Ένασαιώνας συμπληρώθηκε από τη «Μεγάλη απεργία των ηθοποιών» που έκλεψε την παράσταση στο πεδίο της ελληνικής επικαιρότητας και κατ’ επέκταση στον αθηναϊκό τύπο του 1919. Το δελτίο απεργιών καταλάμβανε καθημερινά χώρο στις εφημερίδες καταγράφοντας τις διεκδικήσεις των λιμενεργατών, των καπνεργατών και όσων άλλων επαγγελματιών αγωνίζονταν για τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών τους. Όμως, η απεργία των ηθοποιών είτε γιατί δεν την περίμενε κανείς, είτε γιατί ήταν η πρώτη του κλάδου αυτού, ή ακόμη επειδή οι εμπλεκόμενοι προέρχονταν από τον χώρο του θεάματος, βρέθηκε τις πρώτες ημέρες σε περίοπτη θέση εντός των εφημερίδων και με συνεχή κάλυψη για αρκετά φύλλα αφότου ξέσπασε. Το γενικό κλίμα της εποχής, παρόλο που τον Ιούνιο του ίδιου έτους είχε υπογραφεί η συνθήκη ειρήνης που τερμάτισε επίσημα τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ιδιαίτερα ασταθές, με την Ελλάδα να συνεχίζει να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, καθώς η Μικρασιατική εκστρατεία είχε ξεκινήσει από τον Μάιο.
Η «έκρηξη» των ανθρώπων του θεάτρου σημειώθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1919. Αποτέλεσε συνέπεια άκαρπων διαπραγματεύσεων μεταξύ των ηθοποιών και των εργοδοτών τους. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ακρόπολη» της 13ης Σεπτεμβρίου 1919:
«Χθες εξερράγη απεργία των ηθοποιών, καθ’ όσον δεν εγένοντο δεκτά αιτήματα αυτών προς βελτίωση της θέσεώς των, υποβληθέντα δι’ υπομνήματός των προς την ένωσιν των εργοδοτών».
Τι ζητούσαν και δεν λάμβαναν οι ηθοποιοί;
«υγιεινήν διασκευήν και καθαριότητα του θεάτρου, την εξασφάλισιν των ειδών της τέχνης των, την απόδοσιν ποσοστού 1% επί του ολικού μισθώματος των συμβαλλομένων ηθοποιών και εργοδοτών υπέρ του Σωματείου των ηθοποιών, και δεκάλεπτον εφ’ έκαστου εισιτηρίου δια τον αυτόν σκοπόν».
Ας αναλογιστούμε εδώ ποιες ήταν οι συνθήκες στις οποίες «ανατράφηκε» το νεότερο ελληνικό θέατρο κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ου: αφενός ο νομαδικός τρόπος ζωής με συνεχείς περιοδείες που παρά τις κακουχίες, αντάμειβαν σε κάποιες περιπτώσεις γενναιόδωρα τους καλλιτέχνες, αφετέρου οι οικογενειακές σχέσεις εντός του κάθε θιάσου που λειτουργούσαν ενωτικά.
Οι επαγγελματίες ηθοποιοί τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα προέρχονταν από λαϊκά στρώματα. Το ποσοστά του αναλφαβητισμού ήταν ιδιαίτερα υψηλά, μάλλον επειδή οι περισσότεροι δεν ολοκλήρωναν τη χαμηλότερη βαθμίδα εκπαίδευσης [1].
Σταδιακά η συγκρότηση των πρώτων θεατρικών επιχειρήσεων θα άλλαζε την οργάνωση των παραστάσεων και τον τρόπο με τον οποίο πληρώνονταν οι ηθοποιοί. Έτσι από το καθεστώς των μεριδίων, κατά το οποίο οι αμοιβές δίνονταν από το πλεόνασμα του ταμείου, ανάλογα με τη θέση του καθενός στην ιεραρχία του θιάσου, πλέον οι ηθοποιοί προσλαμβάνονταν με μισθό. Από την οικογενειακή δομή του θιάσου, περνάμε σε μια σαφή διάκριση εργοδότη – εργαζόμενου και σταδιακά στις πρώτες εκδηλώσεις συνδικαλισμού. Το σωματείο των ηθοποιών ιδρύεται το 1917 και δυο χρόνια αργότερα η μεγάλη απεργία του κλάδου είναι γεγονός [2].
