Βλέποντας τη «Ρίτα», τη μικρού μήκους ταινία του Γιώργου Δανόπουλου, το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι αν πρόκειται για ντοκιμαντέρ ή για ταινία μυθοπλασίας. Η «Ρίτα» του είναι υπαρκτό ή επινοημένο πρόσωπο; Γι` αυτό, όταν μου προτείνει να φέρει και την ίδια στη συνάντησή μας, χαίρομαι που επιτέλους θα εξακριβώσω αν υπάρχει όντως αυτή η γυναίκα που την έβγαλε καθαρή μέσα από την πορνεία. «Πού να πω ότι η καλύτερή μου φίλη δουλεύει σε μπουρδέλο και είναι παρθένα, και να καταλάβουν τι εννοώ!» Αυτά τα λόγια ενός φίλου της, μεταφερμένα στην κουβέντα από την ίδια, απαντούν στο προσωπικό μου ερώτημα και δικαιώνουν την κινηματογραφική προσέγγιση του Γιώργου.
Καθόμαστε σ` ένα καφενείο, γωνία απέναντι από το μαγαζί της Ρίτας και μιλάμε για τη ζωή της και τη δουλειά της και για την ταινία που ο Γιώργος εμπνεύστηκε απ` αυτή.

Πού γνωριστήκατε; Και πώς;
Ρίτα: Στο μαγαζί. Είχανε έρθει με το Στρατή.
Γιώργος: Ναι, ξεκίνησε με μια σκηνοθετική προσέγγιση που κάναμε με το Στρατή το Βογιατζή για το Caravan Project, τις «Μικρές ιστορίες του Μεταξουργείου»…
Ρίτα: … και γνωριστήκαμε και αποκτήσαμε μια οικειότητα και μου λέει ο Γιώργος μετά: «Θέλω να κάνω ένα ντοκιμαντέρ.»

Τι ιστορίες του Μεταξουργείου ψάχνατε για το Caravan Project;

Γιώργος: Θα μπορούσε να είναι η ιστορία της Ρίτας, η κινέζικη αγορά, το καρναβάλι, μια ομάδα ποδοσφαίρου, ένας άστεγος στη γέφυρα που δουλεύει υπηρεσία σε κάποιο οίκο ανοχής…
Ρίτα: Η Ιστορία του Μεταξουργείου γενικά.
Γιώργος: Έτσι ξεκίνησε. Και στους τίτλους τέλους αναγράφεται ότι η ταινία είναι εμπνευσμένη από τις «Ιστορίες του Μεταξουργείου». Στην ουσία δηλαδή η ιστορία ήταν πολύ μικρή για όλο αυτό που είδα εγώ στην Ρίτα, έτσι αποφάσισα να μείνω εκεί, και έμεινα για έξι μήνες. Και έγινα παράγοντας τελικά!

Τι παράγοντας;
Γιώργος: Πήγαινα, ας πούμε, στους διπλανούς να χαλάσω ψιλά και με ρωτούσαν «πώς πάτε δίπλα;»!
Ρίτα: Ήτανε του μαγαζιού!
Γιώργος: Ναι, ήταν λίγο αστείο!
Ρίτα: Γνωρίστηκε με άτομα, ερχόταν πίναμε καφέ, μιλάγαμε, αποκτήθηκε μια σχέση πιο προσωπική.
Γιώργος: Με ερωτεύτηκε λίγο μια κοπέλα…
Ρίτα: Ναι, εγώ ήμουν η κακιά, ζήλευα, δεν άφηνα… Υπήρξε μια αμοιβαία συμπάθεια.

Δεν υπήρξες καχύποπτη λοιπόν μαζί του, δε σκέφτηκες ότι εισέβαλε με την κάμερά του να σ` εκμεταλλευτεί.
Ρίτα: Όχι, όχι.
Γιώργος: Εγώ θεωρώ ότι η Ρίτα έχει μια διαύγεια στο να «κόβει» τους ανθρώπους που συναντά. Και ίσως αυτό να οφείλεται και στη φύση του επαγγέλματος.
Ρίτα: Ναι, είμαι πολλά χρόνια σ` αυτή τη δουλειά. Ξέρω πού πρέπει να είμαι καχύποπτη και πού όχι.
Γιώργος: Από τις πρώτες κουβέντες ένιωσε – όπως κι εγώ άλλωστε – ότι μπορούμε να τα πούμε. Εξάλλου ήμουν πολύ διακριτικός. Όποτε ένιωθα ότι δε με «σήκωνε» ο χώρος, έφευγα.

