Το χιόνι στις Δαλματικές Ακτές

Ανταπόκριση από τα Δυτικά Βαλκάνια, Μέρος Β’

.

Κάποτε η γεωγραφία μοιάζει με επιτραπέζιο παιχνίδι. Άνθρωποι τοποθετούνται αταίριαστα επάνω σε κάστρα, μέσα σε μουσεία, σε καλύβες στο δάσος ή στο κέντρο μιας γυαλιστερής πλατείας και καλούνται να αφομοιωθούν στα εξωφρενικά τοπία. Κόκκινες στέγες και κτίσματα ανοίκειας αρχιτεκτονικής επικολλώνται επάνω σε ράχες, πεδιάδες, βράχους, σπήλαια, κόλπους, δίπλα σε λίμνες και δίπλα σε θάλασσες, από διεκδικητές της γης οι οποίοι έρχονται από μακριά. Μια τέτοια διαδικασία εντύπωσης ενός τοπίου γίνεται ευκολότερα σε ξένο έδαφος και σχεδόν ποτέ δεν αφορά τις τρεις διαστάσεις του χώρου, αλλά μονάχα την τέταρτη, αυτήν του χρόνου. Σε τοποθετεί σε ένα απόκοσμο παρελθόν μέσα σου, όπου τίποτα πια δεν είναι αναγνωρίσιμο, ακαριαία.

«Πρώτα, αφαιρέστε τα εξαρτήματα του παιχνιδιού από τη συσκευασία και πετάξτε ή ανακυκλώστε τις συσκευασίες. Τα εξαρτήματα περιγράφονται παρακάτω.»

Η Κετίγνη είναι μια μικρή ορεινή πόλη του Μαυροβουνίου και η πρώτη που μπορεί κανείς να δει αφού περάσει τα σύνορα με την αλβανική Σκόδρα. Η Κετίγνη είναι μεσαιωνική, σερβικής προέλευσης και βρίσκεται στη βάση του Λόβτσεν, ενός επιβλητικού ορεινού όγκου που προστατεύει την Αδριατική από τις σκεπτομορφές κατάκτησης και κυριαρχίας που ανέκαθεν ταλαιπωρούσαν τους ανθρώπους στα ηπειρωτικά. Η Κετίγνη έχει παλάτια, πρεσβείες, μουσεία, μοναστήρια και πέτρινη ρυμοτομία, τοποθετημένα επάνω σε μια βάση καρστική, ένα έδαφος γεμάτο τρόπους να αφήνει να κινείται το νερό και να διαφεύγει αποβάλλοντας τελικά στη θάλασσα τις τοξίνες. Όσο περπατάς, στα σπήλαια κάτω από τα πόδια σου όντα των οποίων την ονομασία δεν γνωρίζουμε ακόμα, περιφέρουν τις μνήμες μητροπολιτών και βασιλιάδων, πριγκιπάτων, οθωμανικών αποτυχιών και δίπλα στα πόδια σου οι ελάχιστοι επισκέπτες από άλλες χώρες προσπαθούν να περάσουν το ενεργειακό κατώφλι της ιδιότητάς τους του επισκέπτη, και να εισέλθουν στην τέταρτη διάσταση του χρόνου. Αρχειοθετώ αυτές τις εικόνες  από τον πρώτο κιόλας μήνα διαμονής μου και μάχομαι καθημερινά να ανακαλύψω νέους τρόπους διείσδυσης στην ξένη πραγματικότητα.

«Οι αρχάριοι θα διαπιστώσουν ότι το παιχνίδι είναι πιο σύντομο και εύκολο. Πριν καν το καταλάβετε, θα έχετε μια πολύ καλή αίσθηση για τις στρατηγικές που αποδίδουν.»

Η καλύτερη στρατηγική επιβίωσης σε ένα νέο και εντελώς ξένο περιβάλλον ή σε ένα ταξίδι στο χρόνο είναι να μην προσπαθείς να καταλάβεις. Οι όψεις της ύλης θα παραμένουν αποσπασματικές και δεν θα ταιριάζουν μεταξύ τους, όση διανοητική δεξιοτεχνία κι αν εξαντλήσεις. Στις σαράντα πέντε ημέρες έχω παραιτηθεί από την αυστηρότητα της ανάγκης για κατάταξη και αφήνομαι στο παράλογο που ενέχει πάντα το ταξίδι μέσα από τις αισθήσεις.

Ένα Παλάτι, Vojislav Vojo Stanić, 1988, Εθνικό Μουσείο Μαυροβουνίου

Περπατώντας στο ταμπλώ αυτής της πόλης συναντά κανείς πολλά ιδιότροπα κτίρια, το οικοδόμημα της πρώην γαλλικής πρεσβείας στην Κετίγνη όμως ξεχωρίζει. Έχει αρτ νουβώ καμπύλες, ψηφιδωτά περιγράμματα από πολύχρωμα κεραμικά πλακίδια και πράσινα παντζούρια που μαρτυρούν μια ζωηράδα που καμία άλλη έμπνευση στην πόλη δεν καταφέρνει να δηλώσει. Ο μύθος των ντόπιων λέει πως πρόκειται για σχέδιο που οι Γάλλοι προόριζαν για το Κάιρο, μετά από λάθος όμως στην αλληλογραφία το έργο στήθηκε στο δυτικό άκρο της νοτιοανατολικής Ευρώπης, και μάλλον τον πιστεύουμε. Έως και η διπλωματία της δύσης μπορεί κάποτε να κάνει λάθη.

