Στο αεροδρόμιο

Περνάει ένας άντρας που τον λένε Μπαμπά
μετά περνάει άλλος ένας. Μπαμπά, φωνάζεις
κι αυτός γυρίζει, παντοτινά γυρίζει, παντοτινά
τον φωνάζουν. Μπαμπά, αυτός γυρίζει, και
σε κοιτάζει, σαστισμένος, το πρόσωπό του
ένα κινούμενο ναυάγιο από δέρμα, ένα ερωτηματικό
έγκλειστο στη βαρύτητα,
ένας καρπός σκισμένος στα δύο, ένα άγριο ζώο
που δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ τη ζούγκλα του.

 

Επισκόπηση: Φωτότροπα

Το χιόνι πέφτει, μετά σηκώνεται, τινάζει από πάνω του τη σκόνη
Σπουργίτι που επιστρέφει πετώντας σαν το φύλλο στο δέντρο του
Το μέλλον κάνει γέφυρα προς εσένα, είναι
αυτό που μπορείς σχεδόν να δεις, υφασμένο
στα σύννεφα που στριμώχνονται στον ουρανό, σπρώχνονται με αγκωνιές, βάζουν τα γέλια

Έπειτα βλέπω το διάστημα και την επίδρασή του μέσα σε ένα κουβά με νερό που στροβιλίζεται
Και δυο άτομα ασβεστίου ορμούν μπροστά, δίδυμα φωτόνια που ταξιδεύουν

πλάτη με πλάτη, τα χέρια λυτά, τέλειοι
κολυμβητές στο φωτισμένο δείλι

Πού πηγαίνουν;

Πρώτα, στην Ολλανδία, μετά
να δώσουν ένα φιλί στα κόκαλά της

Και στην Ολλανδία οι δρόμοι είναι φτιαγμένοι από νερό, οι κούκλες και οι σκύλοι μαζεύονται
γύρω από φωτισμένα τραπέζια του πικνίκ σαν χαρωπά κουρέλια

Το σώμα είναι αποθηκευμένο στο κελάρι

Όταν πέφτει χιόνι οι νεκροί μας σιμώνουν στα κόκαλά μας
Επειδή το φάντασμα του ψύχους έχει επιστρέψει σαν στοιχειό και το σώμα είναι κι αυτό ένα χαρωπό κουρέλι

Δέντρο, τράβα τη σκέψη της μια φωτογραφία, μπορείς να το κάνεις
δια της φωτοσύνθεσης: εμφανίζονται σιλουέτες φωκιών, ένας ξέχειλος πλανήτης και οι δορυφόροι του, ένας
ουράνιος άτλαντας που σπάει όταν τον χτυπήσεις με το δάχτυλο (είναι γυάλινος)
Μερικές καμηλοπαρδάλεις, μερικοί ελέφαντες, μια αγέλη λιονταριών που σκορπάει στο ξέφωτο ∙ στο ξέφωτο

τα φύλλα του κόσμου στρέφονται προς το φως, όπως τα γράμματα της λέξης

οι λέξεις είναι όμορφες όχι για την ακρίβειά τους, αλλά για το όνειρό τους:

οι λέξεις είναι βέλη που κάνουν λούπινγκ ανάμεσα στη γη του κανενός και τους βαλτότοπους, μαλακές
πυρολιθικές αιχμές που πετούν προς τον στόχο τους

– Λέξεις ψάχνουν για πουλιά στη ζώνη –

Όταν κάθε τόπος γίνει μητρικό έδαφος
θα αποκτήσει η περιοχή
[ένα μέλλον] θα γίνει όλη μία επιφάνεια, δίχως σύνορα

 

Τάδε έφη ο χρωμογράφος

Λέγοντας: Μια νύχτα, σε έναν θάλαμο νέφωσης
ανακάλυψα ένα πράγμα: ότι ένα πράγμα (κάποτε είχα φεγγοβόλο στέμμα) ένα πράγμα μπορούσε να είναι
κάτι παραπάνω από Αληθές, και κάτι παραπάνω

από Ψευδές, ένα πράγμα
μπορούσε να φέρει το όνομά του

μαζί με ένα μπιλιέτο από φώτα
που τα λένε Δυνατότητες: Σε έναν θάλαμο νέφωσης, τα σωματίδια προδίδονται από την κίνηση και οι υδρατμοί