Εσένα Γιώργο πώς σε είλκυσε το θέμα; Είναι η γοητεία του περιθωρίου;
Ρίτα: Άμα σου πω ότι τον είλκυσαν οι γυμνές κοπέλες, θα το πιστέψεις;
Γιώργος: Γυμνός πάω για μπάνιο, βλέπω πολλές γυμνές κοπέλες!
Ρίτα: Άλλο όμως το γυμνό το τυλιγμένο σε μυστήριο, σε κόκκινο φως, σε δαντέλα, σε σατέν!
Γιώργος: Κοίτα, επειδή πολύ μεγάλο ποσοστό του αντρικού πληθυσμού πάει έστω και για βόλτα, να δουν πώς είναι, όσες φορές το είχα δει πιτσιρικάς, που βολτάραμε με φίλους, πάντα υπήρχε μια περιέργεια για το τι γίνεται από πίσω, πώς λειτουργεί αυτό το πράγμα. Γιατί εσύ στην ουσία βλέπεις το αποτέλεσμα: βγαίνει η κοπέλα, σου λένε την τιμή και τελειώνει.
Ρίτα: Πάντα το μπουρδέλο ήταν ένα θέμα ταμπού για την ελληνική οικογένεια. Λέγανε στα παιδιά: «Πρόσεχε μη μπλέξεις με τις πουτάνες, μην πας εκεί.» Οπότε πιστεύω ότι στο αντρικό μυαλό, στο υποσυνείδητο, υπάρχει μια περιέργεια να δει και τι υπάρχει πίσω από τον τοίχο.

Εσύ είχες ξαναπάει σε μπουρδέλο πριν πας στη Ρίτα;
Γιώργος: Ναι, πηγαίναμε βόλτες, πιτσιρικάδες, από περιέργεια. Και μερικές φορές πήγα και μεγαλύτερος, αλλά αυτές τις φορές από κοινωνική περιέργεια και από μία έλξη προς αυτό το επάγγελμα. Μου άρεσε να συναναστρέφομαι με τη γυναίκα πόρνη. Όχι όμως σαν ένας πελάτης της σειράς. Σαν ένας γνωστός του μαγαζιού ίσως, που μπορώ να πιώ έναν καφέ εκεί, να ανταλλάξω απόψεις. Πράγμα που τελικά συνέβη. Η αλήθεια είναι πως μετά από αυτήν την εμπειρία εκπληρώθηκε αυτή μου η ανάγκη και άρχισα να κρατάω απόσταση, καθώς κουράστηκα λίγο, πέρα από μερικές φορές που επισκέπτομαι την Ρίτα για έναν καφέ και για να πούμε τα νέα μας.

Σκέφτηκες λοιπόν να κάνεις μια ταινία βιογραφική της Ρίτας. Ποια ήταν ακριβώς η πρόθεσή σου;
Γιώργος: Η πρόθεσή μου δεν ήταν να είναι γενικά βιογραφική, για το πώς είναι η ζωή της. Ήθελα να δείξω τη φύση του χαρακτήρα της σε σχέση μ` αυτό το επάγγελμα. Ειδικά από τότε που ξεκίνησε αυτή η διαδικασία, γνώρισα πάρα πολλούς και πολλές που κάνουν αυτό το επάγγελμα και είδα ότι είναι μιας συγκεκριμένης νοοτροπίας. Δηλαδή λίγο απότομες, λίγο σ` έχουνε σε απόσταση. Ο χαρακτήρας της Ρίτας ήταν πολύ διαφορετικός και το έβλεπα όσο δούλευε σαν υπηρεσία. Γιατί δε δουλεύει πια η ίδια.
Ρίτα: Βέβαια είμαι ψηλή, ξανθιά, πανέμορφη, αλλά επειδή κουράστηκα να με θέλουνε, σταμάτησα!

