Πιττακή, εμπνευσμένο από το «Not I» του Μπέκετ κι ένα μικρό φιλμάκι για το Νεκρομαντείο του Αχέροντα, το «Επέκεινα». Πολλά ντοκιμαντέρ επίσης για την τηλεόραση. Τώρα δουλεύω φουλ για ένα site του Πανεπιστημίου που προσδοκά να προωθήσει τον πολιτισμό της Ελλάδας ουσιαστικά κι όχι περιγραφικά. Έχει μια διαφορετική αισθητική από τον ΕΟΤ. Λέγεται yougoculture.com. Είμαι η υπεύθυνη σκηνοθέτις για όλα τα βίντεο. Είναι μια δουλειά που χαίρομαι πολύ, γιατί μου δίνει τη δυνατότητα να δουλέψω με σημαντικούς ανθρώπους στους τομείς τους, όπως τους Λαμπρινουδάκη, Θέμελη, Camp, Πετράκη, Παπαγγελή και πολλούς άλλους.

Γενικώς μ` αρέσει να καταπιάνομαι με πράγματα που μιλάνε υπόγεια, και στο σινεμά και στο θέατρο και στη ζωή… Μα πρέπει να έχω κάτι να πω. Αν δεν έχω τι να πω, το βουλώνω και κάθομαι. Έχω τρία υπέροχα παιδιά, τον Μίνω, τη Γαλάτεια και τον Άνταμ. Παίζω και τένις. Δεν το πιστεύεις; Στους seniors! Kαι τις περισσότερες φορές τη γυρίζω τη μπάλα…

 

Η ταινία της Ελπίδας Σκούφαλου «Άκουσα τον θεό να κλαίει» θα προβληθεί τη Μεγάλη Δευτέρα (22:00)  σε μία ειδική προβολή του ΑΣΣΟΔΥΟ στον κινηματογράφο ΑΝΔΟΡΑ (Μετρό Πανόρμου). Μετά την προβολή θα ακολουθήσει «θρησκευτικό πάρτι» αφιερωμένο στις εκστατικές μουσικές του Γιάννη Αγγελάκα με αρκετές δυσεύρετες αλλά και ανέκδοτες συνθέσεις του τις οποίες μας παραχώρησε για τη συγκεκριμένη βραδιά.

 

 

ευχαριστίες στην: