Χάρισα ένα σ’αγαπώ.
Αποκόπηκε το κάθε γράμμα του και μοιράστηκε.
Τα α γίνηκαν δίκερη θηλιά λάσου που ρίχτηκε στον ήλιο και καήκαν.
Το γ έγινε γραβάτα και με στραγγάλισε.
Το π εκπορνεύτηκε απ’ τη μαφία.
Το ω φιμώθηκε και πέθανε από ασφυξία.
Κάθε δικαίωμα θρήνου μού στερήθηκε.
Ίχνος σώματος κανένα για να θάψω.
Άνοιξα τότε το υπό κατάληψη χώμα κι έριξα μέσα το σώμα μου,
την εναπομείνασα λαθραία συσκευή της θρησκείας των πίστεων.