Κοιμόταν πάντα γυμνή
τυλιγμένη μονάχα στα όνειρά της
Ξυπνούσα και την χάζευα
σαν υπνωτισμένος
για ώρες, για μέρες
για αιώνες
Χάιδευα ευλαβικά
την καμπύλη που σχημάτιζε η μέση της
και εκείνη
έκανε ότι κοιμόταν
κι εγώ έκανα ότι δεν το είχα καταλάβει
Είχε τη θάλασσα στα μαλλιά της
Προτού ξαπλώσει
τα τίναζε με βία
κι έσβηνε κάθε μικρή κόλαση
που παραμόνευε στη σκιά
Κοιμόταν πάντα γυμνή
κι εγώ κοντά της
ξέχασα
να φοβάμαι
Τζίμης Τσουκαλάς
από τη συλλογή “σταγόνες”