Υπηρεσία μάλλον είναι αυτό που στην αργκό λέμε τσατσά. Τη χρησιμοποιείτε αυτή τη λέξη ή σας φαίνεται βαριά;
Ρίτα: Θεωρείται προσβλητικό, αλλά χρησιμοποιείται ακόμη. Αλλά εξαρτάται και πώς θα το πει κάποιος. Αν ένα παιδάκι νεαρό πει «κυρία τσατσά», επειδή έτσι το έχει ακούσει, δεν είναι προσβλητικό. Το λέμε υπηρεσία όμως. Ακόμα και στα δικαστήρια, «υπηρετικό προσωπικό» γράφεται.

Το κείμενο της ταινίας πώς προέκυψε; Βασίστηκε πάνω σε προφορικές αφηγήσεις της Ρίτας;
Γιώργος: Ξεκινήσαμε να κάνουμε συνέντευξη, αλλά δεν ήταν ακριβώς συνέντευξη. Κατέληξε να είναι μία ανοιχτή κουβέντα. Καθόμασταν σε ένα από τα δωμάτια της Ρίτας. Ήταν μια ελεύθερη συζήτηση, δεν ήταν ερωτήσεις – απαντήσεις. Αλλιώς θα πηγαίναμε σε μια βερσιόν talking head, που για μένα δεν έχει ενδιαφέρον.
Ρίτα: Σε απλές, ελεύθερες συζητήσεις είναι πιο καλά γιατί βγαίνουν πιο ωραία πράγματα, πιο αυθόρμητα, πιο αυθεντικά.

Έτσι ν` αντιμετωπίσετε και τη δική μας κουβέντα!
Γιώργος: Στην ουσία την άφησα να το πάει όπου ήθελε.
Ρίτα: Και στο δωμάτιο και στην κουζίνα έχουμε κάνει συζητήσεις. Ας πούμε, ερχόταν ο Γιώργος, καθόμασταν, και μου έλεγε: «να βάλω μικροφωνάκι;». Και την πιάναμε όλη την κουβέντα. Και από κει και πέρα κράταγε αυτό που ήθελε.

Επομένως μετά έκανες ένα κείμενο από απομαγνητοφωνημένες αφηγήσεις της και της το έδωσες να το διαβάσει;
Ρίτα: Δεν έχω διαβάσει κείμενο!
ΓιώργοςΜαζί με τον Κυρηναίο Παπαδημάτο, τον μοντέρ της ταινίας, επιλέξαμε τα ηχογραφημένα κομμάτια που εξυπηρετούσαν την αφήγηση της εικόνας. Είναι βιωματική και η αφήγηση της εικόνας και η αφήγηση της Ρίτας. Μπορεί να υπήρχαν και τρεις ώρες που δεν υπήρχε τίποτα να πούμε, κι αυτό έγραφε. Μπορεί όμως να υπάρχουν και πέντε λεπτά πολύ δυνατά – όπως στη σκηνή που η Ρίτα φτιάχνει έναν καφέ στη φωτιά και είναι στα δύσκολά της και λέει «έχω άγχος», και για μένα αυτή είναι η πιο κοντινή στιγμή μεταξύ μας. Σα να έχει πάει ένα φιλαράκι εκεί και τα λένε. Κι αυτό μ` αρέσει, γιατί δείχνει κάτι ιδιαίτερο για τη Ρίτα, πέραν των κλασικών πραγμάτων που θ` ακούσεις σε μια συνέντευξη για την πορνεία. Δεν ξέρω αν έχεις δει ρεπορτάζ για την πορνεία.
Ρίτα: Είναι κλισέ τα πάντα. Είναι σαν την Κανελλοπούλου, την πρόεδρο του σωματείου, που έλεγε «Εμείς εξυπηρετούμε την ελαστικότητα του κοινωνικού ιστού», λες και το είχε βάλει σαν κασέτα στο μυαλό της.
Γιώργος: Εγώ έχω την πεποίθηση ότι για να αποτυπώσεις μια κοινωνική ιστορία είτε φωτογραφικά είτε κινηματογραφικά, πρέπει πρωτίστως να την έχεις βιώσει, να έχεις γίνει μέρος της.

