Ο δημοσιογράφος Δήμος Παπαθανασίου στις 9 Σεπτέμβρη του 1861 δημοσιεύει στην εφημερίδα «ΦΩΣ» ένα από τα πρώτα κείμενα που εισάγουν στην ελληνική πραγματικότητα την πολιτική ιδέα της αναρχίας. Την περίοδο εκείνη, το κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα είναι εκείνο του αυταρχισμού και της λογοκρισίας ενώ η δημοσιογραφία δεν είναι ελεύθερη. Για το λόγο αυτό προσπαθεί να λειάνει τις απόψεις του και σπεύδει να ξεκαθαρίσει πως ο ίδιος δεν επιτίθεται στο ελληνικό κράτος καθότι «οι δικοί μας άρχοντες από αυτού του πρωθυπουργού μέχρι του τελευταίου κλητήρος, είναι άγιοι και εξαίρετοι άνθρωποι». Αυτό βέβαια δε σημαίνει, συνεχίζει ύστερα, πως η κυβέρνηση, όσο καλή κι αν είναι, δεν αποτελεί ένα σαμάρι για τον λαό και πως δεν πρέπει να καταργηθεί για να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από τα βάρη του. Αυτή η λείανση του λόγου του δεν απέφερε καρπούς. Το φύλλο θα κατασχεθεί, η αναγγελλόμενη συνέχεια του άρθρου δεν θα δημοσιευθεί ποτέ.  Ο άγνωστος δημοσιογράφος Δήμος Παπαθανασίου, ένθερμος υποστηριχτής «του κοινωνιστού Προυδώνος», θα συλληφθεί από τις ελληνικές αρχές στις 10 Σεπτέμβρη του 1861, δηλαδή σαν σήμερα πριν 157 χρόνια ακριβώς. Ακολουθεί το εν λόγω κείμενο.


 

«Η αναρχία ως το μέγιστον αγαθόν»

Διατί μερικοί τόσον πολύ φοβούνται την αναρχίαν; Διατί και η Γεν. Εφημερίς και όλα τα υπουργικά όργανα τόσους εξορκισμούς κάμνουσι κατ’ αυτής, και οι πολίται τους ακούουν και δεν γελώσι; Είναι τάχα τόσον μέγα κακόν η αναρχία, ώστε να την τρέμωμεν όλοι και να την εξορκίζωμεν;

Εν πρώτοις, η κυρία σημασία της λέξεως είναι: όταν εν έθνος μείνη χωρίς αρχές, χωρίς υπουργεία δηλονότι, χωρίς αστυνομίαν, χωρίς κλητήρας και χωροφυλάκας, χωρίς νομάρχας και επάρχους, χωρίς δημάρχους, εισπράκτορας, στρατιώτας, χωρίς αρχάς εν ενί λόγω.

Αι! Και είναι κακή η κατάστασις αυτή; είναι κακόν να ευρεθούν τα έθνη μίαν ημέραν απαλλαγμένα από όλας τας αρπυλίας αυτάς; Συλλογισθήτε πόσα πληρώνουν οι ταλαίπωροι λαοί δια να διατηρούν τα στοιχεία αυτά τα οποία καλούνται αρχαί. Εις την Ελλάδα π.χ. Πληρώνουν 30 εκατομμύρια, χωρίς τα δημοτικά· εάν προσθέσωμεν και τα δημοτικά, θα γίνουν 40. Θα ήταν κακόν λοιπόν, αν ήτο ποτέ δυνατόν να ευρεθή τρόπος να μη πληρώνομεν τα εκατομμύρια τούτα; και προσέτι οι λεγόμενοι νομαρχαι και επάρχοι και αστυνόμοι και κλητήρες και υπουργοί, να είναι απλοί πολίται ως ημείς, να ζώσιν από την εργασία των, και να είμεθα αναγκασμένοι να κλίνωμεν ενώπιόν των, να τους χαιρετώμεν μέχρις εδάφους, και να στεκόμεθα δύο ώρας εμπροσθέν των με το καπέλλον εις τας χείρας, και από κάπου κάπου να τρώγομεν από μίαν εις την πλάτην;

Αναρχία θα ειπή να μην έχωμεν διόλου αρχάς. Αλλ’ αν ήτο δυνατόν η κατάστασις αυτή θα ήτο πλέον ουράνιον πράγμα! Εκτός ότι τρέφονται αι αρχαί αυταί από τους ιδρώτας των πολιτών, και τρέφονται ταχύταρα καθώς βλέπετε, συλλογισθήτε και πόσα κακά κάμνουσιν εις την κοινωνίαν. Δεν λέγομεν δια τας ιδικάς μας αρχάς, άπαγε της βλασφημίας! Οι δικοί μας άρχοντες από αυτού του πρωθυπουργού μέχρι του τελευταίου κλητήρος, από του δημάρχου μέχρι του εισπράκτορος, είναι άγιοι και εξαίρετοι άνθρωποι· άμποτε να είχον όλα τα έθνη τοιούτους υπουργούς και επάρχους και δημάρχους και αστυνόμους! Αλλ’ εννοούμεν εκείνους των άλλων εθνών, της Νεαπόλεως π.χ. προ τινος καιρού, της Ρώμης σήμερον, της Αυστρίας, της Τουρκίας και όπου άλλου υπάρχουν κυβερνήσεις διεστραμμέναι. Δεν θα ήτο καλίττερον εις τα έθνη αυτά να μην είχον διόλου άρχοντας και να μη επλήρωναν μεν, όσα πληρώνουν δια να τους τρέφουν, να μην υπέφεραν δε όσα υποφέρουν και υποφέρουσι εξ αυτών;

