Τριάντα πέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το θάνατο του Μάνου Λοΐζου, μα δεν είναι καιρός για μνημόσυνα. Φέτος γιορτάζονται τα ογδοντάχρονα του συνθέτη, με συναυλίες στη Λευκωσία, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Κι είναι όντως γενέθλια, γιορτή. Η συναυλία στο Θέατρο Πέτρας στις αρχές του μήνα ήταν περισσότερο συναυλία του Λοΐζου παρά συναυλία για το Λοΐζο. Έλειπε καθετί που θα μπορούσε να αποσπάσει το εύκολο ζήτω – οπτικά και ηχητικά ντοκουμέντα, που συνηθίζονται σε τέτοιες περιπτώσεις-, κι έμενε έτσι χώρος στην αληθινή συγκίνηση να εκδηλωθεί. Έλεγες, να, τώρα θα ανέβει στη σκηνή και θα διευθύνει την ορχήστρα και τους τραγουδιστές. Να, τώρα θα βγει με την κιθάρα να πει το «Μέρμηγκα» και το «Σ’ ακολουθώ».

Η κόρη του Μυρσίνη, ολιγόλογη και σχεδόν αθέατη, παρακολουθεί με την κόρη της Εμμανουέλα τις συναυλίες. Ολιγόλογη κι αθέατη πορεύεται τόσα χρόνια άλλωστε.

Αν δεν είχε υποστεί τόση κατάχρηση η έκφραση «de profundis», αυτή θα διάλεγα για τίτλο της συνέντευξης μαζί της.

Πώς είναι να είσαι κόρη του Λοΐζου;
Χάλια. Μέχρι μια ηλικία, πολύ χάλια.

Μέχρι ποια ηλικία;
Μέχρι πολύ πρόσφατα. Είμαι και μεγάλη τώρα…

Ας τα πάρουμε από την αρχή. Πού γεννήθηκες; Πού μεγάλωσες;
Όταν γεννήθηκα, μέναμε στον Άγιο Παντελεήμονα, στη Φιλιππουπόλεως, όπου ήταν το σπίτι του παππού και της γιαγιάς, απ’ τη μεριά του μπαμπά. Πρώτα είχε έρθει ο μπαμπάς από την Αλεξάνδρεια όταν ήτανε δεκαοχτώ και μετά από ένα – δυο χρόνια ήρθανε κι οι γονείς του και η θεία Κωνσταντίτσα.

Μένατε όλοι μαζί εκεί, με τους παππούδες;
Ναι, για δυο – τρία χρόνια. Μετά τους αφήσαμε και φύγαμε για Ελληνορώσων.

Άρα οι πρώτες σου μνήμες θα είναι από το σπίτι στων Ελληνορώσων.
Όχι, έχω μνήμες κι απ’ το πρώτο σπίτι. Θυμάμαι την εσωτερική αυλή, θυμάμαι κι έναν παπαγάλο που μίλαγε!

Όλα τα παιδικά σου χρόνια τα πέρασες στων Ελληνορώσων;
Όχι, μετά από τέσσερα χρόνια ήρθαμε στο Χολαργό, στην 25ης Μαρτίου. Και εκεί έμεινε ο μπαμπάς μαζί μας μέχρι που χωρίσανε.

Πώς τον θυμάσαι εκείνη την περίοδο;
Πιο πολύ τον θυμάμαι να παίζει. Οι αναμνήσεις μου έχουν να κάνουν περισσότερο με τη μουσική του.

Απομονωνόταν μέσα στο σπίτι;
Ναι, πολύ.

Έρχονταν διάσημοι σπίτι σας;
Έρχονταν, μα τότε δεν ήταν διάσημοι ακόμη!