Απέφυγες εντελώς να δείξεις πρόσωπα.
Γιώργος: Ναι, δεν ήθελα. Ούτως ή άλλως η Ρίτα δε θα `θελε να βγει, αν και το είχαμε ψιλοσυζητήσει και το σκεφτότανε λίγο, αλλά δε θα ήθελα να είναι καθόλου ρεπορταζιακό. Δεν είναι αυτό το θέμα της ταινίας εξάλλου, δεν είναι αυτός ο σκοπός.

Ποιος είναι ο σκοπός της;
Γιώργος: Σκοπός είναι να μπούμε στον ψυχισμό ενός ανθρώπου που κάνει αυτή τη δουλειά, αλλά ανθρώπινα, σα να είναι φίλος μας, σα να τον ξέραμε χρόνια.

Είναι χαρακτηριστικό δείγμα τέτοιου ανθρώπου η Ρίτα ή αποτελεί εξαίρεση; Βλέποντας την ταινία, μου πέρασε από το νου ότι δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο αλλά αποκύημα της φαντασίας σου!
Γιώργος: Αυτό μου το` χουν πει και μερικοί συνεργάτες της ταινίας! Πρώτα πρώτα νιώθεις μια συμπάθεια ακούγοντας τη φωνή της – δεν ξέρω αν συνέβη και σε σένα. Σίγουρα δεν είναι χαρακτηριστικό δείγμα. Αλλά κάποια πράγματα που λέει έχουν μια βάση γενικότερη – οι δυσκολίες σχετικά με το επάγγελμα κ.λπ.

Δε μου` βγαλε καθόλου μιζέρια.
Ρίτα: Μα γιατί να σου βγάλει μιζέρια;

Πολλοί καλλιτέχνες, διανοούμενοι, έλκονται από το περιθώριο και τη μιζέρια που αναδίνει. Και στο έργο τους αναπαράγουν αυτή τη μιζέρια.
Ρίτα: Δεν έλκονται από τη μιζέρια. Έλκονται απ` το περιθώριο.

Εσύ νιώθεις καθόλου περιθώριο;
Ρίτα: Όχι. Γιατί να μην είναι περιθώριο η υπόλοιπη κοινωνία και να είμαι εγώ; Γιατί να μην είναι περιθώριο όλοι αυτοί οι καθωσπρέπει και να είμαι εγώ; Εγώ δεν έχω κάτι να κρύψω. Έχεις να κρύψεις εσύ, που φοράς το κουστούμι σου κι έρχεσαι εκεί μέσα και μετά πας στη γυναίκα σου και στα παιδιά σου. Γιατί να είμαι εγώ περιθώριο και να μην είσαι εσύ;


Η εικόνα που το σκυλί γλείφει και δαγκώνει το γοβάκι τι σημαίνει;

Γιώργος: Είναι μια σκηνή ρουτίνας. Την ώρα που πάει να ξεκινήσει η διαδικασία μέσα στο δωμάτιο, φεύγουμε λίγο και δείχνουμε κάτι καθημερινό. Την ώρα που η κοπέλα κάνει τη δουλειά της, το σκυλάκι γλείφει ένα πεταμένο παπούτσι. Εσένα τι σου έδειξε αυτή η εικόνα;

Κάτι μίζερο. Ότι το σκυλί ροκανίζει το όνειρο μιας κοπέλας που αντί να γίνει βασιλοπούλα έγινε πόρνη. Είδες πόσο εθισμένοι είμαστε σε έναν τέτοιο τρόπο θέασης των πραγμάτων, όσον αφορά την πορνεία;
Γιώργος: Κοίτα, το τι θα αισθανθεί ο καθένας με την κάθε εικόνα είναι κάτι υποκειμενικό. Και κάποιος άλλος μπορεί να σκεφτεί «Κρίμα, αντί πάρουν κάτι για το σκυλί από το pet shop, το έχουν παρατημένο να μασουλάει το γοβάκι». Για μένα είναι μια γλυκιά εικόνα.

Πόσω χρονώ, Ρίτα, βγήκες στη δουλειά;
Ρίτα: Ουσιαστικά στα 23, μετά τη γέννηση του γιου μου.