αφήνουν ίχνη. Ανακάλυψα: μια λάμψη φωτός που χάνεται μεμιάς όταν η ύλη και η αντίθεσή της συναντιούνται: (το μερίδιό μας στην απέραντη νύχτα) (αυτό που λέω το εννοώ): Περιφρονώντας

τον Νόμο Όλων των Εξαιρούμενων Τρίτων: οι νόμοι δεν είναι
συμμετρικοί στο μπροστά και το πίσω
(του χρόνου). Σε ποια πλευρά
στοιβάζονται; και ο ουρανός επίσης

(είναι που τρέλανε τόσο την καρδιά
του Χαρτ Κρέιν) συνέχισε να συσσωρεύει
νέφη αδιάκοπα, μια μάζα αερίων που από κάτω

δεν υπάρχει γραμμένο τίποτα ∙ ένα τραγούδι στα μισά

της κρυστάλλινης καβατίνα. Τότε δεν είχαμε σχεδόν καθόλου οστά.
Ο Χαρτ Κρέιν είχε οστά; Κι αν ναι, ποιου είδους; Και

από ποιον ανυπολόγιστο χρόνο; Στις ξεκοκαλισμένες ώρες γράφτηκε το Βιβλίο του Πένθους, που πραγματευόταν το να φεύγεις

από το σπίτι σούρουπο, τότε που όλα τα κτήρια έχουν προλάβει να χωρέσουν πάλι στις σκιές τους. Σαν να υπήρχαν μόνο:

από σούρουπο σε σούρουπο, ανάμεσα στο σούρουπο και το χώμα
εκεί όπου κανένα ζώο δεν διαχώριζε τον εαυτό του

από την ημέρα, κι όπου η νύχτα
ξανάρχεται, όπως

έκανε πάντα. Γεγονός ήταν ότι
δεν μπορούσα να ακολουθήσω το χάρτη – επειδή το Βιβλίο

της Φύσης γράφτηκε
στην α-
βέβαιη γλώσσα των μαθηματικών, δημιουργέ των μαύρων

βροχών, γιατί το γυμνό
μάτι
μπορεί γδυτό
να δει

ανάμεσα στα όρια των μαθηματικών
γιατί
τα οστά ενός μωρού είναι απαλά
σαν κρέμα όταν πρωτοβγαίνουν
από το αμνιακό υγρό & τους παίρνει

πολύ χρόνο
ώσπου να σκληρύνουν, μπορείς να ισοπεδώσεις
το κεφάλι ενός

νεογέννητου ακουμπώντας το
πάνω σε μια τάβλα, η θανατική τρύπα
του κρανίου παίρνει

6 μήνες για να κλείσει

και να γίνει ύστερα εύθρυπτη

Διαγράφοντας το τελευταίο
τόξο της τελευταίας
περιφέρειας: έχασα εκείνο το φωτοστέφανο, μου λείπει.

(Πόσο καιρό μου πήρε να καταλάβω ότι τα ποτάμια
κυλούν προς τη θάλασσα)

 

[Δες τον χαρούμενο δακτύλιο στη λίμνη γύρω από]

Δες τον χαρούμενο δακτύλιο στη λίμνη γύρω από
την κόρη & την αδελφή μου που κολυμπούν εκεί
Τη λίμνη γύρω απ’ τον δακτύλιο γύρω
από την κόρη και την αδελφή μου που κολυμπάνε
και τη γη γύρω από τη λίμνη γύρω απ’ τον δακτύλιο
γύρω από την κόρη & την αδελφή μου
που κολυμπούν εκεί

Αν έβγαζες από δω φωτογραφία, μπορεί και να
διέκρινες τους κρατήρες –
διαδρόμους προσεδάφισης από τα Απόλλων
12, 14 & 17
μαζί με τις τελευταίες πατημασιές που ξέμειναν στο φεγγάρι
(από την Κάμερα του Αναγνωριστικού Σεληνιακού Δορυφόρου θα τις έβλεπες καλύτερα)

Αν έβγαζες φωτογραφία απ’ το φεγγάρι θα μπορούσες να δεις
τον δακτύλιο στη λίμνη
γύρω από την κόρη μου & γύρω από την αδελφή μου που κολυμπάνε