Ώσπου κάποια στιγμή ο Μάνος και η Μάρω χωρίζουν…
Ήμουν εφτά χρονών τότε. Για μένα ήταν άσχημος ο τρόπος που μου το πέρασε η μάνα μου: «ο μπαμπάς σου μας άφησε». Μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι δε μας αφήνει ο μπαμπάς. Ο μπαμπάς αφήνει τη μαμά, δεν αφήνει και το παιδί. Βέβαια τότε άρχισε το δράμα μου. Ήθελα να το βιώσω και σα δράμα, προφανώς. Τώρα που το βλέπω λίγο πιο καθαρά, είχα στήσει τη ζωή μου πάνω σ’ αυτό το δράμα. Να, με ρώτησες στην αρχή πώς είναι να είσαι η κόρη του Λοΐζου, και σου απάντησα «χάλια». Ε, δε θα `πρεπε να είναι χάλια. Θα μπορούσε να `ναι και πάρα πολύ ωραία.

Μετά το χωρισμό, βρισκόσασταν;
Όποτε τύχαινε. Και συνήθως δεν πέρναγα καλά, γιατί η δεύτερη γυναίκα του είχε διάφορα θέματα. Χαπακωνότανε, έπινε αλκοόλ… Κι αυτός ήταν στον κόσμο του. Ήταν η εποχή που ήταν κλεισμένος στο δωμάτιο και έγραφε, και δεν άκουγε τίποτα.

Στο σχολείο πώς σε αντιμετώπιζαν τα παιδιά;
Ως κόρη του Λοΐζου. Και για μένα συνέχιζε το «χάλια». Αισθανόμουν ότι πάντα για τους άλλους ήμουνα η κόρη του Λοΐζου.

Δεν ένιωθες περήφανη που είχες έναν πατέρα σταρ;
Δεν το `βλεπα έτσι ποτέ.

Οι άλλοι όμως το βλέπανε.
Ναι. Ακόμα και τώρα το βλέπουν έτσι. Περιμένω στην ουρά στην Εφορία και μου λένε «πες ότι είσαι η κόρη του Λοΐζου, να εξυπηρετηθείς νωρίτερα». Δεν το `κανα όμως ποτέ. Φέτος μόνο το κατάλαβα όλο αυτό, που γνώρισα την κόρη του Τσε Γκεβάρα, την Αλέιδα. Νόμιζα πως ήταν αστείο, ότι μου κάνανε πλάκα! Κι εκεί είδα κάπως πώς μπορεί να βλέπει κάποιος στο παιδί τον πατέρα του. Βέβαια μιλάμε για άλλα μεγέθη… Αλλά εκεί το ένιωσα.

Στο σχολείο, στη γιορτή του Πολυτεχνείου παίζανε τραγούδια του πατέρα σου;
Παίζανε. Πάντως περήφανη δεν ήμουνα. Δεν το χάρηκα ποτέ. Τώρα το χαίρομαι.

Άρα ήταν θέμα δικό σου, προσωπικό.
Τελείως, ναι.

Και πώς το `λυσες;
Πήγα στην ψυχολόγο, βρήκα έναν καθρέφτη κι άρχισα να μιλάω. Κάπως έτσι! Κι αισθάνθηκα λίγο καλύτερα κι εγώ με τον εαυτό μου, ότι μπορώ να κάνω δυο πράγματα μόνη μου. Πάντοτε ζούσα και με τα χρήματα που έβγαζα από το μπαμπά μου – ήταν όλο αυτό.

Εσύ όμως δεν ασχολείσαι με το τραγούδι, για να νιώθεις μειονεκτικά απέναντι στον πατέρα – θρύλο. Σε ποιο πεδίο υπήρχε ο ανταγωνισμός;
Δε μπορούσα να τον ξεπεράσω. Δεν ήταν μόνο ο πατέρας, ήταν και η μητέρα, η Μάρω Λοΐζου, που έγραφε παιδικά βιβλία. Είχα ανταγωνισμό και με τον κόσμο, που διεκδικούσε το μπαμπά μου από μένα. Το έβλεπα κι έτσι. Αντί να χαίρομαι τους γονείς μου μόνο εγώ, τους χαίρονταν οι άλλοι πιο πολύ.

