Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει μέσα σε λίγες γραμμές για το ποιος ήταν ο Νικόλαος Κάλας. Κι αν το κάνει, μην τον πιστεύετε. Γιατί δεν ξεμπερδεύεις εύκολα με τον άνθρωπο που η ζωή του κύλησε με μιαν «ευκινησία θαυματοποιού» όπως επισήμανε εύστοχα ο Ελύτης. Δεν ξεμπερδεύεις εύκολα με έναν ιχνηλάτη του Λαβύρινθου, έναν ανυπότακτο διανοητή που θέλησε να ενώσει «το μεταχθές με το προαύριο». Δεν ξεμπλέκεις έτσι απλά με τον πνευματικό ακτιβιστή που τόλμησε να ζητήσει έναν «διφέγγαρο ουρανό».
Ας σταθούμε λίγο εδώ. Να δούμε πώς γίνεται ένας απόγονος του Μάρκου Μπότσαρη να γίνει εμμονικός πολέμιος της ελληνικότητας. Και πολύ να μισηθεί γι’ αυτό. Σχεδόν να εξοστρακιστεί από τους πνευματικά δυσκίνητους λόγιους του τόπου, ξεχασμένοι οι περισσότεροι πια.
Μα ο Κάλας επιστρέφει τώρα, σχιζοφυής και ανυπότακτος. Κυρίως ανεξιχνίαστος. Μια άβολη περίπτωση που όλο ξεγλιστρά. Προσωπικά δεν παίρνω την ευθύνη. Θα τον αφήσω να μας συστηθεί με δικά του λόγια:
«Νησιώτης ποτισμένος στο σεληνόφως λιοδέντρων
επαναστάτης, μετανάστης, επαγγέλλομαι
τον ονειροκρίτη. Μελετώ Μάγους
τον van Eyck και τον Bosch, τον Breton
και τον Duchamp. Χαιρετώ άθεους Βουδιστές
του Colorado, αναρχικούς και αιρετικούς.
Γιορτάζω το ηλιοστάσιον και την επέτειο
κάθε Κομμούνας. Σέβομαι τη σκιά του Άθωνα
τις πυραμίδες, την Αφροδίτη.
Χάνομαι στο πλήθος, ξαναβρίσκω τον εαυτό μου
στις αρτηρίες της Βαβυλώνας
στην παλάμη του μέλλοντος»
Οργάνωση Μνήμης: Σαμσών Ρακάς
Εικαστική επιμέλεια: γιώργος δομιανός
Επιμέλεια κειμένων: Χαρίλαος Τρουβάς
Μεταφράσεις: Κίμωνας Θεοδώρου