Επιστρέφοντας στις εφημερίδες, σχετικά με τα αιτήματα των ηθοποιών που παρατέθηκαν παραπάνω, στις 13 Σεπτεμβρίου 1919 ο «Ριζοσπάστης» γράφει:
«Τα αιτήματα εδέχθησαν μόνο τα θέατρα: “Oλύμπια”, “Λαού” και “Πολυθέαμα”. Τα θέατρα της Κυβέλης και της Κοτοπούλη, συνεχίζουν τις παραστάσεις κανονικά, όπως και αρκετά από τα θέατρα των εργοδοτών ηθοποιών, με εξαίρεση το θέατρο “Αλάμπρα”, όπου ο Χατζηαποστόλου θέλοντας να ενισχύσει τους απεργούς αποσύρει το έργο του και η παράσταση ματαιώνεται».
Μέσα σε λίγες ημέρες, με το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων να αυξάνει την ένταση της απεργιακής κινητοποίησης, αλλά και με τις παραστάσεις που ανεβάζουν οι απεργοί να ζουν στιγμές δόξας, το θέμα θα καταλάβει χώρο και σε χρονογραφήματα. Διαβάζουμε στην «Αθηναϊκή» της 23ης Σεπτεμβρίου:
«Ουδέποτε άλλοτε τα θέατρα είχαν τόσο υψηλάς εισπράξεις καθώς αυτήν την εποχήν της απεργίας. Εργάζονται πολύ καλά και τα θέατρα των ηθοποιών και τα θέατρα των θιασαρχών […] Μάλιστα οι ηθοποιοί κατορθώνουν κάτι εκπληκτικόν. Με τα διάφορα νούμερα που παίζουν, εμφανίζονται αλληλοδιαδόχως μίαν και αυτήν την εσπέραν εις δύο τρία θέατρα. Βγαίνει τοιουτοτρόπως ωφελημένος και ο θεατής, ο οποίος εις έναν και μόνον θέατρον βλέπει όλους τους γνωστοτέρους ηθοποιούς. Βαθμηδόν αυτή η απεργία θα χρησιμεύση όπως μην υφίσταται εις το εξής εις το θέατρον εργοδότης και εργολήπτης. Όλοι θα γίνουν θιασάρχαι. Ηθοποιοί θα συνεταιρίζωνται και θα είνε θιασάρχαι και ηθοποιοί συγχρόνως. Θα βρίσκουν μερικούς κομπάρσους και θα συμπληρώνεται ο θίασος».
Δεν άργησε διόλου να επαληθευθεί ο Ανωφελής που υπογράφει το χρονογράφημα. Την επόμενη ημέρα της δημοσίευσής του, οι ηθοποιοί ανακοινώνουν την ίδρυση Νέας Θεατρικής Εταιρείας:
«Οι ηθοποιοί αφού δεν κατορθώθη να έλθουν εις συμφωνίαν και να επαναλάβουν την συνεργασίαν των με τους θιασάρχας, προέβησαν ήδη εις την σύμπηξιν εταιρείας υπό την επωνυμίαν Ελληνική Καλλιτεχνική Εταιρεία. Υπέγραψαν πρωτόκολλον τιμής, ότι θα είναι μέλη και θα εργασθούν υπό την έμπνευσιν της Εταιρείας αυτής».
.