Βλέποντας την ταινία αλλά και γνωρίζοντάς σε τώρα, δε θα σε έλεγα με τίποτα θύμα του trafficking. Υπάρχει όμως μια αριστερή – φεμινιστική αντίληψη που θυματοποιεί όλες τις γυναίκες που εκδίδονται.
Ρίτα: Υπήρξαν θύματα του trafficking μια δεκαετία, με τα κορίτσια του ανατολικού μπλοκ που πηγαίναν οι νταβατζήδες και τα φέρναν δέκα – δέκα, είκοσι – είκοσι, που τα είχε βγάλει τότε ο Τριανταφυλλόπουλος και κατά 99% ήταν αλήθεια. Από κει και πέρα όμως δεν υπάρχουν θύματα. Ξέρουν ότι έρχονται να κάνουν αυτή τη δουλειά.

Για σένα ήταν επιλογή;
Ρίτα: Ναι, συνειδητή επιλογή.

Το έκανες από βιοποριστική ανάγκη ή για την ευχαρίστηση;
Ρίτα: Από βιοποριστική ανάγκη. Ευχαρίστηση αντλείς μόνο την ώρα που πληρώνεσαι. Αν και την αγαπούσα τη δουλειά μου και την αγαπάω. Έχω ζήσει, έχω μεγαλώσει το γιο μου, μ` έκανε αυτό που είμαι. Κι αυτό που είμαι μου αρέσει. Έχω αρχές, έχω αξίες, έχω αξιοπρέπεια.

Την ώρα του σεξ δεν ένιωθες καμία ευχαρίστηση;
Ρίτα: Την ώρα του σεξ μετρούσα πόσα κρικάκια έχει η κουρτίνα, τι θα μαγειρέψω αύριο, τι έχω να κάνω με το παιδί. Αν οι πελάτες ξέρανε τι σκέφτομαι, θα με πνίγανε!

Στο περιβάλλον σου ήτανε γνωστό τι δουλειά έκανες;
Ρίτα: Ναι, από ένα σημείο και μετά το μάθανε.

Οι συγγενείς σου πώς το πήρανε;
Ρίτα: Δε μπορώ να πω ότι το πήραν ιδιαίτερα αρνητικά, επειδή ήμουν πάντα ανεξάρτητο άτομο και δεν επέτρεπα να επεμβαίνουν στη ζωή μου. Δεν ήταν επικριτικοί. Λέγαν απλά ότι δεν είναι ωραίο. Από ένα σημείο και μετά το αποδεχτήκανε και φτάσαμε στο σημείο να κάνουμε καλαμπούρι με τη μάνα μου! Στη μάνα μου άρεσαν πολύ τα shocking! Παρ` όλο που ήταν μεγάλη γυναίκα και γυναίκα του χωριού, είχε πάντα ανοιχτό μυαλό.

Ο Θωμάς Κοροβίνης έχει γράψει τη φράση «η μεγαλύτερη πουτάνα δεν έχει δουλέψει ποτέ σε μπουρδέλο».
Ρίτα: Αυτό είναι αλήθεια! Ένας φίλος μου έλεγε: «Πού να πω ότι η καλύτερή μου φίλη δουλεύει σε μπουρδέλο και είναι παρθένα, και να καταλάβουν τι εννοώ!»

Σε μια κλειστή κοινωνία θα μπορούσες να το είχες κάνει;
Ρίτα: Εξαρτάται πώς θα το `βλεπα, τι θα είχα να αντιμετωπίσω, για ποιους λόγους θα έπρεπε να το κάνω.

Με το γιο σου υπήρχε θέμα;
Ρίτα: Κοίταξε, όταν ήταν μικρός υπήρχαν κάποια θέματα.

Είχες παντρευτεί;
Ρίτα: Όχι, τον έκανα εκτός γάμου. Είμαι εντελώς αντιδραστικό άτομο! Ο γιος μου είχε κάποια θέματα, αλλά μεγαλώνοντας κι ωριμάζοντας το αποδέχτηκε και συνειδητοποίησε κάποια πράγματα – και πολύ περισσότερο όταν άρχισε να έρχεται στο μαγαζί και γνώρισε και είδε άτομα. Βέβαια δε μπορώ να ξέρω όλα αυτά πώς μπορεί να δρουν στο υποσυνείδητό του. Αλλά λέει ότι είναι πολύ περήφανος για το ότι έχει μάνα του εμένα, αυτό το άτομο, και για το ό,τι κουβαλάει αυτό το άτομο μέσα του.