«Στην αρχή ενός γύρου είναι σημαντικό να ελέγχετε μία ή περισσότερες ηπείρους. Θέστε το ως στόχο από την αρχή του παιχνιδιού.»

Κεντρικός ήρωας αυτού του κόσμου είναι ο Πέταρ Νιεγκός. Κυβερνήτης, επίσκοπος και πατέρας του έθνους έγραψε το Στεφάνι των Όρεων . Στα βιβλία που άλλοι λαοί γράφουν για τους νοτιοανατολικούς, λένε πως εδώ η κοινή γλώσσα και η πολιτιστική ομοιομορφία ήταν προϋπόθεση για να δημιουργηθεί μια διοικητικά ή πολιτικά ανεξάρτητη οντότητα[1]. Μετά τη δημιουργία της, όφειλε να έχει εθνική λογοτεχνία και εθνικό ποιητή. Κάθε χώρα των Βαλκανίων έχει τις δικές αναφορές όσο ρηχά και αν αυτές τοποθετούνται στην ιστορία, ώστε να μην χρειαστεί να αναζητήσει κλασσική συγκίνηση ή ποιητική καταγωγή στον Όμηρο και στον Δάντη. Ο Νιέγκος έπαιξε αυτό το ρόλο για το Μαυροβούνιο και έγραψε ένα έπος που εξιστορεί τις μάχες με τους Οθωμανούς, εξυμνεί τη ζωή του τόπου και καλεί σε ομοψυχία αυτούς που το διαβάζουν. Η παρουσία του όμως, είναι λιγότερο διαπεραστική σε πιο επισκέψιμες πόλεις των ακτών, όπως η Μπούντβα και το Κότορ.

«Συμβουλή: εξουδετερώστε από νωρίς ένα ουδέτερο στράτευμα.»

Η Μπούντβα αποτελεί ένα ουδέτερο τοπίο με ασυγκράτητα ογκώδεις ξενοδοχειακές κατασκευές όπου τίποτα δεν θρέφει τον ρομαντικό επισκέπτη εκτός από ένα μικρό ενετικής όψης νησί που το είχαν στήσει πειρατές, μετά ήταν ψαροχώρι και γιουγκοσλαβικό ξενοδοχειακό συγκρότημα εντέλει. Τώρα μοιάζει με κλειστό αλλά καλοδιατηρημένο φρούριο και καταφέρνει να σε επαναφέρει στο παιχνίδι. Η θάλασσα γύρω απ’ το φρούριο είναι αληθινή. Τετραγωνισμένοι κήποι και μια εξοχική κατοικία κάποιου κάποτε πρίγκιπα απλώνονται τώρα απέναντι απ’ το νησί, χωρίς ιδιοκτήτη, και καλύπτονται από μια πολύ λεπτή φλούδα χιονιού. Το χιόνι στις δαλματικές ακτές είναι ελαφρύ και οι σχηματισμοί του είναι όμορφα αποπροσανατολισμένοι από την ομοιομορφία. Όπως η ιστορία.

Ο χειμώνας έρχεται από τη θάλασσα και ήδη μετρώ δυο μήνες σε αυτή τη βαλκανική επαρχία, δουλεύοντας για ανθρώπους που δεν ξέρω τη γλώσσα τους αλλά έχοντας επίγνωση μιας κάποιας συγγένειας του Νιέγκος με τον Σολωμό. Σε ξένο μέρος νιώθεις ευάλωτος κι αταίριαστος όπως μια φλούδα χιόνι πάνω στα βότσαλα δίπλα στο μαλακό το κύμα. Και παρόλη τη γνώση, προσπαθείς συνεχώς να το μετατρέψεις σε σπίτι. Κάνω μεγάλες διαδρομές στα παράλια κάθε μέρα, όμως περνώ τον περισσότερο χρόνο μου κλεισμένη στην ασφυκτική παλιά ασκρηβική πόλη, δίπλα στη θάλασσα που ζει γαλήνια, εξευμενισμένη μέσα στους βαθύτατους κόλπους της γης. Η κλίμακα του κόσμου εδώ είναι μικρή και κάθε δραστηριότητα βρίσκεται πάντοτε στο ύψος του νερού. Τα κρουαζιερόπλοια έχουν πλάτος ελαφρώς μόνο μικρότερο από αυτό του κόλπου και κάθε φορά που πλησιάζουν απειλείται η νοητική σου ακεραιότητα όπως όταν παίζεις επιτραπέζιο παιχνίδι.

Κότορ ή Ασκρήβιον, Νοέμβριος 2022

«Στην κλασική εκδοχή του παιχνιδιού, αντί για τις περιοχές που αρχικά σας δίνονται, επιλέγετε τις δικές σας.»

