και έχει μια κοιλάρα θεόρατη, να τρώει θέλει, να μπορούσε να φάει και τα φύλλα και τα δέντρα και το χώμα και δυο πέτρες, να πιει και λίγη θάλασσα, να τον φάει τον κόσμο σιγά σιγά, να μείνει λιγότερος, μικρότερος, ευκολότερος· μα ύστερα δεν προλαβαίνει, κατουρά και αφοδεύει πάνω στον ίδιο κόσμο και να’ σου πάλι τα τεράστια μεγέθη, να’ σου πάλι γίνεται ο κόσμος περισσότερος μεγαλύτερος δυσκολότερος.
Δημήτρης Ρώτας

φύλλα από μπουκαμβίλιες που χορεύουν σαν χαρούμενες μασκαρεμένες κατσαρίδες στο δρόμο μια μουριά μουτρωμένη έχει πει το νερό νεράκι η γιώτα που καπνίζει πίσω από το παράθυρο αχ γιώτα μου το ουζάκι σου τέσσερα αλλοδαπά κορίτσια που προτίμησαν τις πολύχρωμες καρέκλες και το μπρέκφαστ των εννέα ευρώ ο παπάς με το καπελίνο για τον ήλιο και τα τζιτζίκια τζι-τζι-τζι αχ γιώτα μου με τον χοιρινό μεζέ σου κι αυτή η μύγα σπουδαία παρέα, πιστή, κάνει το δέρμα μου να νοιώθει οίκος του θεού, τουρίστα με το τάμπλετ κλείσε το μωρέ μπας και θυμηθείς αργότερα τις μυρωδιές του μεσημεριού η σπλήνα που πονάει στο τρίτο ούζο ή είναι η χολή, δεν ξέρω, μην παραγγέλνεις τώρα δεν την βλέπεις που καπνίζει; ανήθικε ρεαλιστή άσε το όνειρό της να ξεχυθεί στην πλατεία και τον καπνό να μας δανείσει λίγο απ’ τ’ αύριό της τζι-τζι-τζι βάλε ρε γιώτα έναν μπακιρτζή να χορέψει η ψυχούλα μας μαζί με τον ήλιο, να την σκεφτώ να κοιμάται δίπλα μου με δυο πετροκέρασα για χείλη και τα βυζάκια της να βλαστημάνε την ασχήμια του κόσμου και βάλε ακόμη ένα ούζο κι ας γίνει μετωπική στην επιστροφή με ένα αγροτικό αφού έστω για μια στιγμή αγάπησα, ένδοξος θάνατος θα ‘ναι τζι-τζι-τζι

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο γιώργος δομιανός γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Ποιήματα και κείμενα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα περιοδικά, εφημερίδες και ιστοσελίδες. Έχει εκδώσει τρία βιβλία.