Πάντως τόση ώρα που μιλάμε δε θα σε χαρακτήριζα καθόλου shocking. Και σ` όλη την ταινία, μόνο μια κακιά λέξη λες, την «πουστιά».
Ρίτα: Είμαι πάρα πολύ shocking, απλά μαζεύομαι! Στην ταινία, που θα τη δει κόσμος, δεν ήθελα να δείξω το κακό μου πρόσωπο! Όπως δεν έδειξα και την ομορφιά μου!

Έχουμε συνηθίσει σε λογοτεχνικά ή θεατρικά κείμενα ο λόγος μιας πόρνης να είναι γεμάτος βωμολοχίες.
Ρίτα: Είναι αυτό που λέγαμε προηγουμένως. Αυτό έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε ό,τι αφορά την πορνεία και τις πόρνες. Υπάρχει όμως και το διαφορετικό πρόσωπο.

Έχεις συναντήσει άλλα άτομα σαν και σένα;
Ρίτα: Στη δουλειά μου; Ναι! Είναι κάποια άτομα με επίπεδο. Όπως ο Στέλιος.
Γιώργος: Ο Στέλιος ακούγεται και στην ταινία. Δουλεύει υπηρεσία, ενώ παλιά ήταν καθηγητής αγγλικών, είχε φροντιστήριο.

Εσύ δουλεύεις στο ίδιο σπίτι από τότε που ξεκίνησες;
Ρίτα: Ναι, εδώ στο Μεταξουργείο, από το `89.

Σκληρή εποχή τότε, με την επέλαση του AIDS.
Ρίτα: Κάνεις λάθος. Τώρα είναι σκληρή η εποχή. Τότε ενημερωθήκαμε, χρησιμοποιούσαμε προφυλακτικά. Οι πελάτες όμως τότε ήταν Έλληνες, σεβόντουσαν. Σήμερα είναι ένας αχταρμάς. Κούρδοι, Αφγανοί, Πακιστανοί, Μπαγκλαντές, Αλγερινοί, Μαροκινοί. Ένα 5 με 10% είναι Έλληνες. Στο Μεταξουργείο αυτό βέβαια συμβαίνει. Στη Φυλής είναι λίγο διαφορετικά. Εδώ έχει γίνει το κατακάθι των οίκων ανοχής.

Όταν ξεκίνησες τη δουλειά τι είδους πελατεία υπήρχε; Πρωτάρηδες; Οικογενειάρχες;
Ρίτα: Τα πάντα! Από 14 χρονών που το `φερναν ο πατέρας κι ο θείος μέχρι 75 – 80. Ως επί το πλείστον όμως η ηλικία των πελατών ήταν από 20 ως 55 – 60.

Σου` χει τύχει να σου φέρει ο πατέρας ή ο θείος τον πρωτάρη;
Ρίτα: Μου `χει τύχει να μου φέρει η μάνα το παιδί. Ήταν παιδί με ειδικές ανάγκες και το έφερνε κάθε δεκαπέντε μέρες. Κάποια στιγμή χάθηκε το παιδί και ήρθε να το ψάξει. Της είπα «δεν πέρασε από δω, δώστε μου το τηλέφωνο να σας ενημερώσω αν περάσει». Και κάποια στιγμή έρχεται το παιδί και του δίνω μια μπανάνα, τον βάζω στο δωμάτιο και του λέω «φα την και περίμενε, έρχομαι κι εγώ σε λίγο» και βγαίνω και παίρνω τηλέφωνο τη μάνα του και της λέω «ελάτε να το πάρετε» και ήρθε ο θείος του και το πήρε. Αυτό όμως ήταν η εξαίρεση. Κυρίως πατεράδες και θείοι φέρνανε τον πρωτάρη.

Τώρα όμως δεν πρέπει να συμβαίνει ακόμα αυτό.
Ρίτα: Τώρα παίρνουν τα παιδιά τον πατέρα και τον φέρνουνε! Όχι, όχι, δε συμβαίνει τίποτα απ` αυτά. Κατ` αρχάς δεν υπάρχουν πρωτάρικα τώρα. Τότε μπορούσε να πάρεις μέσα σ` ένα Σάββατο είκοσι πρωτάρικα. Τώρα μπορεί να πάρεις ένα στο τετράμηνο.

