Ο Ισμαήλ Κανταρέ είναι Αλβανός λογοτέχνης και γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1936. Σπούδασε στη Σχολή Ιστορίας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου των Τιράνων και στο Ινστιτούτο Γκόρκυ της Μόσχας. Αποτελεί τον μεγαλύτερο εν ζωή συγγραφέα και ποιητή της Αλβανίας. Έχει προταθεί για Νόμπελ λογοτεχνίας και δεν είναι απίθανο να το λάβει στα επόμενα χρόνια.

Ακολούθως δημοσιεύουμε 4 ποιήματά του που μεταφράζονται για το ΑΣΣΟΔΥΟ από τα αλβανικά στα ελληνικά.


 

 

Καθώς σε προσμένω (Duke tepritur ty) 

Στις πέντε η ώρα πρέπει να έρθεις

Να ο δρόμος,

Να οι λευκές γραμμές που θα περάσεις,

Σαν λευκά σύγνεφα που κολυμπούν στην άσφαλτο.

 

Στο τζαμί,

Έναντι του ρολογιού στέκομαι

Οι δείκτες, σαν φρύδια

Στο πρόσωπο των καιρών,

 

Άλλοτε χαμογελαστός και άλλοτε βλοσυρός εκεί πάνω.

Μετά από λίγο θα σημάνει πέντε

Τώρα τα περιστέρια

Περιστρέφονται γύρω από το ρολόι, λευκά-λευκά.

.

Duke tepritur ty 

 Ne oren pese duhet te vijsh

Ja rruga,

Ja shenjat e bardha ku do tekalosh,

Si re te bardha qe notojne mbi asfalt.

.

Tek xhamia,

Perballe sahatit une rri

Akrepat, si vetulla

Ne fytyren e kohes,

.

Here te qeshur, here te ngrysur atje lart.

Pas pak do tebjere pese

Tani pellumbat

Rrotull sahatit vertiten, te bardhe, te bardhe.

.

.

.

Χειμώνας (Dimri)

Και το φθινόπωρο τίναξε τα «φύλλα του»

ο αέρας τα χτυπάει, τα τινάζει

ο χειμώνας σαν Κινέζος αυτοκράτορας

το κίτρινο χρώμα παντού μαρτυρά.

 

Και αυτά τα σύγνεφα που τώρα έρχονται

σε αντίθεση με τα σύννεφα τα τωρινά

τα καημένα δεν φέρουν αστραπές

ωσάν βαριεστημένη ερημιά.

 

Αλλά κάτω από αυτά η πόλη βράζει

με φώτα, θορύβους και κυκλοφορία

και τα καπνισμένα μαλλιά των εργοστασίων

πέφτουν μεγαλοπρεπώς στους ώμους της.

 

Να ο ορίζοντας o λευκός του χειμώνα

έναντι του τοπίου που κινείται

ξοδεύει την τελευταία του αστραπή

όπως ο ρεπόρτερ το τελευταίο του φλας.

.

Dimri

Dhe vjeshta i shkoi ‘fletët e saj’

i vërtit era, i perpjek

dimri si perandor kinez

ngjyrën e verdhë kudo e ndjek.

.

Dhe këto re qe tani vijnë

ndryshe nga retë e gjertanishme

të shkretat janë pa vetëtima

porsi djerina te mërzitshme.

.

Veçse nën to qyteti zien

me drita, zhurma dhe trafik

dhe flokët e tymta të uzinave

mbi supe i bien madhërisht.

.

Ja horizonti i bardhë idimrit

përballë peisazhit që leviz

harxhon të fundmen vetëtimë

si reporteri të fundit blic.

.

.

.

Ξένοι Είμαστε (Të HuajJemi)

Είμαστε ξένοι για μεγάλο καιρό

Αυτό που ήταν να λεχθεί, έχει λεχθεί.

Όπως οι πέτρες που πιάνουν χώρο στο έδαφος

Μια ζωή έχουμε πιάσει τόπο.