Αλλά και εις αυτά τα κράτη τα οποία έχουσι τας καλλιτέρας κυβερνήσεις, εις την Αγγλία π.χ. και εις την Ελετίαν και εις το Βέλγιον και εις τα Ηνωμένας Πολιτείας και εις την Ελλάδα αυτήν, διότι και η Ελλάς πρέπει να συγκαταριθμηθή μεταξύ αυτών, αν ήτο δυνατόν να έλλειπον διόλου αι κυβερνήσεις και όλοι οι υπάλληλοι των, και να μην υπήρχαν από της μιας άκρας μέχρι της άλλης ει μη μόνον πολίται, ίσοι και όμοιοι και ζώντες όλοι από την εργασίαν των, δεν θα ήτο απειράκις καλλίτερα η κατάστασις αυτή παρά την σήμερον; Ουδεμία αμφιβολία. Ουδείς θέλει πείσει τον γάιδαρον, όσο καλός και αν είναι ο αυθέντης του και όσον ελαφρότερον σαμάρι και αν τον βάλη, ότι είναι καλλίτερα η κατάστασις του αυτή, παρά εάν δεν έφερε διόλου σαμάρι, εάν δεν εφορτώνετο διόλου, αλλά περιφέρετο ελεύθερος και έβοσκεν εις τα δάση και τα όρη.

Και αι κυβερνήσεις λοιπόν, όσο καλαί και εγκρατείς και δίκαιαι και αν είναι, πάντοτε είναι ένα σαμάρι· πάντοτε τρέφονται εκ της εργασίας των άλλων, καθώς ο κύριος της εργασίας του γαϊδάρου· και ευτυχής και αγία θα ήτο η ημέρα, καθ’ ην θα κατορθώναμεν να μην έχωμεν διόλου ανάγκην κυβερνήσεων και αρχών, αλλά να ζώμεν πάντες εν ομονοία και αδελφότητι· ίσοι όλοι και τρεφόμενοι εκ των χειρών μας.

Η αναρχία λοιπόν, ήτοι η παντελής έλλειψις αρχών, δεν είναι διόλου κακόν, απ’ εναντίας είναι μέγιστον αγαθόν, είναι η κατάστασις εκείνη εις την οποίαν προώρισεν ο θεός τα Έθνη να φθάσουν μίαν ημέρα· και ευτυχείς οι λαοί, όσον φθάσουν προτύτερα! Πώς είναι δυνατόν τούτο; Πώς δύνανται να φθάσουν αι κοινωνίαι εις το σημείον εκείνο, ώστε να μη έχουν αρχάς; ή να έχουν όσον το δυνατόν ολιγωτέρας και ασθενεστέρας; τούτο θέλομεν αποδείξει εις ξεχωριστόν άρθρον, εάν θα έχωμεν την τιμήν να αναπληρώνομεν επί τίνας ημέρας τον κύριον του «Φωτός» συντάκτην.

Αλλά διατί τόσον πολύ φοβούνται τινές την αναρχίαν, αφού αυτή δεν είναι διόλου κακόν; Άλλο τι φοβούνται βεβαίως υπό την λέξιν αυτήν οι πολίται. Φοβούνται την λεηλασίαν, την αρπαγήν, τας αιματηράς συγκρούσεις, την κοινωνικήν αταξίαν εν ενί λόγω, και όχι την αναρχίαν. Δεν είναι αυτό, φίλοι συμπολίται; είμεθα μέσα εις την καρδίαν σας. Εάν ήτο δυνατόν, λέγει έκαστος με τον εαυτόν του, να μη γίνουν διαρπαγαί και συγκρούσεις και φόνοι και αταξίαι, αν ήτο δυνατόν εγώ να έχω εξασφαλισμένην την ζωήν, την τιμήν, και την περιουσίαν μου, εις κόρακας ας επήγαιναν όλα τα υπουργεία, δεν θα εδυσαρεστούμην.

Την διαρπαγήν λοιπόν, τας βιαιοπραγίας και τας αιματηράς συγκρούσεις φοβούνται και αποστρέφονται οι πολίται. Αλλ’ είναι δυνατόν να συμβώσι ταύτα εις την Ελλάδα, και εν καιρώ αναρχίας, και αν επί ημέρας πολλάς παραταθή αυτή; Τούτο θέλωμεν εξετάσει εις το προσεχές φύλλον. Πρέπει να το εξετάσωμεν· διότι υπάρχουσιν επί του αντικειμένου τούτου φόβοι πολλοί, φόβοι μάταιοι και παράλογοι, οι οποίοι πρέπει να λείψουν, πρέπει να φυγαδευθούν, εάν θέλωμεν διόρθωσιν της παρούσης καταστάσεώς μας, την οποίαν όλοι συναισθανόμενθα, όλοι ομολογούμεν ότι δεν είναι καλή, ούτε αξία λαού ελευθέρου.

Εφημερίδα Φως, 9 Σεπτέμβρη 1861, σελ. 1 & 2
(και 11 Σεπτέμβρη οι πληροφορίες για τη δίωξή του)

(Βλέπε επίσης τις σελίδες 129-137 στη μελέτη του Παναγιώτη Νούτσου 
«Η σοσιαλιστική σκέψη στην Ελλάδα», 
εκδόσεις Γνώση, 1990)

 

 

Διαβάστε επίσης

Στα ίχνη μιας δοξασμένης στριπτιζέζ της παλιάς Αθήνας

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Πλατφόρμα μάχης για την επανοικειοποίηση του ρεμβασμού.