Ορθώθηκε
κρίνος λευκός, αμυνόμενος
πίσω από το αιώνιο ψεύδος της γονιμότητας,
πατώντας πάνω σε λάθος τοπίο
-αυτός,
ο ήδη στραγγαλισμένος
από κιτρινόμαυρο
ναρκισσευόμενο κεντρί
.
κι έχει πλέον νυχτώσει
.
όσο κατατροπώνει μέσα στα ρουθούνια του
κάθε κόκκο γύρης.
“Μα ποιά πίστη
μετά από αιώνες Χρησμών
στέκει ακόμα στα πόδια της;”
θα ούρλιαζα
όταν τον απόηχο της άπνοιάς μου
πρόλαβε
πετώντας ανάμεσά μας
τον βροντερό ήχο του κενού του.
Την αγάπη απαρνιέται
– επίμονα –
με ντέφια και βιολιά.
Με απουσία.
Μαραζώνει τον φόβο
Ληστεύει τον ρεαλισμό
Εξαπατά την απιστία
– ναρκισσευόμενος –
τα πα μπαμ
τα πα μπαμ
τα πα μπαμ
-αυτός
οικόσιτο αγρίμι,
αρκούδα αλυσοδεμένη
στο στάχυ.