«Ψεύδος απέραντον»
Ενώ οι διαπραγματεύσεις μεταξύ εργοδοτών και ηθοποιών συνεχίζονται και αποτυγχάνουν, στις 19 Σεπτεμβρίου 1919, το Σωματείο των ηθοποιών δημοσιεύει μια ηχηρά καταγγελτική ανακοίνωση όπου αρνείται ότι «υποχωρεί» μπροστά στους εργοδότες:
Ο Πάνος Καλογερίκος που υπογράφει ως Γεν. Γραμματέας της εκτελεστικής επιτροπής του σωματείου, αποτέλεσε ηγετική μορφή της απεργίας και θα τον βρούμε λίγα χρόνια αργότερα να διευθύνει την Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου που ιδρύθηκε το 1923. Η σχολή αν και δεν ήταν στα άμεσα αιτήματα των απεργών, αποτέλεσε ωστόσο καρπό του αγώνα τους. Στο πλάι του Καλογερίκου, πρόεδρος της Εφορευτικής Επιτροπής της Σχολής, ως εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας, τοποθετήθηκε ο Θεόδωρος Συναδινός, θεατρικὸς συγγραφέας και υπέρμαχος της εκπαίδευσης των ελλήνων ηθοποιών.
.
Το δεκάλεπτο της φιλανθρωπίας
Ο Οκτώβριος θα φέρει κάποια σημάδια εξομάλυνσης, καθώς το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας με σχετικό του έγγραφο προς το Εργατικό Κέντρο θα δεχθεί το αίτημα της καταβολής 10 λεπτών από το εισιτήριο, όπως αναφέρει η «Αθηναϊκή» στις 9 Οκτωβρίου:
«Το Υπουργείον αναγνωρίζει ότι το ζητούμενον 10λεπτον επί εκάστου εισιτηρίου πρόκειται να διατεθή προς περίθαλψιν των χηρών, ορφανών και των αναπήρων ηθοποιών και θεωρεί την είσπραξιν ταύτην ως εξυπηρετούσαν σκοπούς φιλανθρωπικούς. Υπόσχεται δε ότι θα εισηγηθή και θα υποστηρίξη την καθιέρωσιν του 10λέπτου τούτου δια Ν. Διατάγματος άνευ φόρου, υπέρ της ιδρύσεως ταμείων συντάξεως των ηθοποιών».
Κατά τη διάρκεια της απεργίας, οι ηθοποιοί στηρίχθηκαν από τους τεχνικούς του θεάτρου, αλλά βρήκαν αλληλέγγυους και εργάτες που δεν σχετίζονταν με τα θεατρικά πράγματα. Προς το τέλος του Οκτωβρίου η ομαλοποίηση έχει σχεδόν επέλθει και στις 26/10/19 19 ο «Ριζοσπάστης» γράφει:
«Μικτή επιτροπή εξ’ εργατών και ηθοποιών επισκέφθη εχθές τον κ. Αντιπρόεδρον και εζήτησεν όπως προ τής συγκλήσεως της Βουλής, εφαρμοσθή το νομοθετικόν διάταγμα περί του δεκαλέπτου των Ηθοποιών επί του εισιτηρίου».
Σε κείμενα σχετικά με την ιστορική διαδρομή του ελληνικού θεάτρου, η «Μεγάλη απεργία των ηθοποιών» καταγράφεται με αρνητικό πρόσημο ως προς την δικαίωση των αιτημάτων της στην πράξη. Έθεσε όμως μια βάση διεκδικήσεων. Δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι παραμένει έως σήμερα μια ιδιαίτερα αξιοσημείωτη αναφορά για όσα θα άλλαζαν λίγα χρόνια αργότερα, δικαιώνοντας όσους αγωνίστηκαν για τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού θεάτρου.
Εκατό χρόνια μετά, όσοι παραμένουν πιστοί φορείς μιας εκ των αρχαιότερων τεχνών, ίσως διεκδικούν ακόμη τη συνθήκη εκείνη που θα τους επιτρέψει να αποτινάξουν την επισφάλεια που βαραίνει τα βήματά τους ως αναπόδραστο στοιχείο της ύπαρξής τους.
[1], [2]: Μήτσος Μυράτ, Η ζωή μου & Aντρέας Δημητριάδης, Ο Μήτσος Μυράτ και η εργαλειοθήκη της υστεροφημίας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016