Για να  κάνει ένας άνθρωπος μια πόλη δική του αφομοιώνει τα στοιχεία και τα μικρά της τοπία που δύναται να μεταβολίσει και σχεδόν ασυνείδητα σπρώχνει σε έναν σκοτεινό δωμάτιο της αντίληψης όλα τα άλλα. Αυτό είναι το φυσικό, ώστε να μπορείς να συνεχίζεις το παιχνίδι. Στους τρεις μήνες διαμονής οι διαδρομές έχουν πια κατακτηθεί και έχω ανέβει περισσότερες από έξι φορές στο κάστρο του Κότορ ψηλά στο βουνό περπατώντας στα τείχη. Οι υπόλοιποι παίχτες παραμένουν προς εξουδετέρωση ιθαγενή φύλα, αφού δεν τους φτάνω σε ύψος, αδυνατώ να αρθρώσω τέσσερα σύμφωνα μαζί και αντέχουν καλύτερα τα μέλη της άγνωστης φυλετικής συνομοσπονδίας τουριστικών αρπακτικών που κατεβαίνουν από τα κρουαζιερόπλοια κάθε μέρα.

Μεταστοιχείωση, Ana Viden, 1931, Εθνικό Μουσείο Μαυροβουνίου

Η μεταστοιχείωση μιας πόλης όμως είναι ένα παιχνίδι που δεν τελειώνει ποτέ, όσα στρατεύματα κι αν φέρεις, όσο καιρό σε αυτήν κι αν ζήσεις και όσο επαρχιακή ή φυσική η όψη της κι αν μοιάζει. Δεν είναι αντικειμενική η αλήθεια πως μόνο κάποια μέρη θεωρούνται σπίτι. Με κάθε εσωτερική κίνηση των αισθητήριων της αντίληψής σου, με κάθε ελάχιστη συναισθηματική μετατόπιση του κέντρου από το οποίο κοιτάζεις τον κόσμο, το παιχνίδι αλλάζει. Η πόλη και η φύση παραμένουν στην ουσία τους πάντοτε εχθροί σου—γιατί είναι αυθύπαρκτες, δεν σε χρειάζονται, ικανοποιούνται στον εαυτό τους και περισσότερο τρέφονται από παρά τρέφουν τους ανθρώπους. Μόνο κατά διαστήματα οι δικοί σου υψηλοί συναισθηματισμοί και οι δικές σου προσκολλήσεις που χτίστηκαν επάνω στα δέντρα κι επάνω στις στέγες σε κάνουν να νιώθεις σύμμαχος της πόλης ή της φύσης.

«Εάν τραβήξετε την κάρτα Κατάπαυσης Πυρός όταν είναι η σειρά σας, το παιχνίδι τελειώνει αμέσως. »

Τις μικρές στιγμές της διαύγειας όμως, όπου σταματά κάθε ενεργητικότητα, μπαίνεις στη λεπτοφυή διάσταση του χρόνου κι όλοι οι τεχνητοί σύνδεσμοι με την πραγματικότητα των μορφών παύουν, βρίσκεσαι ολομόναχος, ακόμα και μέσα στην πιο κατακτημένη πόλη. Το Κότορ είναι στενές λωρίδες γης περικυκλωμένες από γυμνά όρη και με το στοιχείο του νερού να κυριαρχεί: θάλασσα, τάφροι οχυρωματικές μέσα στην πόλη, νερό που κατεβαίνει απ’ τα βουνά. Από τον Οκτώβρη κιόλας ο τουρισμός ησυχάζει και το τοπίο γίνεται μόνιμα ειδυλλιακό, αφού οι ντόπιοι περιφέρονται αργοκίνητα εκτελώντας αργές ασχολίες του χειμώνα. Μία κυρία σαράντα δύο έτη μεγαλύτερη από μένα μού κάνει παρέα σχεδόν κάθε απόγευμα σε ένα παγκάκι μπροστά στη μικρή θάλασσα του κόλπου και κοντά στο σπίτι που με φιλοξενεί. «Πού θα πάτε μετά από εδώ;» ρωτάει στα αγγλικά, τη γλώσσα του κόσμου. Οι τέσσερις μήνες μου τελειώνουν και «Στο σπίτι μου», της απαντώ στα ελληνικά, γνωρίζοντας εκείνες τις στιγμές ότι είναι ένα σημείο μέσα μου το κέντρο του κόσμου. Κατάλαβε όμως τι της είπα και μοιραζόμενες την εσωτερική θερμότητα αφοσιωθήκαμε κι οι δυο ξανά στο να κοιτάμε μπροστά μας χιόνι.

 


[1] LAMPE, John; MAZOWER, Mark. Ideologies and National Identities : The Case of Twentieth-Century Southeastern Europe. Budapest: Central European University Press, 2006

Το κείμενο σε εισαγωγικά/πλάγια γραφή έχει αντληθεί από οδηγίες για επιτραπέζιο παιχνίδι.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Η Χρυσάνθη Νίκα είναι χειρώνακτας. Γεννήθηκε το 1990, ολοκλήρωσε σπουδές μηχανικού και ακόμα δεν ζει μόνιμα πουθενά.