 

Ο ένας έναντι του άλλου έχουμε κλείσει

Όλους τους δρόμους και τα μονοπάτια

Ωσάν δύο μεσαιωνικές πόλεις

Με τοίχους, λόγχες και πύργους.

 

Αλλά τη νύχτα όταν ο κουρασμένος νους

Τις πύλες Κλείνει σιγανά,

Εσύ βρίσκεις ένα μονοπάτι και μπαίνεις μέσα

Ένα μονοπάτι που μόνο εσύ γνωρίζεις.

 

Μπαίνεις και στα μονοπάτια των πάρκων

Περπατάς στις απότομες χαράδρες του νου.

Εισέρχεσαι απερίσκεπτα στα όνειρα,

Φανερώνεσαι, γελάς, μου κουνάς το χέρι.

 

Αλλά όταν πλησιάζει το πρωινό

Αρχίζεις να ανησυχείς ξαφνικά.

Και η σιωπή βγαίνει παραέξω

Από το μονοπάτι που μόνο εσύ γνωρίζεις.

 

Και έρχεται πάλι μέρα. Η ζωή κυλά ξανά

Και εμείς οι δύο όπως και πριν

Στέκουμε παγεροί και αήττητοι

Σαν δύο μεσαιωνικές πόλεις

.

Të HuajJemi

Të huaj jemi ne prej kohësh

Ç’ish për t’u thënë është thënë.

Sigurët që zënë vend në tokë

Një jetë vend ne kemi zënë.

.

Drejt njërit jetrit kemi mbyllur

Të gjitha rrugët edhesh tigjet

Si dy qytete mesjetarë

Me mure, heshta dhe me pirgje.

.

Por natën kur i lodhur truri

Portat i Mbyll me qetësi,

Ti gjen një shteg dhe futesh mbrenda

Një shteg që vetëm ti e di.

.

Futesh dhe sin’rrugica parqesh

Shetit mes cirkonvolucionesh.

Hyn nëpër ëndrra e shkujdesur,

Fanitesh, qesh, ma bën me dorë.

.

Po kur mëngjesi zë ofrohet

Nis shqetësohesh befas ti.

Dhe heshturazi del përjashta

Nga shtegu që veç ti e di.

.

E dita vjen. Rrjedh prap jeta

Dhe ne të dy si dhe më parë

Të ftohtë rrimë e të pamposhtur

Si dy qytete mesjetarë

.

.

.

Στην Απολλωνία (Ne Apolloni)

Απόψε θα κοιμηθούμε εδώ

Το ψηλό προστώο του προσωρινού μουσείου είναι πλήρες

Με αγάλματα αρχαίων θεών, ανεσκαμμένα από τους αρχαιολόγους.

Έχουν ακρωτηριαστεί. Κάποιος έχει σπασμένο χέρι, κάποιος γόνατα.

Στέκονται σε μια σειρά, σε μια λευκή σιωπή.

 

Έξω χιονίζει.

Το προστώο μοιάζει με ψυχρό πολυκλινικό διάδρομο.

 

Απόψε θα κοιμηθούμε εδώ, σε ένα ξενοδοχείο με τους θεούς.

.

Ne Apolloni

Sonte do te fleme ketu

Hajat i gjate i muzeut provizor eshte mbushur plot

Me statuja perendish telashta, te nxjerra nga arkeologet.

Ato jane gjymtuar. Dikush ka thyer krahun dikush gjunjte.

Rrine ne rrjesht, ne nje heshtje te bardhe.

.

Jashte bie bore.

Hajati ngjan si nje corridor i ftohte poliklinike.

.

Sonte do te fleme ketu, ne nje hotel me perendite.

.

 

Επιλογή και Μετάφραση: Μεριντιάν Μέτο

.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο Μεριντιάν (Δημήτρης) Μέτο σπούδασε στα Ιωάννινα. Ασχολείται με την ψυχική υγεία και το γράψιμο. Ζει και εργάζεται στην Αγγλία.