Γύρισα απ’ την πολύχρωμη κατάμεστη πλατεία,

σε όνειρο μου φάνηκε, πως ζούσα ή ουτοπία.

Άνθρωποι με χαμόγελο, με χάρη περπατούσαν,

χέρια κρατούσαν, και ζεστά τα χείλη που φιλούσαν.

Μ’ αποδοχή πλαισίωναν τ’ όμοιο, και το άλλο,

εκείνο που στους πιο πολλούς φέρνει στη σκέψη σάλο.

Εκείνο που εκδιώχθηκε βίαια απ’ το σπίτι,

που κάνει θύμα το παιδί και τον πατέρα θύτη.

Εκείνο που στραβοκοιτά και θάβει η κοινωνία

κι αμαρτωλό και άρρωστο βαφτίζει η εκκλησία.

Εκείνο που στο σώμα του υπάρχει αυτό το φύλο,

μα γι’ άλλο η καρδούλα του υπέφερε το ξύλο.

Εκείνο που χλευάζεται αναίτια στο σχολείο,

και μ’ αίμα η απουσία του, γράφεται στο θρανίο.

Εκείνο που στο βλέμμα του λαμποκοπά το γκλίτερ,

και τ’ αμαυρώνουν οι «σοφοί» του φεισμπουκ ή τουίτερ.

Πόσα εκείνα βρέθηκαν απόψε στην πλατεία

και γκρέμισαν με μουσική κάθε πλαστή αυθεντία;

Πόσα εκείνα χόρεψαν κρατώντας μία μπύρα,

ζητώντας διαφορετική μες τη ζωή τους μοίρα!;

Τόσα που το χρωματιστό φόντο της πριν αφήσω,

ευχήθηκα μέσα σ’ αυτή κι αύριο να ξυπνήσω.

.
.
.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Γεννήθηκε στην Κρήτη το 1974. Συλλέγει μανιωδώς κενά σημειωματάρια και τα γεμίζει ομοιοκατάληκτες ιστορίες της καθημερινότητας. Κάποιες παραμένουν μισοτελειωμένες, ώσπου να έρθει και γι' αυτές το πλήρωμα του χρόνου. Πηγή έμπνευσης, το γουργουρητό μιας γάτας.