Αυτό πού οφείλεται;
Ρίτα: Το σεξ τώρα πια βρίσκεται παντού.
Γιώργος: Και η νεολαία είναι πιο απελευθερωμένη.
Ρίτα: Εγώ δεν το θεωρώ απελευθέρωση όταν ένα παιδί στα 13 έχει κάνει τα πάντα. Σεξουαλική παρακμή το θεωρώ!

Λεσβία σου `χει έρθει ποτέ;
Ρίτα: Όχι, αλλά έχουν έρθει κοπέλες πιωμένες, μαζί με τ` αγόρια τους, για να δουν πώς είναι και δεν τις άφησα να μπουν μέσα.

Γιατί;
Ρίτα: Γιατί αν μπει μια ασφάλεια εκείνη την ώρα, μπορεί να συμβεί οτιδήποτε, να μας πάρουν όλους. Να σου πω ένα περιστατικό με ένα παιδάκι πρωτάρικο, το 2000, με το νόμο, που συλλαμβάνανε. Μπαίνει στο δωμάτιο και λέει: «Ελπίζω να μην έχετε πρόβλημα, γιατί είχα πάει σε ένα άλλο μαγαζί μια άλλη μέρα και την ώρα που ήμουν στο δωμάτιο μπήκε η αστυνομία και το κλείσαν, πήραν την κοπέλα κι έμεινα έτσι». Λέω: «Όχι αγόρι μου, είμαι δηλωμένη, δεν έχουμε πρόβλημα, το μαγαζί δεν είναι διατηρητέο» – δεν τα ξέραμε όλα του νόμου τότε. Μπαίνει το παλικάρι, και με το που πάω στο δωμάτιο, η αστυνομία. Χτυπάνε την πόρτα – «βγέστε!». Λέω: «Παιδιά, ήμαρτον! Είναι έγκλημα αυτό που κάνετε. Είναι ένα παιδί μέσα, δεκαοκτώ χρονών, κι είναι πρωτάρικο, κι είναι η δεύτερη φορά που του το κάνετε. Αν ήταν το παιδί σας;». «Συγνώμη», μου λένε «δεν ξέραμε». «Ε, μπορείτε να περιμένετε για λίγο, να τελειώσει. Εγώ δε φεύγω. Πώς θα φύγω; Από το παράθυρο; Γυμνή;»

Τέλεια ιστορία!
Ρίτα: Ναι έχουν συμβεί πολλά, έχω πολλές αναμνήσεις. Και καλές και κακές.

Και στην ταινία υπάρχει πολύ υλικό! Γιώργο, εκτός από τις Νύχτες Πρεμιέρας πού αλλού θα προβληθεί;
Γιώργος: Στη Δράμα, και στο εξωτερικό: στο Ιράκ, στη Βοσνία και στο Βερολίνο μέχρι στιγμής. Το περίεργο είναι που θα παιχτεί στο Ιράκ. Δεν περίμενα να την πάρουν γιατί εκεί το θέμα είναι ταμπού. Ίσως βέβαια αυτός να είναι ο λόγος που την πήραν.

Εσύ, Ρίτα, θα πας να δεις την ταινία στο σινεμά;
Ρίτα: Κατά 99,9% ναι. Εκτός κι αν είμαι άρρωστη ή έχω σπάσει το πόδι μου ή αν έχω ερωτευτεί!

Incognito φαντάζομαι, ε;
Ρίτα: Ε βέβαια, είμαι εγώ τώρα να μπλέκω με τους paparazzi;

Δεν έχεις σύντροφο αυτό τον καιρό;
Ρίτα: Όχι.

Δε σου λείπει το κορμί;
Ρίτα: Καθόλου.

Το χόρτασες;
Ρίτα: Να σου πω κάτι. Ποιο είναι το αγαπημένο σου φαγητό;

Τα γεμιστά.
Ρίτα: Αν το τρως κάθε μέρα επί χρόνια, θα συνεχίσει να `ναι το αγαπημένο σου;

 


Η «Ρίτα», μαζί με άλλες πέντε μικρού μήκους ταινίες, προβάλλεται την Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου στις 17:00 στο IDEAL (Νύχτες Πρεμιέρας / Ελληνικές Μικρές Ιστορίες – Διαγωνιστικό)