Προοικονομία

 

Ίσως όμως αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος να πεθαίνεις, 

όχι ήσυχα στο κρεβάτι σου, 

αλλά ανήσυχα στο δρόμο σου, 

όχι πλήρης ημερών

αλλά με τις μέρες σου να διακόπτονται,

βίαια,

πριν την τελική τους πληρότητα.

Ίσως αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος να πεθαίνεις:

όσο ακόμη κάτι ποθείς.

Ίσως αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος να πεθαίνεις,

όχι βέβαια για τους δικούς σου

ούτε για εκείνους που ένιωθαν δικοί σου,

αλλά για σένα, ναι,

γιατί για σένα τι καλύτερο

από το να πεθαίνεις ακριβώς μέσα 

σε αυτό που σε ορίζει και σε εξηγεί,

τι καλύτερο

από το να πεθαίνεις ακριβώς μέσα

στην ευφορία αυτού που φτιάχνεις,

τη στιγμή που το φτιάχνεις,

τη στιγμή δηλαδή που βρίσκεσαι

όχι στον κόσμο που βρίσκονται οι άλλοι,

αλλά στον κόσμο που έχεις στο μυαλό σου,

στο κόσμο που θες να βγει από το μυαλό σου

και να αποκτήσει υπόσταση εξωτερική,

υπόσταση σε όλους προσιτή,

μόνο που για να την αποκτήσει,

πρέπει πρώτος εσύ να την αποκρυσταλλώσεις,

και για αυτό χρειάζεται

-χρειάζεσαι-

να δεις αυτό που θέλεις, όπως το θέλεις,

χρειάζεται

-χρειάζεσαι-

να καταλάβεις από πού ακριβώς πρέπει να δεις

τον κόσμο που θα μεταμορφώσεις,

ώστε να έρθει να συμμορφωθεί με την

εικόνα που έχεις ήδη μισοδεί,

πολύ καιρό πριν,

-ποιός ξέρει πόσο καιρό πριν-

κι από τότε όλο σε κεντρίζει,

όλο σε τσινάει μέχρι να την ολοκληρώσεις.

Κι έχοντας το όραμα αυτής της εικόνας

να σε κατακλύζει,

την ώρα που περνάς το δρόμο

σαν ζαβολιάρικο παιδί,

παρασύρεσαι και πεθαίνεις

 τον ευτυχέστερο, ίσως, όλων των θανάτων.

 

(Το είχα ποστάρει την μέρα που πέθανε. Σκέφτομαι ότι αν είχε τότε λοκντάουν, δεν θα μπορούσε να κάνει γυρίσματα. Η πανδημία θα τον προστάτευε. Θα τον προστάτευε απ’ τον θάνατο, αναστέλλοντάς του την ζωή. Θα τον προστάτευε απ’ τον θάνατο, αναστέλλοντάς του το δικαίωμα να κάνει σινεμά. Το δικαίωμα αλλά όχι και την επιθυμία. Ο Αγγελόπουλος δεν πρόλαβε να βιώσει τη συνθήκη της καθολικά ανεσταλμένης παύλα κατεσταλμένης επιθυμίας, στο όνομα υψηλότερων υγειονομικών ιδανικών. Ο Αγγελόπουλος δεν πρόλαβε να βιώσει τη συνθήκη εγκλεισμού του βλέμματος σε τέσσερις τοίχους, τη συνθήκη περιορισμού του βλέμματος σε έναν μονοσήμαντο στόχο νοσηρότητας, μεταδοτικότητας, επιδημιολογισμού. Το βλέμμα του Θεόδωρου Αγγελόπουλου αναμετρήθηκε σε όλη την κινηματογραφική ζωή του με ανοικτούς ορίζοντες. Μας προσκάλεσε να τους δούμε μαζί του. Το βλέμμα του αναμετρήθηκε σε όλη την κινηματογραφική ζωή του με την μεγάλη εικόνα και την Ιστορία. Δεν πρόλαβε να ζήσει στην εποχή που η Ιστορία ζήτησε απ’ την εικόνα να μικρύνει και να συρρικνωθεί. Το βλέμμα του πρόλαβε να ζήσει ελεύθερο. Όπως και η επιθυμία του. Κι ο θάνατος τον βρήκε εκεί που το βλέμμα επιθυμεί κι η επιθυμία βλέπει. Όλοι οι σκηνοθέτες θα έπρεπε να πεθαίνουν γυρνώντας μια ταινία. Όχι έχοντας τελειώσει μια ταινία. Γυρνώντας την. Κι όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να πεθαίνουν στα γυρίσματα της δικής τους ζωής. Όχι όταν η ζωή τους τελειώνει. Όσο η ζωή τους είναι ακόμα ζωντανή. Όσο ακόμα υπάρχει ένα όραμα να εκπληρωθεί, ένα πλάνο να σκηνοθετηθεί, μια ιστορία να ειπωθεί. Ο Αγγελόπουλος δεν αφήνει παρακαταθήκη μόνο τις ταινίες που γύρισε. Αφήνει παρακαταθήκη και την ταινία που δεν πρόλαβε να γυρίσει. Σπουδαία ζωή, ακόμη πιο σπουδαίος θάνατος. Αναδρομικά κάθε πλάνο κάθε ταινίας του προοικονομεί τον θάνατό του κι εγκιβωτίζει κάτι απ’ τον θάνατό του, εγκιβωτίζοντας όλη την επιθυμία του βλέμματός του).

Κώστας Κωστάκος

.

 

_____________________

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Πλατφόρμα μάχης για την επανοικειοποίηση του ρεμβασμού.