Φαντάζομαι με τον πατέρα σου θα ήταν πιο δύσκολο, γιατί – στην Ελλάδα τουλάχιστον – ένας συνθέτης είναι περισσότερο σταρ από μια συγγραφέα.
Ναι, αλλά με τη μάνα είχα να κάνω μέχρι το τέλος. Με τη μάνα είχα πιο πολλά χρόνια ζωής μαζί, άρα από αυτήν έφαγα πιο πολύ πακέτο.

Η σκιά του πατέρα έφυγε οριστικά όταν έφυγε κι η μάνα;
Ναι. Το να σου λέει «μας άφησε ο πατέρας σου», να ξέρεις ότι είναι λάθος, αλλά να το ζεις και να το κουβαλάς ως τα πενήντα σου…

Μεγαλώνοντας, στην εφηβεία, ποια ήταν η σχέση σας; Ήταν καθόλου προστατευτικός, αυστηρός μαζί σου;
Καθόλου. Αλλά δεν τον θυμάμαι και καθόλου γιατί ήμασταν πάντα μαζί με κόσμο. Δεν τον θυμάμαι οι δυο μας, να πάμε μια βόλτα στη θάλασσα, ας πούμε.

Ώσπου κάποια στιγμή αρχίζουν να εμφανίζονται προβλήματα στην υγεία του.
Το `80 έπαθε καρδιά και πήγε στη Μόσχα και έμεινε λίγες μέρες στο νοσοκομείο και του δώσανε εκεί να ακολουθεί μια διατροφή, και το χαρτί το μετέφρασε όταν έπαθε το εγκεφαλικό, το `82! Είχε αδιαφορήσει τελείως. Έπαθε εγκεφαλικό τον Αύγουστο του `82 κι έφυγε απ` το σπίτι μας…

… έμενε μαζί σας;
Με τη Σιτζάνη είχε χωρίσει δύο χρόνια πριν το θάνατό του. Δεν είχαν πάρει διαζύγιο, μα είχανε χωρίσει. Και έπρεπε να μένει κάπου. Και πριν φύγει, κατεβαίνοντας με το ασανσέρ, είπε στη μάνα μου «δε θα ξαναγυρίσω από τη Μόσχα», «ε τότε μην πας» του είπε αυτή, αλλά επειδή είχε βγάλει εισιτήρια, έφυγε.

Και στις 17 Σεπτέμβρη έρχεται το νέο.
Ήταν τα γενέθλια της μαμάς μου εκείνη τη μέρα. Σαράντα δύο χρονών γινόταν.

Ευτυχώς που δεν υπήρχε ιδιωτική τηλεόραση τότε!
Την είδηση την εκφώνησε ο Αλέξανδρος Αντωνόπουλος. Υπάρχει στο αρχείο της ΕΡΤ. Και μετά το μπαμπά πεθάνανε η θεία, ο μπαμπάς του, η μαμά του, όλοι, μέσα σε δυο – τρία χρόνια.

Εκτός από κόρη του Λοΐζου είσαι και κληρονόμος του και διαχειρίστρια του έργου του. Έχεις απαγορεύσει ποτέ σε κάποιον καλλιτέχνη να επανεκτελέσει ή να διασκευάσει κάποιο τραγούδι του;
Έχω απαγορεύσει μόνο στην Αφροδίτη Μάνου να βάλει στίχους στο «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας». Κι έχουμε πάει στα δικαστήρια, δυστυχώς. Αλλά δε γινόταν κατανοητό. Και μετά από δυο – τρεις μήνες πάω και στη Χαρούλα και μου λέει «έλα να σου βάλω κάτι» και μου βάζει το «Ζεϊμπέκικο» με στίχους δικούς της! Είπα και σ’ αυτήν όχι – δε φτάσαμε βέβαια στα δικαστήρια!

Σε άλλους καλλιτέχνες έχεις αρνηθεί;
Όχι. Μόνο στο Γιώργο Παπανδρέου!

Είναι κι αυτός καλλιτέχνης;
Μεγάλος! Φαντάζομαι και τώρα θα το έκανα, αν η σημερινή κυβέρνηση χρησιμοποιούσε τραγούδι του πατέρα μου.

