Η Μαρία Μαγδαληνή συνάντησε ένα βράδυ την Παναγία έξω από το glory hole,
ώσπου πάνω σε στιγμή υπεροχής, την ώρα που λούζονταν, το Θείο πλάσμα της ψιθύρισε ευγενικά:
“Τι δουλειά έχουν οι γιαγιάδες στις γειτονιές των μπουάτ φαλλών; Ξεχνάς;”,
κι έπιασε τον κότσο της σφιχτά με αγωνία.
-Αχ αδελφή μου σ’ αγαπώ, απάντησε η Παναγία.
Μου θύμισες τις στιγμές ασφυξίας μου μέσα στους θαλάμους αερίων.
Πάντα μου συμπαραστέκεσαι με την έγνοια και την αγάπη σου για εμένα.
Και κολυμπώντας μακρυά στο αδιέξοδο της μαύρης άλμης,
γεμάτη από ντροπή και πόνο φώναξε:
– “Aγαπάτε διαφορετικούς” του έλεγα να γράψει,
“μα Αυτός επέμενε στην αλληλεγκυμοσύνη”.
Τώρα μου στέλνει ταχυδρομικούς κρίνους να ξεδιψάσω
και σεισμούς για να χορτάσω τα παιδιά μου.
Τόσους πολλούς κρίνους μου έχει στείλει,
που πλημμύρισε το δωμάτιό μου από το νερό των σπασμένων βάζων
και δεν έχω πια γωνίτσα να κουρνιάσω.
Όλων των ανθρώπων την γονιμοποίηση, μα και το θάνατό τους,
δικό του τον θέλει ο άπληστος.