Θα άκουγες την κόρη μου να ρωτάει,
πόσων χρονών είσαι
Θα άκουγες την αδελφή μου να απαντάει,
23

Θα άκουγες παρεμβολές στην αναμετάδοση
Μετά θα άκουγες την κόρη μου να λέει
έχω 25 δολάρια

μπορεί να άκουγες το κυμάτισμα, μπορεί να άκουγες τον δακτύλιο, το φύσημα της σκόνης πάνω απ’ τον κρατήρα

 

Ευχαριστούμε τον εκδοτικό οίκο Coffee House Press
για την ελεύθερη παραχώρηση των δικαιωμάτων της μετάφρασης.
Μπορείτε να διαβάσατε τα συγκεκριμένα ποιήματα στα αγγλικά εδώ κι εδώ.

 


 

 

Σημείωση της μεταφράστριας

Η μετάφραση αυτή των 4 ποιημάτων της E.S. δεν είναι παρά μια απόπειρα να περάσει κάτι από την αίσθηση της ποίησής της στη δική μας γλώσσα. Είχα, βεβαίως, κάμποσες απορίες κι εκείνη, ευγενικά, προθυμοποιήθηκε να ρίξει πάνω τους λίγο φως. Επιλέγω να μοιραστώ δημόσια μια από τις απαντήσεις της, επειδή πιστεύω ότι ξεκλειδώνει ίσως για τον αναγνώστη μια πόρτα του ποιητικού της κόσμου. Το ερώτημά μου αφορούσε στο ποίημα Επισκόπηση: Φωτότροπα και ήταν το εξής: «Γιατί συγκεκριμένα η Ολλανδία;»

Eleni: «Δεν μπορώ πραγματικά να σου εξηγήσω γιατί. Για μένα, ένα μεγάλο μέρος της ποίησης είναι σαν τον υποθαλάσσιο όγκο του παγόβουνου. Βλέπεις την κορυφή της, αλλά όχι εκείνο που κρύβεται από κάτω. Κι αυτό είναι ένα από τα πράγματα που αγαπώ στην ποίηση: την ικανότητά της να επικοινωνεί πέρα από το λογικό ή το ορατό. Η εμφάνιση της Ολλανδίας σε ένα ποίημα είναι λιγότερο μυστηριώδης από τη χημική συμπεριφορά των ατόμων; Μπορώ, πάντως, να σου πω ότι και το μέρος και η όλη εικόνα που περιγράφεται, προήλθε από ένα όνειρο.

Στο ποίημα αυτό, με απασχολεί το πώς έχουμε εκπαιδευτεί, και σωματικά και γλωσσικά, να σκεφτόμαστε το μέλλον σαν κάτι που βρίσκεται μπροστά μας (σε αντίθεση, παραδείγματος χάρη, με τους Αϊμάρα – ιθαγενείς των Άνδεων – που το οραματίζονται σαν κάτι που είναι πίσω τους, ενώ βλέπουν το παρελθόν μπροστά τους). Αναθεωρώ, λοιπόν, τις επινοήσεις μας για τον χρόνο και την αναπαράστασή του. Με απασχολεί ακόμη το πώς οι ζωντανοί συμβιώνουν με τους νεκρούς (και με τα όνειρα) – επίσης το πώς άλλα ζωντανά πλάσματα έχουν αναπτύξει τρόπους να αντιλαμβάνονται το ένα το άλλο. Υπάρχει ένας περιβαλλοντικός προβληματισμός εδώ, μια ανησυχία για το πόσο τρωτός είναι ο πλανήτης μας και οι μορφές ζωής του ∙ μια εστίαση στον τρόπο που διευθετεί η γλώσσα όλες αυτές τις σχέσεις».

 

H πρόσφατη συλλογή ποιημάτων της Eleni Sikelianos. Στα ελληνικά κυκλοφορεί «Το βιβλίο του Τζον», ένα υβριδικό βιογραφικό πεζογράφημά της για την τραγική μορφή του πατέρα της (Εκδ. Πατάκη. μτφρ: Κατερίνα Σχινά)

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Η Τ. Κ. μεταφράζει αγγλόφωνη λογοτεχνία, έχει δημοσιεύσει 3 ποιητικές συλλογές και δεν σκοπεύει να εκδώσει τέταρτη, παρόλο που γράφει ακόμα.