Δε θα `πρεπε και νωρίτερα να είχες απαγορεύσει στο ΠΑΣΟΚ να παίζει το «Καλημέρα Ήλιε»;
Θα έπρεπε, μα δεν το είχα αποφασίσει μέσα μου. Αλλά εκείνη τη χρονιά, το `11, δεν άντεξα άλλο.

Και ήταν και η πρώτη φορά που βγήκες δημόσια προς τα έξω ως κόρη του Λοΐζου.
Τραγικό, ε;

Φέτος έκανες και μια δεύτερη απόπειρα. Είπες, αφού βγάζουν από τη διδακτέα ύλη του σχολείου τη «Γιορτή» του Αγγελάκα, ας βγάλουν και το «Η μέρα εκείνη δε θ’ αργήσει» του Λοΐζου. Βέβαια ήταν πιο ήπια η αντίδραση αυτή, έγινε μέσω facebook.
Ταυτίστηκα με την άποψη του Γιάννη Αγγελάκα και οργίστηκα με την επέμβαση της Εκκλησίας.

Είναι καλό να υπάρχει ο Λοΐζος στο σχολείο;
Για τα παιδιά καλό είναι.

Πολλές φορές ό,τι διδασκόμαστε στο σχολείο το απωθούμε, το μισούμε.
Μήπως θα `ναι καλύτερο να ανακαλύπτει κανείς το Λοΐζο μόνος του;
Αυτό έχω κάνει με την κόρη μου. Δεν την έχω πιέσει να ακούσει τα τραγούδια του παππού και να τα μάθει. Την πάω σιγά σιγά. Πάμε σε συναυλίες που παίζουν τραγούδια του παππού, να τα μάθει μόνη της. Δεν την έχω πιέσει ποτέ. Βέβαια τα παιδιά καλό είναι να παίρνουν, και μετά να φιλτράρουν.

Εγώ το «Ακορντεόν» και το «Δρόμο» τα βαριέμαι πάντως, γιατί μου θυμίζουν σχολικές γιορτές.
Η κόρη μου όμως προχτές, στο Θέατρο Πέτρας, με ρωτούσε: «Δε θα πούνε το Δρόμο;».

Ας πιάσουμε λίγο και το θέμα με τα πνευματικά δικαιώματα. Έχεις ριχτεί κι εσύ στον αγώνα κατά της ΑΕΠΙ. Έχει βρεθεί λύση τελικά;
Όχι, γιατί δεν έχει επέμβει εισαγγελέας. Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι ότι κι εμείς έχουμε διασπαστεί σε τέσσερα σωματεία!

Εσύ με ποιους είσαι;
Εγώ είμαι με την άποψη να έρθει μια εταιρεία πνευματικών δικαιωμάτων στα χέρια των καλλιτεχνών. Είμαι με το ΑΣΜΑ 450+.

Πέρυσι, σε τηλεοπτική εκπομπή, η Πάολα τραγούδησε το «Ήλιε μου σε παρακαλώ». Σου άρεσε η ερμηνεία της;
Μου άρεσε, ναι. Δεν ξέρω όμως αν θα άντεχα τον κόσμο, την κριτική του κόσμου, αν έδινα στην Πάολα την άδεια να κάνει Λοΐζο. Με το να τραγουδάει όμως Λοΐζο στα live της, στο κοινό της, δεν έχω κανένα πρόβλημα.

Ποιο είναι το αγαπημένο σου τραγούδι του Λοΐζου;
Τι να πω τώρα… Όλα μ’ αρέσουν. Αλήθεια.

Κάποιο με το οποίο να είσαι δεμένη.
Είμαι δεμένη με τη φωνή του. Και ό,τι βρίσκω στις κασέτες, που τα τραγουδάει ο ίδιος, για μένα αυτά είναι τα αγαπημένα μου. Είμαι ερωτευμένη μαζί του. Είναι ένα είδος έρωτα αυτό.

Ανέκδοτη ηχογράφηση. Ακούγεται ο Μάνος Λοΐζος στο «Νέγρο Ζωγράφο», σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη.